Ο φόβος των τραπεζών για μία ενδεχόμενη ανεξέλεγκτη πτώχευση της Ελλάδας, όπου θα κινδυνεύσουν να χάσουν όλα σχεδόν τα κεφάλαια τους, φαίνεται ότι έχει οδηγήσει στην αλλαγή της στάσης τους, μετά και από τη διαφαινόμενη συναίνεση της Αθήνας για την υπαγωγή των νέων ομολόγων στο αγγλικό δίκαιο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με την Credit Market Analysis (που παρέχει τα στοιχεία και για τις τιμές των CDS), το ποσοστό ανάκτησης (recovery rate) της ονομαστικής αξίας των ομολόγων σε περίπτωση άτακτης πτώχευσης θα είναι μόλις 20%.

Δηλαδή, σε μία ανεξέλεγκτη πτώχευση, ένας επενδυτής που κατέχει ένα ελληνικό ομόλογο αξίας 100 εκατ. ευρώ, εκτιμάται ότι θα πάρει πίσω μόνο τα 20. Σημειώνεται ότι για τα κράτη συνήθως αυτό το ποσοστό τοποθετείται στο 40%, ενώ χαμηλότερα είναι για τις επιχειρήσεις.

Ο πρόεδρος της μεγαλύτερης γαλλικής τράπεζας, BNP Paribas, Μποντουόν Προτ, δήλωσε την Παρασκευή ότι ο ιδιωτικός τομέας στις διαβουλεύσεις με τις ελληνικές αρχές και την τρόικα είναι «πολύ κοντά» στην επίτευξη συμφωνίας.

«Βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή πολύ κοντά σε μια συμφωνία», δήλωσε ο κ. Προτ, σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό BFM και προσέθεσε πως «είναι σημαντικό, εντός των επόμενων ημερών, οι συνομιλίες» να έχουν αίσιο αποτέλεσμα.

Εφόσον υπάρξει ένα γρήγορο και θετικό αποτέλεσμα στις διαβουλεύσεις, αυτό θα ήταν ένας από τους παράγοντες που θα μπορούσαν στο ξεκίνημα του 2012, να αποκαταστήσουν τις προσδοκίες στην Ευρωζώνη, σημείωσε.

Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι δηλώσεις που έχουν γίνει τις τελευταίες ημέρες από την ελληνική κυβέρνηση, όπως και από τον επικεφαλής του IIF Τσαρλς Νταλάρα.

Σε κοινή ανακοίνωσή του με τον συμπρόεδρο της επιτροπής των ιδιωτών πιστωτών, Ζαν Λυμιέρ (σύμβουλο του προέδρου της BNP), νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, είχε πει ότι υπάρχει πρόοδος των διαπραγματεύσεων και τόνιζε ότι είναι απαραίτητο να ολολκληρωθεί η εθελοντική συμφωνία

τις επόμενες ημέρες, στη βάση της συμφωνίας της 26ης/27ης Οκτωβρίου για το «κούρεμα» 50% στην ονομαστική αξία των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν ιδιώτες, συνολικού ύψους 206 δισ. ευρώ.

Σημειώνεται ότι το IIF, σε έκθεση του που δημοσιοποιήθηκε την Πέμπτη, βλέπει περαιτέρω επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας (εκτιμά ότι το έλλειμμα του 2011 θα κλείσει πάνω από το 10% του ΑΕΠ) και επισημαίνει ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας ίσως είναι μεγαλύτερες απ’ αυτές που είχαν προβλεφθεί.

Επίσης, τονίζει ότι σε περίπτωση που δεν υπάρξει εθελοντική προσέγγιση στην αναδιάρθωση του χρέους, τότε η Ελλάδα θα προχωρήσει σε άτακτη πτώχευση και οι συνέπειες θα είναι πολύ αρνητικές και για άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα με τα χρέη τους.

Προσέγγιση για αγγλικό δίκαιο και επιτόκια

Το ελληνικό Δημόσιο και οι ιδιώτες πιστωτές φέρονται να έχουν συμφωνήσει για την υπαγωγή στο αγγλικό δίκαιο των ομολόγων που θα ανταλλαχθούν με τα υφιστάμενα, για το επιτόκαιο και τη χρονική διάρκεια των νέων τίτλων.

Περίπου το 93% των κρατικών ομολόγων υπάγονται στο ελληνικό δίκαιο, με το οποίο η Βουλή μπορεί να αλλάξει όποτε κρίνει αναγκαίο τους όρους έκδοσης τους (ποσό που θα αποπληρωθεί, επιτόκια, διάρκεια αποπληρωμής κ.τλ.).

Το υπόλοιπο ποσοστό υπάγεται στο αγγλικό δίκαιο, το οποίο ουσιαστικά προστατεύει τους ιδιώτες ομολογιούχους και περιλαμβάνει δυσμενέστερους όρους για την εκδότρια χώρα (απειλή κατασχέσεων, εμπράγματες εξασφαλίσεις κ.ά.).

Σύμφωνα με πηγή των πιστωτών που επικαλείται η Wall Street Journal, από τη στιγμή που το Ελληνικό δημόσιο συμφώνησε για το αγγλικό δίκαιο, οι πιστωτές αποδέχθηκαν χαμηλότερο επιτόκιο, απ’ ότι ζητούσαν αρχικά, για τα νέα ομόλογα.

Ειδικότερα, ενώ αρχικά ζητούσαν 8%, τώρα φαίνεται ότι υπάρχει προσέγγιση κοντά στο 5%.

«Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση είπε ότι θα εξετάσει το αγγλικό δίκαιο για τα νέα ομόλογα, συμφωνήσαμε για ένα χαμηλότερο κουπόνι, ανάλογα με την περίοδο λήξης», σημείωσε. Η χρονική διάρκεια των τίτλων θα είναι 20-30 έτη.

«Οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες είναι επίσης κατά του πιστωτικού γεγονότος και προτιμούν μία εθελοντική διαδικασία, έτσι ναι, υπάρχει πρόοδος, αλλά δεν είναι ακόμα τελικό», προσέθεσε.

Υποχρεωτική αναδιάρθρωση

Τις προηγούμενες εβδομάδες, υπήρξαν αναφορές ότι το ΔΝΤ θέλει μεγαλύτερο από το 50% «κούρεμα» στο ελληνικό χρέος και ότι η γερμανική κυβέρνηση πιέζει για απομείωση έως και 75%.

Επιπλέον, επανήλθαν στην επιφάνεια τα σενάρια μίας νέας αναδιάρθρωσης, μετά το PSI+, η οποία θα έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα και θα τιμωρήσει όσους δεν συμμετείχαν στην εθελοντική διαδικασία.

Το πρόβλημα είναι ότι από τα 206 δισ. ευρώ που έχουν στην κατοχή τους οι ιδιώτες, περίπου το 60% ανήκει σε μεγάλες τράπεζες και το άλλο 40% σε βραχυπρόθεσμα κεφάλαια, κυρίως hedge funds, τα περισσότερα εκ των οποίων δεν θέλουν να συμφωνήσουν με το «κούρεμα», έχοντας την ελπίδα ότι θα αποπληρωθούν στο 100%.

Διαφορετικά, σε περίπτωση που η συμμετοχή στην αναδιάρθρωση γίνει υποχρεωτική, θα ενεργοποιήσουν τα CDS (που οι περισσότεροι διαθέτουν στα χαρτοφυλάκια τους) και θα καλύψουν τις ζημίες τους.

Ο άτυπος στόχος της Αθήνας και της τρόικας είναι το ποσοστό συμμετοχής να ξεπεράσει το 90%.

Σε περίπτωση που αυτό δεν καταστεί δυνατό και το ποσοστό είναι μέχρι 75%, τότε δεν θα πρέπει να αποκλείεται το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να νομοθετήσει για την επιβολή των «ρητρών συλλογικής δράσης» (collective action clauses), με τις οποίες υποχρεώνεται η μειοψηφία των ομολογιούχων να αποδεχθεί τους όρους με τους οποίους έχει συμφωνήσει η πλειοψηφία (σε ένα ποσοστό από 65% από 75% συνήθως).

Σε αυτή την περίπτωση, θα έχουμε πιστωτικό επεισόδιο και ενεργοποίηση των CDS.

Υπενθυμίζεται ότι το hedge fund Vega Asset Management, αποχώρησε τον προηγούμενο μήνα από την επιτροπή των ιδιωτών πιστωτών και απείλησε με αγωγές, εφόσον το «κούρεμα» ξεπεράσει το 50%.

Σε περίπτωση που έχουμε μία υποχρεωτική αναδιάρθρωση, τότε ένας ομολογιούχος που κατέχει ελληνικά CDS μπορεί να προσφύγει στην αρμόδια επιτροπή της ISDA, η οποία και θα κρίνει αν υπάρχει πιστωτικό γεγονός.

Σε άρθρο του σε μεγάλη γερμανική εφημερίδα ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Κύπρου και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, Αθανάσιος Ορφανίδης, πρότεινε να εγκαταλειφθεί το σχέδιο για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα και αντ’ αυτού να δοθεί από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης ένα χαμηλότοκο, 30ετές δάνειο.