«Δεν πατάμε ανθρώπους, μίστερ!»

Ο παραπάνω τίτλος είναι το βασικό – δίσημο – μότο και η ουσία στην παράσταση της Ελένης Ράντου (φωτογραφία) με τον δίσημο επίσης τίτλο «Κατάδικός μου», που έγραψε – μαζί με τους Σάρα Γανωτή και Νίκο Σταυρακούδη, με εντυπωσιακά βαθιά γνώση του ανθρώπινου και του ελληνικού ειδικότερα ψυχισμού – και ερμηνεύει (σε μια μεγάλη της κατά την άποψη του γράφοντος στιγμή) στο θέατρο Διάνα, σκηνοθετημένη από τον νέο Γιώργο Παλούμπη. Εργο βαθύ δίχως να το ποιείται και να το φωνάζει, ευαίσθητο δίχως να το περηφανεύεται και να το υπερβάλλει, δυνατό δίχως να το τραβάει από τα μαλλιά. Με ισορροπίες. Και, επιτέλους, αληθινά θεατρικό. Με ανάλυση χαρακτήρων πίσω από τις γραμμές. Με βάθος. Με μέτρο. (Και το «Κόκκινο» του Σταμάτη Φασουλή, τελευταία, ήταν πραγματικά σύγχρονο, πραγματικά βαθύ και πραγματικά θεατρικό έργο). Πέρα από τα μεταποιημένα μυθιστορήματα, πεζογραφήματα, σενάρια και άλλα που εφευρίσκουν τελευταία όλο και πιο πολύ οι έλληνες θεατράνθρωποι, εγκαταλείποντας το αυθεντικό, «κανονικό» θέατρο, για χάρη του πρώτου τυχόντος… εντυπωσιασμού. Θέμα και άξονας; Ο φόβος. Που μας εμποδίζει ακόμη και να χαρούμε αυτό που έχουμε. Ακόμη και να λειτουργήσουμε λογικά και συνετά. Και η αγάπη. Στον αντίποδα. Που μπορεί να νικάει πολλά, αλλά στην πραγματική ζωή δεν νικάει τα πάντα. Βέβαια, στο καλό θέατρο νικούν και οι μεγάλες ερμηνείες. Οπως εδώ του Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, επίσης σε μεγάλη στιγμή. Ή του Ορφέα Αυγουστίδη, εντυπωσιακού σε ρόλο Ιρανού. Ακόμη κι ο Μιχάλης Ιατρόπουλος εδώ «λέει». Και ο Μπάμπης Γιωτόπουλος. Δεν είναι τυχαίο ότι το θέατρο της Ράντου είναι κάθε μέρα γεμάτο (διώχνουν κόσμο). Ούτε ότι είναι γεμάτο με πολύ νέο, μα πολύ νέο κόσμο, ψαγμένο – προνόμιο που άλλες σκηνές δεν χαίρονται. Ατού που φτιάχτηκε από στόμα σε στόμα. Ισως γιατί περισσότερο και από τα υποτιθέμενα «επίκαιρα» έργα, ο «Κατάδικός μου» μιλάει για το σήμερα. Βάζοντας το δάχτυλο στην πληγή (μας). Και κραυγάζοντας: Δεν πατάμε ανθρώπους, μίστερ. Τους συμπονάμε. Τους αγαπάμε. Οπως η Ελένη Ράντου.

Π.Α.

Στα βήματα του Βαρβάκη

Ψαρά, Κωνσταντινούπολη, Οδησσός, Αγία Πετρούπολη, Κερτς, Αστραχάν, Ταγκαναρόκ, Γενεύη, Βιέννη, Τεργέστη. Στα βήματα του Ιωάννη Βαρβάκη, του δαιμόνιου Ψαριανού που έμαθε στους Ευρωπαίους το χαβιάρι, πορεύθηκε ο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής πριν από περίπου τρία χρόνια, στο πλαίσιο της έρευνάς του για την εξεύρεση τόπων στους οποίους αργότερα έκανε τα γυρίσματα της ταινίας του «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι» (με συμπαραγωγό και την ΕΡΤ). Το οδοιπορικό αυτό το κατέγραψε ο σκηνοθέτης με μια κάμερα και δημιούργησε το – σε δυο μέρη – ντοκιμαντέρ «Στα ίχνη του Ιωάννη Βαρβάκη», το οποίο ψηφιοποιήθηκε και παρουσιάζεται μέσα από τις ιστοσελίδες της κρατικής ραδιοτηλεόρασης www.ert-archives.gr και www.ert.gr με αφορμή τα 187 χρόνια από τον θάνατο του εθνικού ευεργέτη (10 Ιανουαρίου 1825) στη Ζάκυνθο υπό την άτυπη αιχμαλωσία των Αγγλων. Η έρευνα καταγράφει την κοινωνική και φιλανθρωπική του δράση στις κοινότητες της Ρωσίας αλλά και την προσφορά του στη μόρφωση των Ελλήνων και τη στήριξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821. Ταυτόχρονα, οι καθηγητές πανεπιστημίου Γιώργος Κοντογιώργης και Θάνος Βερέμης εξετάζουν την ανάπτυξη της ελληνικής αστικής τάξης της διασποράς πριν από την ελληνική Επανάσταση. Στην κάμερα μιλά επίσης και η υποδιευθύντρια του Ιστορικού και Εθνογραφικού Μουσείου του Ταγκανρόγκ Γκαλίνα Αλεξαντρόβα Κρουπνίτσκαγια.

Χ.Ν.Ε.Ι.