Για πρώτη φορά μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το «Ο Αγών μου» επιστρέφει στα γερμανικά βιβλιοπωλεία. Την πρωτοβουλία της επανέκδοσής του αναλαμβάνει το κρατίδιο της Βαυαρίας, γνωρίζοντας πως – έστω και από περιέργεια για το απαγορευμένο – υπάρχει ο κίνδυνος να γίνει μπεστ σέλερ. Δεν έχει όμως άλλη επιλογή: το μανιφέστο του μίσους είναι ούτως ή άλλως διαθέσιμο στο Ιντερνετ και από το 2015 η Βαυαρία δεν θα έχει πλέον τα αποκλειστικά δικαιώματά του. Σε μια προσπάθεια λοιπόν να εμποδίσουν ακροδεξιούς και νεοναζί να το εκμεταλλευτούν για πολιτικούς λόγους, οι βαυαροί αξιωματούχοι προτίμησαν να το απομυθοποιήσουν ρίχνοντας στην αγορά μια νέα, σχολιασμένη από ιστορικούς, έκδοση. Θα υπάρξει μάλιστα και μια έκδοση που θα απευθύνεται ειδικά στα παιδιά.

ΔΩΡΟ… ΓΑΜΟΥ. Το χειρότερο βιβλίο για κάποιους, το πιο κακογραμμένο, παράλογο, ακόμη και βαρετό για άλλους, γράφτηκε από τον Αδόλφο Χίτλερ κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, την περίοδο 1923-1924. Με την πρόφαση της αυτοβιογραφίας, ο κατοπινός δικτάτορας της ναζιστικής Γερμανίας βρήκε την ευκαιρία να παρουσιάσει τον ιδεολογικό παραλογισμό του: την πίστη του στην «αγνή αρία φυλή» και το μίσος του για τους Εβραίους και τους κομμουνιστές. Από το 1925 έως τον θάνατό του, το 1945, εκδόθηκαν περίπου 10 εκατ. αντίτυπα. Και έως το 1936 κάθε νεόνυμφο ζευγάρι στη Γερμανία λάμβανε ως γαμήλιο δώρο από το ναζιστικό κράτος ένα αντίτυπο.

Το βιβλίο «Ο Αγών μου» δεν υπήρξε ποτέ απαγορευμένο στη Γερμανία. Από το 1945 όμως δεν επανεκδόθηκε ποτέ από τις βαυαρικές Αρχές. Πρόσφατα, το Δικαστήριο του Μονάχου απαγόρευσε μάλιστα σε έναν βρετανικό εκδοτικό οίκο να κυκλοφορήσει δική του σχολιασμένη έκδοση στα γερμανικά, με το σκεπτικό πως κάτι τέτοιο θα παραβίαζε τον βαυαρικό νόμο. Η απόφαση να διατεθούν 500.000 ευρώ για την επανέκδοση του βιβλίου ελήφθη ύστερα από συζητήσεις με εβραϊκές οργανώσεις και επιζήσαντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης. «Οταν το διαβάσουν φυσιολογικοί άνθρωποι, θα καταλάβουν ότι αυτό δεν ήταν παιχνίδι, ότι ο Χίτλερ ήθελε πραγματικά να πείσει τους ανθρώπους να πολεμήσουν, να καταστρέψουν και να σκοτώσουν», λέει ο Ραφαέλ Σέλιγκμαν, διευθυντής της εφημερίδας «Εβραϊκή Φωνή από τη Γερμανία». Κατά την άποψή του, οι φόβοι ότι η επανέκδοση του μανιφέστου θα λειτουργήσει υπέρ των νεοναζί είναι αβάσιμοι. «Δεν νομίζω πως γίνεται κανείς Ναζί διαβάζοντας αυτό το βιβλίο», τόνισε. «Αν θέλει κανείς οπωσδήποτε να το αποκτήσει, μπορεί να το βρει στο Ιντερνετ ή σε βιβλιοπωλεία με μεταχειρισμένα βιβλία. Δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί μια κατάσταση όπου μόνο οι Γερμανοί δεν μπορούν να το διαβάσουν στη γλώσσα τους».

Ο Καρλ Φρέλερ, διευθυντής ενός βαυαρικού ιδρύματος που διαχειρίζεται τα μνημεία στα πρώην ναζιστικά στρατόπεδα Νταχάου και Φλόσενμπουργκ, είπε στο «Ντερ Σπίγκελ» ότι το κρατίδιο θα συνεννοηθεί με εκδοτικούς οίκους και βιβλιοπωλεία για το πρόγραμμα αυτό. «Στηριζόμαστε στην καλή τους θέληση για να διαθέτουν μόνο την καινούργια έκδοση του Mein Kampf».

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ. Το βιβλίο αυτό, επισημαίνει ο Μπεν Μακιντάιρ στους «Τάιμς», πρέπει να διαβάζεται ως ιστορικό κειμήλιο, ως προειδοποίηση και ως παράδειγμα κακής γραφής προς αποφυγή: «Οι νεαροί Γερμανοί που το διαβάζουν σήμερα δεν θα μολυνθούν από τις ιδέες του, αντίθετα θα εντυπωσιαστούν από το γεγονός ότι οι παππούδες τους μπορεί κάποτε να αφομοίωσαν αυτή την προπαγάνδα».