Μέσα στη σύμπτωση της άποψής τους, ότι ο καλλιτέχνης δεν χρειάζεται να αποκαλύψει τίποτα για την τέχνη του επειδή τα λέει όλα με το έργο του, η «δασκάλα» Χαρούλα Αλεξίου και ο «μαθητής» Θωμάς Κωνσταντίνου υπαινίσσονται μια καθολική αλήθεια. Ο καθένας τελικά αντιλαμβάνεται το ποιόν του δημόσιου προσώπου, του προσώπου δηλαδή που εκτίθεται με όσα λέει και κάνει, – είτε πρόκειται για πολιτικό είτε για καλλιτέχνη είτε για δημοσιογράφο της τηλεόρασης. Μπορεί να ωραιολογεί το δημόσιο πρόσωπο, να παίρνει ύφος άλλοτε προκλητικό και άλλοτε φιλάνθρωπο, να πουλάει εξουσία ή να υποδύεται τον ταπεινό, κανένας όμως επί της ουσίας δεν ξεγελιέται. Την αλήθεια για το ποιος πραγματικά είναι ο άλλος τη γνωρίζουν όλοι. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα που επιχειρούμε την αναγωγή αυτή χάρη στη σύμπτωση μιας θέσης που την εκφράζουν δύο καλλιτέχνες όπως η Χαρούλα Αλεξίου, με μια συνεπή και καθαρή στάση για τέσσερις δεκαετίες μέσα στην εγχώρια πολιτιστική συνθήκη και ένας νέος μουσικός (παίζει ούτι, κιθάρα, μαντολίνο και λαούτο) όπως ο Θωμάς Κωνσταντίνου. Χωρίς επίσης να είναι δευτερεύουσας σημασίας μια άλλη αλήθεια στη σημερινή συζήτηση. Η ουσιαστική μαθητεία δεν είναι κάτι που ανιχνεύεται εύκολα, με την έννοια ότι ο φιλόλογος εκπαιδεύει τον φιλόλογο και ο γιατρός τον γιατρό. Αλλά μπορεί ο μουσικός, όποιο όργανο και να παίζει, να εμπνέεται από τη «φωνή» και η «φωνή» να ανακαλύπτει σε ένα όργανο την ιδιαίτερή της ποιότητα.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΙΑΡΧΟΣ: Γιατί επιλέγετε, κυρία Αλεξίου, έναν τόσο νεαρό μουσικό, όσο και αν ο ίδιος θεωρεί τη φωνή σας ως ένα είδος διδαχής, προκειμένου να συζητήσετε μαζί του;

ΧΑΡΙΣ ΑΛΕΞΙΟΥ: Ο Θωμάς Κωνσταντίνου μπορεί να είναι νεαρός, αλλά αυτό που έχει σημασία στη μουσική είναι το ταλέντο, δεν είναι η ηλικία. Ξεκίνησε από μουσικό σχολείο, ήταν έφηβος ακόμη όταν συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά πριν από αρκετά χρόνια, ανήκε τότε σε μια χορωδία. Χρόνια αργότερα του ανέθεσα την ενορχήστρωση ενός δίσκου με παραδοσιακά τραγούδια που είχα κάνει με νέους συνθέτες. Συνεργαστήκαμε επίσης σε συναυλίες που έδωσα περιοδεύοντας. Τώρα λοιπόν, με το πνεύμα ενός καινούργιου ταξιδιού που ήθελα να κάνω μέσα στη μουσική, δοκιμάζοντας λίγο πιο «τρελά» πράγματα και πιο θερμούς ήχους, σκέφτηκα ότι ο Κωνσταντίνου είναι αυτός που θα πουσάρει και τη δική μου έμπνευση. Αλλωστε στον τελευταίο δίσκο με τον Μανώλη Ρασούλη, ο Κωνσταντίνου είναι ένας από τους συντελεστές στις ενορχηστρώσεις. Τι καλύτερο λοιπόν για έναν καλλιτέχνη που είναι τόσα χρόνια σε αυτή τη δουλειά, όπως εγώ, να ακουμπάει πάνω σε πιο αγνούς μουσικούς που δεν τους έχει κουράσει η δουλειά. Αυτό ακριβώς, το καλύτερό του ζουμί θέλω να πάρω.

Θ.Ν.: Αυτό που λέει η κυρία Αλεξίου ως «το καλύτερο ζουμί», πώς το εννοείτε εσείς, κύριε Κωνσταντίνου, σε σχέση με έναν ώριμο καλλιτέχνη;

Χ.Α.: Η παλιά η κότα, δηλαδή, που λέει ο λαός.

ΘΩΜΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Εμάς, και όταν λέω εμάς εννοώ τη γενιά μου κι εμένα, η Αλεξίου μας ιντριγκάριζε πάντα ως μουσικούς. Σαφέστατα σε διδάσκει η εμπειρία της, αλλά κυρίως σε διδάσκει ο τρόπος που προσεγγίζει τη μουσική, κάτι πραγματικά πρωτόγνωρο. Παρά την πολύχρονη παρουσία της σε αυτόν τον χώρο, έχει καταφέρει κι έχει διατηρήσει μια πρωτογένεια στη σχέση της με τη μουσική. Πρόκειται για μια τραγουδίστρια που δεν «μασάει» ούτε με τις γαλιφιές ούτε με τα ωραία λόγια. Για μένα το μεγαλύτερο μάθημα είναι ότι για να την προσεγγίσεις χρειάζεται να είσαι αληθινός. Βέβαια για να συμβεί αυτό πρέπει συχνά να ξεχνάς ποιος είναι ο άλλος και να του συμπεριφέρεσαι σαν να είναι ένας οποιοσδήποτε μουσικός. Τότε έχεις πολλά πράγματα να μάθεις.

Χ.Α.: Εχει πολύ δίκιο σε αυτό που λέει ο Θωμάς, γιατί η αναγνώριση και η επιτυχία χτίζουν πολλές φορές τείχη γύρω από έναν καλλιτέχνη και του στερούν αισθήσεις που είναι πάρα πολύ χρήσιμες για να συνεχίσει να τραγουδάει και να έχει άμεση επαφή με αυτό που κάνει. Στη μουσική, όση εμπειρία και αν έχεις αποκτήσει, σε οδηγεί το συναίσθημα. Αυτό δεν θέλεις να σου το κουρέψει τίποτα και κανείς. Δεν με ενδιαφέρει λοιπόν παρά μόνον όποιος μπορεί και το κινητοποιεί και με κάνει να μη σκέφτομαι πόσο καλή ή πόσο σωστή είμαι την ώρα που τραγουδάω ή ότι είμαι εγώ που οδηγώ το δρώμενο. Χρειάζομαι όποιον με κάνει να ξεχνάω εκείνη την ώρα το όνομά μου και με κάνει να λειτουργώ μόνο με τη χαρά. Συμβαίνει κάτι πολύ βαθύ την ώρα που τραγουδάς, υπάρχει ταυτόχρονα αισθησιασμός και αρμονία. Ο αισθησιασμός καταργεί συχνά την αρμονία και η αρμονία κατακτάται πολύ δύσκολα την ώρα που τραγουδάς.

Θ.Κ.: Αυτό το πείσμα, αυτή η μανία, αυτή η άσβεστη φλόγα είναι χαρακτηριστικά τόσο της Αλεξίου όσο και της γενιάς της. Χαρακτηριστικό, αντίθετα, της δικής μου γενιάς είναι η νωθρότητα. Τα παρατάμε εύκολα, έχουμε μάθει ό,τι χαλάει να το πετάμε. Η Αλεξίου, αντίθετα, με τόσα χρόνια στη δουλειά, σου δίνει την εντύπωση ενός μικρού παιδιού. Από την ώρα που ξυπνάει ώς την ώρα που κοιμάται ασχολείται μόνο με αυτό που κάνει. Σκύβει τόσο πολύ πάνω στη μουσική που θα έλεγες ότι της τρώει την ψυχή. Θα ήμασταν πολύ χαζοί να μη μας μάθει κάτι αυτό. Τη στιγμή δηλαδή που νιώθεις κουρασμένος ή είσαι έτοιμος να τα παρατήσεις, να πουσάρεις ακόμη περισσότερο τον εαυτό σου. Αυτό ακριβώς είναι που σε κάνει επαγγελματία. Επαγγελματίας δεν είναι το ποιος είσαι ή το πόσο πληρώνεσαι, είναι να πετυχαίνεις το καλύτερο αποτέλεσμα ακριβώς όταν νιώθεις να χάνεις αυτό που ήθελες να κάνεις.

Θ.Ν.: Η σχέση σας με την παράδοση για την οποία ήδη έγινε ένας υπαινιγμός;

Χ.Α.: Τι σημαίνει παράδοση; Αυτό που παραδίδει ο ένας στον άλλον. Να παίρνεις δηλαδή το παλιό και να το συνεχίζεις. Πράγμα που σημαίνει πως ό,τι γίνεται κλασικό δεν είναι μουσείο, δεν είναι νεκρό. Αντίθετα, συνεχίζεις να το καλλιεργείς με το να του προσθέτεις τα καινούργια πράγματα που αναπόφευκτα δημιουργούνται, καθώς η ζωή δεν σταματάει ποτέ. Διαφορετικά πεθαίνουν όλα.

Θ.Κ.: Υπάρχουν καλλιτέχνες που όταν γυρίζουν πίσω τους δεν βλέπουν τίποτα. Ο καλλιτέχνης όμως που θέλει να προχωρήσει, όταν γυρίζει πίσω του συνήθως κάτι βλέπει. Εναν πατέρα, μια μάνα, έναν θείο, όλους αυτούς που έχουν φύγει, είτε υπήρξανε συγγενείς του είτε παλαιότεροι μουσικοί. Δεν μπορείς να πας μπροστά αν δεν κοιτάζεις πίσω. Δεν μένεις βέβαια πίσω, γιατί χρειάζεται αυτό ακριβώς που είναι πίσω σου να μπορείς να το κάνεις λειτουργικό στο σήμερα. Πράγμα που χρειάζεται και λίγο γούστο.

Θ.Ν.: Κυρία Αλεξίου, όταν ξεκινούσατε, πέραν της αγάπης σας για τη μουσική είχατε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σας για το τι θα κάνετε;

Χ.Α.: Ηξερα από πολύ μικρή ότι αυτό που θα κάνω στη ζωή μου, ακόμη κι αν γινόμουν μια νοικοκυρά, δεν θα ήταν το ίδιο με αυτό που κάνουν οι άλλοι. Είχα αρχίσει να παρατηρώ τα πάντα και ένιωθα το βλέμμα μου να σταματάει εκεί όπου γινόταν κάτι παραπάνω. Οι συνθήκες της ζωής με έκαναν να μεγαλώσω λίγο μόνη μου. Η μητέρα μου δεν μπορούσε να με βοηθήσει, ο πατέρας μου είχε πεθάνει πολύ νέος. Δεν είχα σκεφτεί ότι θα ασχοληθώ με τη μουσική. Ετυχε και με πήρε η μουσική από το χέρι. Βέβαια το πρώτο μου σχολείο υπήρξαν οι έλληνες συνθέτες. Εχω ακόμη τα τετράδια όπου έγραφα τους στίχους και τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι. Σάμπως και θα έρχονταν κάποια μέρα και θα μου λέγανε «έλα, παιδί μου, να τα τραγουδήσεις», και έπρεπε να τα ξέρω όλα. Μετά ανακάλυψα τους λαϊκούς μας, τον Τσιτσάνη, τον Βαμβακάρη. Αργότερα τα ξένα τραγούδια. Το ίδιο λυγμό που μου έφερνε ένα δημοτικό τραγούδι, τον ένιωθα ακούγοντας την μπλουζ μουσική. Οι μπαλάντες, η κάντρι μουσική, το νέο κύμα, όλα αυτά δένανε το ένα με το άλλο και φτιαχνόταν ένα απίστευτο χαλί. Τα πολλά υφάδια μού φτιάξαν έναν κόσμο που δεν τον είχα υπολογίσει. Το μόνο που ήξερα είναι ότι έχω να κάνω μεγάλα ταξίδια στη ζωή μου. Θα τα έφτιαχνα με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο. Και ήρθε το ταξίδι μέσα από τη μουσική.

Θ.Ν.: Οσον αφορά τους συνομηλίκους σας, αυτή η πρόθεση συνεργασίας με τους παλαιότερους, που διακρίνει εσάς, υπάρχει και στους άλλους;

Θ.Κ.: Υπάρχει όταν τους το επιτρέπουν οι παλαιότεροι. Ξεκάθαρα πράγματα, είναι όπως ακριβώς η σχέση ενός γονιού με το παιδί του. Με τα προβλήματά της, με τα χάσματά της, αλλά στο τέλος όλα γίνονται μια χαρά. Βέβαια, όσοι κάνουμε αυτή τη δουλειά είμαστε λίγο μπερδεμένοι. Από τη μια νομίζουμε ότι είμαστε ανοιχτόμυαλοι επειδή ακούμε πολλά είδη μουσικής και από την άλλη ότι μπορούμε να υπάρξουμε έστω κι αν έχουμε ξεφυτρώσει από το πουθενά. Επειδή ζούμε το σήμερα, νομίζουμε ότι το παρόν θα είναι πάντα παρόν και δεν σκεφτόμαστε ότι σε είκοσι χρόνια θα είμαστε εμείς οι παλιοί. Πολλές φορές, βέβαια, η αυθάδεια, ιδιαίτερα όταν έχουμε να κάνουμε με νέους μουσικούς, βοηθάει να δημιουργούνται καινούργια πράγματα. Οσο μάλιστα κι αν φαίνεται απίστευτο, το να έρχεται κανείς σε ρήξη με το παρελθόν γοητεύει συχνά πολύ τους παλαιότερους. Χρειάζεται όμως κάπου να καταλήγεις κι είναι προτιμότερο να τα βρίσκεις με έναν ώριμο καλλιτέχνη παρά να κλιμακώνεις την ένταση μαζί του. Βέβαια και η ένταση είναι ωραίο πράγμα, ερωτικό, αλλά χρειάζεται να εκτονώνεται. Ουσιαστικά πάντως, πρόβλημα επικοινωνίας με τους παλαιότερους καλλιτέχνες δεν υπάρχει. Ισως οι τελευταίοι να εγκλωβίστηκαν κάποια στιγμή στην εικόνα τους, κι εκεί είναι που η νέα ματιά βοηθάει να σπάνε τα στερεότυπα και να συναντιόμαστε όλοι στο σημείο ακριβώς που χρειάζεται να συνυπάρχουμε, στην αλήθεια. Εχουμε ανάγκη να αγγίξουμε ο ένας τον άλλον και όχι να λατρεύουμε απλά ένα απόμακρο είδωλο.

Χ.Α.: Αυτό που φοβάται ένας νέος καλλιτέχνης όταν συνεργάζεται με έναν παλαιότερο είναι το γερασμένο μυαλό. Δεν φοβάται την ηλικία του, αν ο παλαιότερος είναι ακόμη δημιουργικός και έχει έμπνευση. Μικροί ή μεγάλοι σε ηλικία, φοβόμαστε τα γερασμένα μυαλά γιατί δεν μπορούν να μας μάθουν κάτι, έχουν αποκοπεί από την πηγή. Ρωτήσατε κάποια στιγμή αν μπορεί κάποιος παλαιότερος να μεταλαμπαδεύσει κάτι από τα μυστικά της τέχνης του σε έναν νεότερο ομότεχνό του. Νιώθει όμως ποτέ τόσο ασφαλής ή τόσο γνώστης της τέχνης του ένας παλαιότερος ώστε να πει σε έναν νεότερο: «Ελα, παιδί μου, να σου δείξω»; Προσωπικά όταν ακούω τη Μαρία Κάλλας (το αναφέρω ως παράδειγμα), νιώθω κάτι που δεν το ένιωθα από πάντα. Επειτα από τα πενήντα μου άρχισα να την ακούω τόσο πολύ και να ανατριχιάζω. Παλαιότερα δεν μπορούσα να καταλάβω αυτό που συνέβαινε μαζί της. Αν λοιπόν έχει να μου δώσει ένα μάθημα η Κάλλας, ο μόνος τρόπος είναι να την παρακολουθώ την ώρα που τραγουδάει. Να βλέπω τι ακριβώς κάνει. Δεν θα τραγουδήσω ποτέ σαν την Κάλλας, ούτε κανείς θα τραγουδήσει ποτέ όπως ένας άλλος. Αλλά ο καλλιτέχνης είναι σαν ένα ανοιχτό βιβλίο που το διαβάζεις απλά και μόνο όταν τον παρακολουθείς. Δεν χρειάζεται να σου πει τίποτα ο ίδιος. Το μόνο μυστικό που θα μπορούσα να αποκαλύψω σε έναν νεότερο είναι να του πω απλά να παρατηρεί. Κι επιπλέον να μη φτιάχνει έναν μικρόκοσμο και να χώνεται μέσα του.

Θ.Κ.: Το μυστικό ενός καλλιτέχνη είναι η ίδια του η δουλειά. Ο νέος το μόνο που πρέπει να κάνει είναι να έχει τα αυτιά του και τα μάτια του ανοιχτά. Κανείς δεν μπορεί να σου δώσει μασημένη την τροφή και να σου πει πώς θα αισθανθείς και πώς θα ζήσεις. Ολα αυτά που φτιάχνουν έναν καλλιτέχνη είναι οι εμπειρίες του. Οταν ένας καλλιτέχνης τραγουδάει ή παίζει, την ίδια εκείνη στιγμή σου αποκαλύπτει όλα του τα μυστικά. Και το κυριότερο που σου λέει είναι να είσαι ο εαυτός σου. Οποιος θέλει να μάθει, μαθαίνει. Δεν χρειάζεται να έρθει κάποιος και να του πει: «Ελα να γίνεις Αλεξίου ή να γίνεις Γαλάνη».

Χ.Α.: Δεν σημαίνει ότι αυτά που λέμε εμείς είναι τα σωστά. Υπάρχουν όμως βοηθήματα. Γι’ αυτό σπουδάζει κανείς, είτε για να γίνει ηθοποιός είτε για να τραγουδήσει. Αλλά ουσιαστικά ξεκινάμε χωρίς να ξέρουμε προς τα πού θα πάμε. Ακόμη και σε ένα ταξίδι, παίρνεις το τρένο, φτάνεις σε ένα μέρος που το βλέπεις για πρώτη φορά και θέλεις να μείνεις εκεί. Και μετά θέλεις να γνωρίσεις κάτι άλλο. Μας επιλέγουν τα πράγματα, δεν τα επιλέγουμε εμείς. Δεν μπορείς να πεις ήθελα να γίνω τραγουδίστρια, και έγινα, και έφτασα, και πέτυχα, και τα σχετικά. Δεν είναι αυτό το θέμα.