Σε ένα κάστρο χτισμένο στην άκρη του χωριού Γιάρβις στις ακτές της Νορβηγίας ζούσε η Σεραφίτα, ένα μοναχικό πλάσμα, μελαγχολικό και παράξενο με ουράνια ομορφιά που μοιάζει να κρύβει κάποιο τρομερό μυστικό. Εντελώς διαφορετικό από τους κοινούς θνητούς, το πλάσμα αυτό αγαπιέται από τη Μίνα, κόρη του πάστορα του χωριού κυρίου Μπέκερ, η οποία νομίζει ότι είναι άνδρας, ο Σεραφίτους. Ταυτόχρονα αγαπιέται και από τον Βίλφριντ έναν ωραίο κοσμογυρισμένο ξένο που αποκλείστηκε από τον χιονιά στο Γιάρβις, ενώ λατρεύεται επίσης από τον γέρο υπηρέτη της. Ο Σεραφίτους – Σεραφίτα, που στα μάτια των ανδρών είναι μια νεαρή εύθραυστη γυναίκα, δεν έχει φύγει ποτέ από το φιορδ στο οποίο μεγάλωσε, παρ’ όλα αυτά διαθέτει εκπληκτική παιδεία και πνευματικές ικανότητες πέρα από αυτές των κοινών θνητών.

Σύμφωνα με τον Μιρσέα Ελιάντ, τον μεγαλύτερο θρησκειολόγο του 20ού αιώνα, η «Σεραφίτα» είναι «το πιο μαγευτικό από τα φανταστικά μυθιστορήματα» του Ονορέ ντε Μπαλζάκ και ταυτόχρονα «το τελευταίο μεγάλο δημιούργημα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας που έχει ως κεντρικό θέμα τον μύθο του ανδρόγυνου».

Η Σεραφίτα είναι ένα μυστηριώδες πλάσμα με οριακές ιδιότητες, όμως εξίσου οριακό είναι και το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο την τοποθετεί ο συγγραφέας. Στην εισαγωγή του βιβλίου μάλιστα περιλαμβάνονται μερικές από τις συγκλονιστικότερες περιγραφές της φύσης που έχουμε συναντήσει στον κόσμο της λογοτεχνίας. Ο Μπαλζάκ περιπλανιέται εκστατικός στο ψυχρό φως του στατικού, εξαϋλωμένου, μυθικού νορβηγικού τοπίου των φιορδ και το αποδίδει χωρίς να χρησιμοποιεί άλλα χρώματα πέρα από το καθαρό μπλε του ουρανού, το παγερό λευκό του χιονιού και μερικές περλέ αποχρώσεις για τις σκιάσεις.

Ενα από τα τρία μυθιστορήματα του «Μυστικιστικού Βιβλίου» –τα άλλα δύο είναι οι «Εξόριστοι» και ο «Λουί Λαμπέρ» –η «Σεραφίτα» εντάσσεται στις Φιλοσοφικές Μελέτες του πολυγραφότατου γάλλου συγγραφέα. Οπως μάλιστα επισημαίνει η Μαρία Σπυριδοπούλου, η οποία υπογράφει την καλή μετάφραση και το εκτενές επίμετρο του βιβλίου, η «Σεραφίτα» «κατέχει σημαίνουσα θέση στο συνολικό αρχιτεκτονικό οικοδόμημα» της Ανθρώπινης Κωμωδίας του. Είναι η κορύφωση και κατακλείδα της δεδομένου ότι οι Αναλυτικές Μελέτες που ακολουθούν τις Φιλοσοφικές Μελέτες και τις Μελέτες των Ηθών του Μπαλζάκ δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.

Ο ίδιος, εξάλλου, φαίνεται ότι το θεωρούσε ως το πιο σημαντικό έργο του στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα κείμενο –ομολογία πίστης στην αιώνια αγάπη. Οταν το ολοκλήρωσε (τον Μάρτιο του 1836), αφιέρωσε το χειρόγραφο στην αγαπημένη του κόμισσα Εβελίνα Χάνσκα. Το έντυσε μάλιστα μ’ ένα γκρι μάλλινο ύφασμα το οποίο ανήκε σε ένα φόρεμά της. Για την ιστορία, η πολωνή κόμισσα έγραψε στον Μπαλζάκ για πρώτη φορά το 1833 και σύντομα αναπτύχθηκε μεταξύ τους μια θερμή αλληλογραφία. Συναντήθηκαν μετά τον θάνατο του συζύγου της, ο οποίος ήταν κατά είκοσι χρόνια μεγαλύτερός της, και παντρεύτηκαν τον Μάρτιο του 1850, όμως η υγεία του γάλλου μυθιστοριογράφου ήταν ήδη βεβαρημένη. Πέντε μήνες μετά τον γάμο τους ο Μπαλζάκ θα πεθάνει αιφνίδια στο Παρίσι σε ηλικία 51 ετών, ενώ η κόμισσα Χάνσκα θα ζήσει ακόμη 32 χρόνια.

Τέλειο ανδρόγυνο, ένα πλάσμα χωρίς σεξουαλικότητα και χωρίς φύλο που συνενώνει τη φύση του αρσενικού και του θηλυκού, η Σεραφίτα είναι ένα σώμα που στη συνέχεια γίνεται πνεύμα. Προτού εγκαταλείψει τα εγκόσμια και αναληφθεί στα ουράνια, εξηγεί στον Βίλφριντ και τη Μίνα ότι στο πρόσωπό της αγάπησαν την αγάπη που τους ένωνε μαζί της: «Πιστέψτε με, σας αγαπώ πολύ, και εσάς και τη Μίνα! Αλλά σας βλέπω σαν ένα πλάσμα. Ετσι ενωμένοι, είστε για μένα ένας αδελφός, ή αν θέλετε μια αδελφή. […] υποσχεθείτε μου ότι θα είστε μαζί, οι ουρανοί σάς έπλασαν τον έναν για τον άλλο». Οχι τυχαία εξάλλου το μυθιστόρημα είναι μια επαναλαμβανόμενη πράξη αποχωρισμού: ο πάναγνος άγγελος είναι ένα πλάσμα εκτοπισμένο στον κόσμο, το οποίο σιγά σιγά απομακρύνεται από τη γήινη δυστυχία και τα εγκόσμια μέχρι να αναληφθεί στους ουρανούς.