Υστερα από τρία χρόνια λιτότητας και πρωτοφανούς ύφεσης στη χώρα μας όλοι εξακολουθούμε να πληρώνουμε πιο ακριβά από τους Γερμανούς και άλλους Ευρωπαίους όχι μόνο το πετρέλαιο θέρμανσης και τη βενζίνη, αλλά και το γάλα, το ψωμί, τις οδοντόκρεμες και τα απορρυπαντικά. Ακόμη και αν αγοράζουμε την ίδια μάρκα, στην ίδια συσκευασία.

Τι συμβαίνει λοιπόν;

Οπως δείχνουν όλες οι μελέτες, οι τιμές, οι οποίες εκτοξεύθηκαν στα ύψη στη χώρα μας με την είσοδο του ευρώ, όχι μόνο δεν κάμφθηκαν από αυτό το νέο πείραμα της εσωτερικής υποτίμησης, αλλά εξακολουθούν να ανεβαίνουν παρά την αισθητή μείωση του κόστους παραγωγής (κυρίως λόγω της μεγάλης μείωσης των μισθών) και παρά τη μείωση της κατανάλωσης.

Δηλαδή κινούνται αντίθετα προς τους νόμους της αγοράς.

Αυτό βλέπουν σήμερα η τρόικα και το οικονομικό επιτελείο, οπότε τη θέση της συγκρατημένης αισιοδοξίας που υπήρχε για την αντιμετώπιση της κρίσης διαδέχθηκε ο έντονος προβληματισμός καθώς όλοι γνωρίζουν ότι τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και το τρίτο μέσα σε τρία χρόνια Μνημόνιο θα οδηγηθούν σε πλήρη αποτυχία, αν δεν καμφθούν οι λιανικές τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών που παρότι εφέτος δεν επιβαρύνθηκαν με φόρους εξακολουθούν να ανεβαίνουν.

Για του λόγου το αληθές, ενώ οι μισθοί έχουν υποχωρήσει σε ποσοστό μεγαλύτερο από 20%, τα ενοίκια έχουν καμφθεί ακόμη περισσότερο, ο πληθωρισμός ανέβηκε τον Αύγουστο και υπάρχουν ενδείξεις ότι ανέβηκε και τον Σεπτέμβριο. Τον Αύγουστο αυξήθηκε κατά 1,7% καθώς υπήρξε πληθώρα ανατιμήσεων σε βασικά είδη διατροφής, αγαθά και υπηρεσίες, που συνθέτουν το καλάθι της νοικοκυράς.

Ισως έφθασε η ώρα να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα για να πέσουν οι τιμές, προτού μειωθούν και άλλο οι μισθοί.