Η Ευρωπαϊκή Ενωση ζητεί πλέον επίμονα από την Ουγγαρία να αλλάξει ορισμένα σημεία στη νομοθεσία της, ιδιαίτερα όσον αφορά την κεντρική τράπεζα και την ανεξαρτησία των δικαστών της, τα οποία αντιβαίνουν στις δημοκρατικές προδιαγραφές της Ευρώπης. «Δεν περιμένουμε πολιτικές απόψεις από την ΕΕ και το ΔΝΤ, αλλά επιχειρήματα», απάντησε χθες προκλητικά ο συντηρητικός Πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν. Πώς είναι όμως δυνατόν να ρέπει σήμερα προς τον αυταρχισμό και να ανησυχεί την Ευρώπη η χώρα που υπήρξε ο «καλύτερος μαθητής» του πρώην κομμουνιστικού συνασπισμού και μετά, στη δεκαετία του ’90, η πιο ελπιδοφόρα νεαρή δημοκρατία; Η αδιαλλαξία, ο εθνικισμός και ο λαϊκισμός του Ορμπάν δίνουν μια απάντηση.

Γεννημένος το 1963 σε ένα μικρό χωριό δυτικά της Βουδαπέστης, φυσιογνωμία της αντικομμουνιστικής αντίστασης στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και ιδρυτής της Συμμαχίας των Νέων Δημοκρατών (του Fidesz, του οποίου εξακολουθεί να ηγείται με σιδηρά πυγμή, παρότι ηττήθηκε σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις), ο Ορμπάν έγινε το 1998 ο νεότερος πρωθυπουργός στην Ευρώπη. Υπό την καθοδήγησή του η Ουγγαρία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ και προσέγγισε την ΕΕ, στην οποία εντάχθηκε το 2004. Συνέχισε επίσης τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις υπό το άγρυπνο βλέμμα του ΔΝΤ, χωρίς όμως να βελτιωθεί η κατάσταση των Ούγγρων. Εξάλλου, στις εκλογές του 2002 αφύπνισε καιροσκοπικά την εθνικιστική φλόγα. Για να κερδίσει τις ψήφους των ακροδεξιών αναφέρθηκε στα ιστορικά τραύματα από τη Συνθήκη Ειρήνης του Τριανόν και διέκρινε τους «αληθινούς Ούγγρους», που ψηφίζουν τον ίδιο, από τους «προδότες του έθνους», που συνεργάστηκαν με τους Σοβιετικούς και τώρα ξεπουλούν τη χώρα στους Δυτικούς… Ωστόσο δεν κατάφερε να κάνει τους ψηφοφόρους να ξεχάσουν σκάνδαλα διαφθοράς και εσωκομματικές διενέξεις: τις εκλογές κέρδισαν οι αιώνιοι αντίπαλοί του, οι σοσιαλιστές, και μάλιστα τις ξανακέρδισαν το 2006.

Οι σοσιαλιστές όμως απογοήτευσαν τους Ούγγρους και ο Ορμπάν επέστρεψε δριμύτερος κερδίζοντας στις εκλογές του 2010, μαζί με τους Χριστιανοδημοκράτες, αυξημένη πλειοψηφία εδρών. Με τα χέρια του λυμένα εφάρμοσε μια υπερσυντηρητική πολιτική στην οικονομία, στα μέσα ενημέρωσης, στη θρησκεία… Εθεσε υπό τις διαταγές του τη Δικαιοσύνη, διόρισε δικούς του σε κρατικές θέσεις-κλειδιά, ψήφισε νόμους για να καταδικάζονται οι άστεγοι σε φυλακή, επέβαλε ενιαίο φόρο εισοδήματος που ευνοεί τους πλουσιότερους, χτύπησε την ελευθεροτυπία. Και τώρα, με την αναθεώρηση του Συντάγματος θέλει να αποκτήσει απόλυτη εξουσία και να τη διατηρήσει τα επόμενα χρόνια. Αυτή μοιάζει να είναι και η μόνη ιδεολογία του. Ο Ορμπάν έχει δημιουργήσει ένα εξαιρετικά συγκεντρωτικό σύστημα, στο οποίο όλες οι αποφάσεις, ακόμη και οι μικρότερες, περνούν από αυτόν – ένα πυραμιδικό σύστημα που δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από αυτό του Γιάνος Καντάρ, το οποίο πολεμούσε ως νεαρός επαναστάτης τη δεκαετία του 1980.