Τουλάχιστον τρεις αθλούμενοι κάτω των 30 ετών πεθαίνουν κάθε μήνα στην Αττική από καρδιολογικό νόσημα από το οποίο δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν, σύμφωνα με έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι ειδικοί επισημαίνουν την αναγκαιότητα για προληπτικό καρδιολογικό έλεγχο σε όλους όσοι προπονούνται και ξεκαθαρίζουν πως «επειδή κάποιος ασκείται, δεν σημαίνει πως έχει και γερή καρδιά».

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης που έκανε το Ειδικό Κέντρο Καρδιάς Αθλητών και Νέων της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών από το 1999 μέχρι και το 2006, κάθε μήνα χάνουν τη ζωή τους στην Αττική από παθολογικά αίτια τέσσερεις άνθρωποι κάτω των 30 ετών. «Οι τρεις από αυτούς είναι αθλούμενοι. Μάλιστα έχει βρεθεί ότι κύρια αιτία είναι τα κληρονομικά νοσήματα της καρδιάς», λέει στα «ΝΕΑ» ο επιστημονικός υπεύθυνος του τμήματος καρδιολόγος Αρης Αναστασάκης.

Τα κληρονομικά νοσήματα που πλήττουν ανθρώπους κάτω των 35 ετών διαφέρουν αρκετά από τα κλασικά «ηλικιακά» καρδιολογικά νοσήματα που εμφανίζονται μετά την ηλικία των 35 ετών. Είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνα, καθώς χωρίς συμπτώματα οδηγούν στον θάνατο. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που ονομάζεται «αιφνίδιος καρδιακός θάνατος». Οι ειδικοί αναφέρουν πως τρεις στους τέσσερις θα μπορούσαν να είχαν σωθεί εάν είχαν προβεί στον απαραίτητο ιατρικό έλεγχο που ζητούν οι σύλλογοι, ακόμη και τα γυμναστήρια της γειτονιάς.

«Οι εξετάσεις είναι απλές και ανώδυνες. Ο γιατρός θα πάρει ιστορικό από τον ασκούμενο, θα τον εξετάσει και θα του κάνει ένα καρδιογράφημα. Εάν αυτά είναι φυσιολογικά, το άτομο μπορεί να αθλείται. Διαφορετικά θα πρέπει να γίνει περαιτέρω έλεγχος με υπέρηχο, ακόμη και μαγνητική τομογραφία, εάν κριθεί απαραίτητο», εξηγεί ο Γιάννης Λεκάκης, καθηγητής Καρδιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του Ωνασείου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου.

Οπως εξηγούν όλοι οι ειδικοί, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να γνωρίζει κάποιος και να λαμβάνει σοβαρά υπόψη του το οικογενειακό ιστορικό. Εντούτοις, πάντα μπορεί να διαφύγει κάτι, καθώς τα «μικροσκόπια» της επιστημονικής γνώσης δεν δείχνουν τα πάντα. Η γνώση της μοριακής βιολογίας και η ανάλυση για ανάγνωση του γενετικού υλικού (DNA) έχουν βοηθήσει να γίνουν άλματα σε σχέση με τις διαγνώσεις που γίνονταν το 1985. Οπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Αθλητιατρικής Εταιρείας και αναπληρωτής καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Κωνσταντίνος Νάτσης, είναι σπάνιο, αλλά ακόμη και όλες τις εξετάσεις να έχει κάνει ένας αθλητής και να είναι υγιής, υφίσταται ένα μικρό ποσοστό που μπορεί να υποστεί αιφνίδιο θάνατο. «Κάποιες μυοκαρδιοπάθειες είναι πολύ δύσκολο να διαγνωστούν. Επιπλέον, ειδικά σε όσους ακολουθούν πρωταθλητισμό, δεν είναι αρκετό να υποβάλλονται μία φορά σε εξετάσεις. Θα πρέπει σε αυτούς τους αθλητές να γίνεται τουλάχιστον ετήσιος περιοδικός έλεγχος».

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του 23χρονου ποδοσφαιριστή της Μπόλτον Φαμπρίς Μουάμπα, ο οποίος νοσηλεύεται σε μονάδα εντατικής θεραπείας αφότου υπέστη ανακοπή κατά τη διάρκεια αγώνα. Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως εάν δεν υπήρχε απινιδωτής στο γήπεδο, ο αθλητής θα είχε χάσει τη ζωή του.

«Θα πρέπει να αναπτυχθεί δίκτυο “φιλικών” απινιδωτών σε χώρους άσκησης. Αν δράσει κάποιος σε τρία με πέντε λεπτά θα έχει σωθεί η ζωή του», εξηγεί ο κ. Αναστασάκης. Μάλιστα, την απινίδωση μπορεί να κάνει και κάποιος που δεν είναι γιατρός. «Στην Ευρώπη είναι προσωπικό του γηπέδου, είτε διοικητικοί, είτε προπονητές κ.λπ. που μπορούν να δώσουν τις πρώτες βοήθειες», εξηγεί ο ίδιος.