«Ο,τι πιο πολύ ποθείς» ή η κατά Δημήτρη Δημητριάδη «Φιλοσοφία στο Μπουντουάρ», που δεν διαδραματίζεται σ’ έναν πύργο της Γαλλίας της μετα-αναγεννησιακής εποχής αλλά σ’ ένα υπόγειο της σημερινής Θεσσαλονίκης, είναι ο τίτλος του «ακατάλληλου για ανήλικους θεατές» θεατρικού έργου που παρουσιάζεται στο θέατρο Ακτίς Αελίου της πόλης.

«Μάλλον είναι ακατάλληλο για ενηλίκους και απολύτως κατάλληλο για ανηλίκους», αυτοϋπονομεύεται ο Δημήτρης Δημητριάδης, ο οποίος επανέρχεται δριμύτερος στα θεατρικά πράγματα της πόλης με ένα απολύτως «τοπικό», «πολιτικό», «ερωτικό», «ανθρώπινο» και «φιλοσοφικό» έργο, το οποίο έγραψε έπειτα από παραγγελία του σκηνοθέτη και ιδρυτή του θιάσου Ακτίς Αελίου Νίκου Σακαλίδη.

Το έργο βασίζεται στο εμβληματικό έργο του Μαρκήσιου ντε Σαντ «Η φιλοσοφία στο μπουντουάρ» (1795), στο οποίο παρουσιάζεται η μύηση μιας νέας γυναίκας στη φιλοσοφία και στην πρακτική της ακολασίας. Είναι εξάλλου ο ίδιος ο γάλλος συγγραφέας που «δάνεισε» με το έργο του το όνομά του στον ψυχοπαθολογικό όρο «σαδισμός».

Αν και στην παράσταση πρωταγωνιστούν οι ίδιοι οι του «Μπουντουάρ» ήρωες (η Μαντάμ ντε Σεν Ανζ, η νεαρή Ευγενία και η μητέρα της Μαντάμ ντε Μιστιβάλ, ο ομοφυλόφιλος κύριος Ντολμανσέ, ο Κόμης ντε Μιρβέλ), ο Δημήτρης Δημητριάδης μιλά για συγγραφική αντιστροφή του όρου με τον οποίο βιώνεται ο έρωτας σήμερα.

«Η ουσία του έρωτα είναι σήμερα το θεαθήναι και όχι το αγγίζεσθαι. Εκεί έχουν οδηγηθεί οι σχέσεις, η αντιπαράθεση μεταξύ των ανθρώπων είναι το πυρηνικό γεγονός του έργου, είναι η κοινωνική του φιλοσοφία, και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι φαινόμενο αμιγώς πολιτικό», δηλώνει.

«Αναρωτιέμαι αν η Θεσσαλονίκη θα γιορτάσει εφέτος την απελευθέρωσή της ή την αέναη προσπάθειά της να απελευθερωθεί από νοοτροπίες και συμβατικές κοινωνικές συμπεριφορές», σχολιάζει ο θεσσαλονικιός συγγραφέας.

Απευθύνεται σε ανήλικους ή ενήλικους θεατές η παράσταση; «Σε ενηλίκους κάθε ηλικίας. Φοβάμαι όμως ότι μέρος της νεολαίας αντιγράφει και διαιωνίζει στερεότυπα του παρελθόντος, επαναλαμβάνει τους γονείς της, καθώς δεν έχει καταφέρει να αποτινάξει τη νοοτροπία που της επέβαλε η μάστιγα της οικογένειας».