Αυξήσεις 12% έως 14,5% επιφυλλάσει τελικά το χαράτσι στα τιμολόγια της ΔΕΗ για τα νοικοκυριά, με βάση τον πίνακα ανά κατηγορία κατανάλωσης που δημοσίευσε η επιχείρηση.

Τα ποσοστά αύξησης των τιμολογίων ανά κλιμάκιο κατανάλωσης που γνωστοποίησε χθες η ΔΕΗ έπειτα από τη σχετική απόφαση του υπουργείου Περιβάλλοντος κυμαίνονται από 9% (στις χαμηλές και μεσαίες καταναλώσεις) έως 12,1% (στις υψηλές), χωρίς σε αυτά να συμπεριλαμβάνεται η μεσοσταθμική αύξηση 3% του τέλους ΑΠΕ.

Το επιχείρημα τόσο της ΔΕΗ όσο και του υπουργείου όταν προ εβδομάδας ανακοίνωσε μέση αύξηση 9,2% στα τιμολόγιά της, είναι ότι το τέλος ΑΠΕ δεν αφορά την επιχείρηση, γι’ αυτό και δεν πρέπει να συνδέεται με τις νέες χρεώσεις. Οι επικοινωνιακές πρακτικές δεν αλλάζουν ωστόσο την κατάσταση για τους καταναλωτές οι οποίοι μαζί με την προσθήκη του πράσινου τέλους, θα επιβαρυνθούν με συνολικές αυξήσεις στο ρεύμα από τη ΔΕΗ που κυμαίνονται από 12% μέχρι 14,5%, όπως φαίνεται και από τον πίνακα που δημοσίευσε η επιχείρηση.

Τι σημαίνουν λοιπόν αυτά στην πράξη για ένα μέσο νοικοκυριό; Σημαίνουν ότι για έναν καταναλωτή με 1.400 κιλοβατώρες ανά 4μηνο (όση είναι περίπου η μέση κατανάλωση στην Ελλάδα), που πέρυσι πλήρωσε 542 ευρώ τον χρόνο, φέτος θα καταβάλλει 609 ευρώ ή 67 ευρώ επιπλέον. Σημειώνεται ότι τα νέα τιμολόγια για όλες τις κατηγορίες ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου.

Τα άλλα τιμολόγια. Από ‘κει και πέρα, αμετάβλητα παραμένουν το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο και τα τιμολόγια των πολυτέκνων, ενώ μικρότερες απ’ ό,τι στον οικιακό τομέα είναι οι αυξήσεις στα τιμολόγια των επιχειρήσεων, ειδικά των μικρομεσαίων. Συνυπολογίζοντας την αύξηση του τέλους ΑΠΕ, οι αυξήσεις στα εμπορικά τιμολόγια διαμορφώνονται σε 10% (Γ21), 11% (Γ22), και 9,9% (Γ23).

Στα βιομηχανικά τιμολόγια οι αυξήσεις ξεκινούν από 11% (Γ21Β) και φτάνουν στο 12% (Γ22Β) και στο 12,4% (Γ23Β). Τέλος, το αγροτικό τιμολόγιο επιβαρύνεται με αύξηση 11,9%. Και στα ποσοστά αυτά συμπεριλαμβάνεται η επιβάρυνση λόγω τέλους ΑΠΕ.

Τι υποστηρίζει η ΔΕΗ. Επιχειρηματολώντας για τις αιτίες που καθιστούν υποχρεωτικές τις αυξήσεις, η ΔΕΗ επισημαίνει ότι οι δαπάνες της για υγρά καύσιμα, φυσικό αέριο και αγορές ηλεκτρικής ενέργειας ήταν πολύ υψηλές το 2011, και συγκεκριμένα μεγαλύτερες όλων των προηγουμένων ετών – με εξαίρεση το 2008 που σημαδεύτηκε από τη διεθνή ενεργειακή κρίση.

Επισημαίνει επίσης ότι πέρυσι μειώθηκε σημαντικά η παραγωγή από υδροηλεκτρικούς σταθμούς, λόγω των εξαιρετικά χαμηλών βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων. Πρόκειται για τους εξωγενείς παράγοντες που μαζί με τους φόρους επηρεάζουν παραδοσιακά το κόστος της ΔΕΗ, τους οποίους ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσει είναι να εξορθολογίσει το λειτουργικό της κόστος, δηλαδή αυτό των ορυχείων, των σταθμών, και γενικά των υπηρεσιών της, και να μετασχηματιστεί ριζικά, όπως επεσήμαινε στην τελευταία του ανακοίνωση και ο κ. Παπακωσταντίνου. Σημειωτέον ότι η διοίκηση της ΔΕΗ έχει προγραμματίσει συνέντευξη Τύπου για τη Δευτέρα προκειμένου να αιτιολογήσει την αναγκαιότητα των νέων αυξήσεων.