Και ξαφνικά, τον Αύγουστο τον δρόσισαν μελτέμια καλών ειδήσεων.

–Οι ευρωστατιστικές κατέγραψαν ένα τρίμηνο με θετικό πρόσημο ανάπτυξης, έπειτα από 18 μήνες ύφεσης. Λυμφατική και εύθραυστη ανάπτυξη, αλλά ικανή να δώσει τίτλους ευφορίας στον διεθνή Τύπο: «Η κρίση στην ευρωζώνη τελείωσε!».

–Οι ελληνικές στατιστικές κατέγραψαν, για πρώτη φορά, ύφεση ελαφρώς μικρότερη της αναμενόμενης. Και το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε, εν μέσω γενικής δυσπιστίας, πρωτογενές πλεόνασμα για το πρώτο επτάμηνο του έτους. Τα στοιχεία περιέχουν ισχυρές δόσεις δημιουργικής λογιστικής, αλλά επέτρεψαν στους διεθνείς αναλυτές την εκτίμηση ότι η Αθήνα –που έκανε αδιαμφισβήτητα μεγάλο δρόμο από το θηριώδες πρωτογενές έλλειμμα 24 δισ. του 2009 –αποκτά τώρα, για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης, το διαπραγματευτικό ατού της χρεοκοπίας έναντι των εταίρων της.

–Και μαζί με τις στατιστικές ήρθαν και μια φράση του Ομπάμα, μια συνέντευξη του Στάινμπρουκ, κάποιες ακριτομυθίες της Μέρκελ να ανοίξουν λίγες τρύπες στη μεταφυσική θεολογία της λιτότητας. Λόγια είναι βέβαια, χωρίς δεσμεύσεις, αλλά αναθαρρύνουν τις ελπίδες το (μετεκλογικό) Βερολίνο να επιστρέψει στον κόσμο της λογικής. Και από κοντά, πυκνά δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου προετοιμάζουν τη γερμανική κοινή γνώμη για μια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους –όπως και αν αυτή η ελάφρυνση βαφτιστεί, για να γίνει πιο εύπεπτη.

Τόσες καλές ειδήσεις μαζεμένες –έστω και αν πρέπει να τις αλατίσουμε με όλο το αλάτι του Αυγούστου –είχαμε καιρό να γευτούμε. Μας προκαλούν, σχεδόν, αμηχανία.

Το εύκολο, πανεύκολο, είναι να σταθούμε απέναντί τους με τη ματιά του άπιστου Θωμά και να μετρήσουμε το κομπολόι των επιφυλάξεων. Οχι, δεν είναι διόλου βέβαιο πως η υπαρξιακή κρίση της ευρωζώνης τελειώνει. Το τοπίο στον Nότο παραμένει άνυδρο, οι ανισορροπίες Βορρά – Νότου διευρύνονται, οι σκελετοί στα ντουλάπια των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι πάντα εκεί, εξαιρετικά απειλητικοί, και η μικρή στατιστική πρόοδος είναι δύσκολο να προλάβει το μεγάλο αντιευρωπαϊκό κύμα που απειλεί να σαρώσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Ούτε η διεθνής οικονομία –με αθεράπευτες ακόμη τις αιτίες που οδήγησαν στο μεγάλο κραχ του 2008, με το άνοιγμα της ψαλίδας των εισοδηματικών ανισοτήτων να μην έχει ανακοπεί –προσφέρει αναπτυξιακές βεβαιότητες. Ούτε η ευρωστροφή του μετεκλογικού Βερολίνου είναι εξασφαλισμένη –κάθε άλλο. Και στην περίπτωση της Ελλάδας η μόνη στατιστική που μετράει, η στατιστική της ανεργίας, παραμένει δυσοίωνη.

Οι επιφυλάξεις είναι όλες πολύ λογικές. Αλλά η στάση του άπιστου Θωμά δεν οδηγεί μακριά. Ας δοκιμάσουμε, λοιπόν, να γευθούμε τις καλές ειδήσεις του Αυγούστου χωρίς τη μίζερη φραγή της δυσπιστίας. Με τον ουρανίσκο του καλόπιστου παρατηρητή. Ας δεχτούμε ότι, ναι, η ευρωζώνη μπορεί και να βγαίνει οριστικά από την ύφεση. Πως οι βόμβες που απειλούν τη γαλλική, την ιταλική ή την ισπανική οικονομία θα απογομωθούν εγκαίρως. Πως αργά ή γρήγορα η ευρωζώνη θα κινηθεί προς μια αποτελεσματικότερη, κοινή διαχείριση χρέους και μια πιο ισορροπημένη κατανομή πιστώσεων και επενδυτικών ροών. Πως και της Ελλάδας τα πιο μεγάλα βάσανα είναι πίσω μας και, με το γύρισμα του χρόνου, η κατάσταση θα σταθεροποιηθεί, η διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης θα λάβει τέλος και θα ξαναδούμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Ας δεχτούμε, δηλαδή, πως το σκιάχτρο του μεγάλου φόβου, η απειλή της μεγάλης πτώσης φεύγει από τον ορίζοντα. Θα έχουμε και πάλι να αναμετρηθούμε με τους πεζούς κινδύνους με τους οποίους και τα πιο αισιόδοξα των σεναρίων εποικίζουν το μέλλον μας. Ενα μέλλον αργών, ασθενικών ρυθμών ανάπτυξης, κατά το ιαπωνικό προηγούμενο, συνδυασμένων με χρόνια υψηλά ποσοστά ανεργίας. Με αυτήν την πρόκληση έχουμε να αναμετρηθούμε, έτσι κι αλλιώς. Χρειαζόμαστε, έτσι κι αλλιώς, ένα κάποιο εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασύνταξης που θα μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο διοικητικής μεταρρύθμισης, ένα σχέδιο ανάταξης των συνεπειών της εντελώς άδικης κατανομής των βαρών της δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να επουλωθούν και οι πολιτικές πληγές που κακοφορμίζουν.

Είτε πιστέψουμε τις καλές ειδήσεις του Αυγούστου είτε όχι, είτε πιστέψουμε πως πλησιάζει το τέλος της κρίσης είτε όχι, οι ίδιες προκλήσεις μάς περιμένουν.