«Η ανάγκη για γέλιο υπήρχε πάντα. Σήμερα όμως ο κόσμος θέλει να ξεχαστεί κι επομένως ψάχνει πράγματα που τον κάνουν να γελά», λέει ο Γιώργος Χατζηπαύλου που ασχολείται με το stand up comedy από το 2001. Παρατηρεί μάλιστα πως το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα έχει γίνει πιο έντονη η ανάγκη για ψυχαγωγία και όχι για διασκέδαση και χαρακτηρίζει την πρώτη ως φάρμακο ενώ τη δεύτερη ως παυσίπονο. Η εξήγηση λοιπόν για την αυξημένη προσέλευση του κοινού σε χώρους που προσφέρουν γέλιο σε μια δύσκολη περίοδο, τον οδηγεί σε μια μαθηματική εξίσωση. «Το γέλιο είναι ένας τρόπος για να ξορκίσεις το κακό», λέει και κατατάσσει τον έλληνα θεατή στην κατηγορία του «χαβαλέ» που του αρέσει το πείραγμα και όχι ενός καταθλιπτικού τύπου. «Μέσα σε αυτή την κατάσταση παραμένουμε αισιόδοξοι, απλά διεκόπη για λίγο η ροή μας. Η κοινωνία δεν μελαγχολεί, ψάχνει να βρει νέους δρόμους για να προσαρμοστεί. Εκείνο που μας φοβίζει και μας τρομάζει, θέλουμε να το υποβαθμίσουμε», υποστηρίζει ο stand up comedian.

«Στην καλή κωμωδία το κοινό γελάει με τον εαυτό του», λέει επικαλούμενος μια φράση του Μαρκ Τουέιν κι εξηγεί ότι η κωμωδία είναι ένας τρόπος για να πει κάποιος ακόμα πιο σκληρά πράγματα. «Η κωμωδία δεν σκηνοθετείται, έχει το γέλιο ως αντανακλαστικό», λέει και συμπληρώνει πως το stand up comedy είναι ένα ιδιαίτερο είδος κωμωδίας που θεματολογικά δεν επικεντρώνεται στην πολιτική. «Είναι η κωμωδία της παρατήρησης και μερίδα του λέοντος είναι η καθημερινότητα».

Η ΕΜΠΝΕΥΣΗ. «Παγκοσμίως, ο κόσμος γελά περισσότερο με ό,τι έχει να κάνει με τις σχέσεις γιατί μας αφορούν και τις βιώνουμε όλοι», αναφέρει. Μάλιστα, καθώς σε μια παράσταση ο stand up comedian πρέπει να γράψει το κείμενο, να παίξει και να σκηνοθετήσει τον εαυτό του, ο Γιώργος Χατζηπαύλου παραδέχεται πως τον εμπνέουν τα πάντα. «Η καθημερινότητα, η ζωή, οι ανθρώπινες σχέσεις, ακόμα και η πολιτική – αν και επιλέγω λίγα κομμάτια. Αλλωστε εκτιμώ πως δεν είναι καιρός για κριτική αλλά για λύσεις», καταλήγει.

Αύξηση των Ελλήνων σε θέατρα ή σκηνές ώστε να ψυχαγωγηθούν διαπιστώνει και η διδάκτωρ Κοινωνιολογίας και ερευνήτρια στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) Λάουρα Μαράτου – Αλιμπράντη, αφού, όπως επισημαίνει, η κρίση δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα, τα οποία μπορούμε να ξεπεράσουμε μόνο με ευχάριστες στιγμές. «Πλέον, δεν επιλέγουν τόσο εξεζητημένους χώρους διασκέδασης – όπως στο παρελθόν – αλλά περιορίζονται στα θέατρα και τις φιλικές συναντήσεις προκειμένου να ξεφύγουν από καταθλιπτικές καταστάσεις. Αλλωστε τα αρνητικά μαντάτα που βομβαρδίζουν τους πολίτες διαρκώς δεν αφήνουν πολλά περιθώρια διαφυγής».

«Με λιγότερα χρήματα και ελάχιστες ανέσεις, ο μέσος Ελληνας προσπαθεί πλέον να ξεφύγει από την καθημερινότητα», λέει. Οπως υποστηρίζει η κ. Αλιμπράντη, η σάτιρα των πολιτικών προσώπων και στοιχείων της καθημερινότητας που ταλαιπωρούν τους πολίτες αποτελεί είτε τρόπο να εξουδετερώσουν ό,τι τους πονά είτε μέσο να αποποιηθούν τις ευθύνες τους. «Μερικές φορές γελάμε γιατί έχουμε την εντύπωση ότι φταίνε μόνο οι άλλοι. Ομως δεν μπορούμε να γυρίσουμε σελίδα, αν δεν δούμε και τα δικά μας λάθη», αναφέρει. Κατά την κ. Αλιμπράντη, το να γελάει κανείς με τα προβλήματά του, εκτός από εκτόνωση, συχνά εμπεριέχει και ένα είδος αυτοκριτικής. «Κατά κάποιον τρόπο, έτσι εμπεδώνουμε και τι ακριβώς συμβαίνει, δεδομένου ότι όλα άλλαξαν πολύ απότομα στην ελληνική κοινωνία, χωρίς να μας είχε προειδοποιήσει κανένας. Από το 2010 γνωρίζαμε ότι υπάρχουν προβλήματα αλλά δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα επηρέαζαν σε τέτοιο βαθμό την καθημερινότητά μας. Είναι το σύνδρομο του σοκ που θέλεις να συνειδητοποιήσεις τι βιώνεις μέχρι να αντιδράσεις. Δεν ξέρεις πώς να συμπεριφερθείς, επομένως είναι σημαντικό να υπάρξουν τέτοιου είδους εκτονώσεις σε περίοδο κρίσης», αναφέρει.