Η Νταµπίσα Μόγιο από τη Ζάµπια, ένα από τα δυνατότερα µυαλά του παγκόσµιου οικονοµικού συστήµατος, εξηγεί γιατί το υπερχρεωµένο καπιταλιστικό σύστηµα καταρρέει
Η οικονοµική κυριαρχία της Δύσης καταρρέει. Είναι ζήτηµα χρόνου. Μαζί της µεταβάλλεται και η πολιτικήιδεολογία. Οι ΗΠΑ, για παράδειγµα, από καπιταλιστική κοινωνία επιχειρηµατιών µετατρέπονται σε ένα σοσιαλιστικό κράτος, που παρακολουθεί µε δέος την άνοδο τηςΚίνας. Ετσι βλέπει τον κόσµο να διαµορφώνεται µετά την οικονοµική κρίση η οικονοµολόγος Νταµπίσα Μόγιο, από τα πλέον λαµπρά µυαλάτης Αφρικής, η οποία από τις καλύβεςτης Ζάµπιας πέρασε στις αίθουσες του Χάρβαρντ και στα µεγαλύτερα γραφεία της Goldman Sachs.

Στη ζυγαριά, από τη µια η Δύση ανήµπορ ηκαι υπερχρεωµένη. Με κυβε ρνήσεις πουαπέτυχαν στις πολιτικές τους και ανθρώπους που, δυστυχώς, έπαψαν να αναπτύσσουν τις ικανότητές τους. Κράτη και νοικοκυριά βρέθηκαν µε δάνεια πουτροφοδότησαν τον καταναλωτισµό τους σε επίπεδα µη ανεκτά.

Και από την άλλη, η Κίνα. Εκεί, τόσο το κράτος όσο και οι πολίτες αποταµιεύουν µε ρυθµούς που δεν έχουν ιστορικό προηγούµενο, ενώ οι πολιτικές είναι σαφείς και ταυτόχρονα αποτελεσµατικές. Αυτήείναι η βασική ιδέα της Μόγιο,την οποία αναπτύσσει στοδεύτεροβιβλίο της, «How the West Was Lost: Fifty years of Economic Folly-and the Stark Choices Ahead», το οποίο – όπως και το πρώτο «Dead Aid» (για τη βοήθεια της Δύσης στην Αφρική) – προκαλεί. «ΠΡΑΓΜΑΤΙ, αν τίποτα δεν αλλάξει τα πράγµατα από τον δρόµο που παίρνουν τώρα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Αµερική µέσα σε µερικές δεκαετίες θα κινηθεί από την απόλυτα καπιταλιστική κοινωνία των επιχειρηµατιών προς ένασοσιαλιστικό κράτος», αναφέρει. «Το πρόβληµα είναι ότι δεν θαείναι το οποιοδήποτε σοσιαλιστικό κράτος κοινωνικής πρόνοιας… Οι ΗΠΑ κινούνται στον δρόµο που δηµιουργεί το χειρότερο και πλέον δωροδοκούµενο είδος κράτους πρόνοιας (ελλιπώς αναπτυγµένο και σχεδιασµένο), αυτό που γεννήθηκε από την απόγνωση ύστερα από πολλά χρόνια αποτυχηµένων πολιτικών».

το ΒΑΣΙΚΟ επιχείρηµα της 42χρονης οικονοµολόγου είναι ότι η αµερικανική και γενικώς οι δυτικές κυβερνήσεις ενθάρρυναν ακρίτως τους πολίτες ωθώντας τους στον δανεισµό και τη διοχέτευση τωνχρηµάτων στη «µη παραγωγική» επένδυση του σπιτιού, µε όλους τους κινδύνους και τις επισφάλειες που είδαµε να πλήττουν βαριά τόσο τους ίδιους όσο και τις κρατικές οικονοµίες. Επίσης, δεν κατάφεραν να δώσουν επαρκή κίνητρα στους νέους να µελετήσουν τις επιστήµες. Παράλληλα, η Κίνα καθώς και οι «υπόλοιποι» (οι άλλες αναδυόµενες οικονοµίες) τοποθετούσαν τον πήχυ ψηλά. Πώς λοιπόν, αναρωτιέται η Μόγιο, να ανταγωνιστούν τώρα οι δυτικές κοινωνίες τηνκινεζική, που έδωσε έµφαση στην εξειδίκευση και το υψηλό επίπεδο µόρφωσης, ενώ επέµεινε και στη συνετή διαχείριση των οικονοµικών πόρων;

Η Κίνα, σύµφωνα µε την οικονοµολόγο, αποτελεί παράδειγµα προς µελέτη και για έναν ακόµη λόγο, γιατί ανεπηρέαστη από τον χαρακτήρα µιας ιδέας, δηµοκρατικό ή µη, µπορεί να λαµβάνει αποφάσεις ίσως σκληρές, αλλά γρήγορα, παρεµβαίνοντας καταλυτικά στην εξέλιξη των γεγονότων. Συγκρίνει µάλιστα την αποφασιστική αντίδραση των Κινέζων όταν ξέσπασε πνευµονική πανώλη το 2009 µε την άστοχη «απάντηση» των Βρετανών στη γρίπη των χοίρων. Η κινεζική κυβέρνηση σφράγισε αµέσως την πόλη πουείχε τα κρούσµατα και την έθεσε σε καραντίνα, απόφαση που δύσκολα θα εφαρµοζόταν στη Δύση. Αντίθετα, η βρετανική κυβέρνηση διοχέτευσε αντιγριπικά φάρµακα, παρά τα επιστηµονικά στοιχεία ότι δεν ήταν αναγκαία και ότι θα µπορούσε να οδηγήσουν ακόµη και σε µετάλλαξη του ιού, αν διανέµονταν αδιακρίτως.

ΑΎΤΗ ΕΙΝΑΙ η ΝταµπίσαΜόγιο σήµερα. Το ίδιο πρόσωπο που πριν από δύο χρόνια, µε το «Dead Aid», άφησε τη σφραγίδα του µε την ιδέα ότι η βοήθεια τηςΔύσης προς την Αφρική µάλλον δηµιουργείπαρά λύνει προβλήµατα, καθώς στην πορεία γεννάέναν τεράστιο εχθρό, την εξάρτηση αλλά και πολλούς µικρότερους όπως η διαφθορά και ο στραγγαλισµός τουεπιχειρηµατικού πνεύµατος.

Η 42χρονη όµορφη οικονοµολόγος µόνο απαρατήρητη δεν περνά. Το νέο βιβλίο της που µόλις κυκλοφόρησε, προκαλεί αντιδράσεις. Για παράδειγµα, η εκτίµησή της ότι οι ΗΠΑ θα µπορούσανείτε να στραφούν ξανά στον προστατευτισµό είτε να οδηγηθούν σε χρεοκοπία προκάλεσε πρόσφατα, σε ραδιοφωνική εκπο µπή του ΒBC, την έντονη αντίδραση του Νάιγκελ Λόουσον, υπουργού Οικονοµικών της Μάργκαρετ Θάτσερ. Ο Λόουσον, σε… συγκαταβατικό τόνο, την επέκρινε για έλλειψη διαύγειας και σύγχυση. Ισως και να µην τολµούσε να χρησιµοποιήσει το ίδιο ύφος, επισηµαίνει το «Newsweek», αν είχε απέναντί του έναν λευκό και διακεκριµένο οικονοµολόγο µε µεταπτυχιακό στο Χάρβαρντ και διδακτορικό στην Oξφόρδη αλλά και µια θέση στο Δ.Σ. της Barclays Bank. Αν εξαιρεθούν το φύλο και το χρώµα, όλα αυτά συνυπάρχουν στο βιογραφικό της Μόγιο καθώς και κάτι ακόµη: το γεγονόςότι προέρχεται από τη Ζάµπια και, αν και χωρίς πιστοποιητικό γέννησης, κατάφερε να ενταχθεί στους «100 ανθρώπους στον κόσµο µε τη µεγαλύτερη επιρροή» του περιοδικού «Τime».

Η Κίνα και οι αναδυόµενες οικονοµίες θα κυριαρχήσουν στο µέλλον

Ο δρόµος προς την κορυφή


1969: Γεννήθηκε στη Λουσάκα της Ζάµπιας. αν και ως παιδί πήγε στις Ηνωµένες Πολιτείες, επέστρεψε στην πατρίδα της για το λύκειο.

1991-1993: βρίσκεται και πάλι στις ΗΠΑ για σπουδές στο American University και στο Χάρβαρντ.

1993-1995: εργάζεται στην Παγκόσµια Τράπεζα. Μετακοµίζει στη βρετανία για το διδακτορικό της στο Πανεπιστήµιο της οξφόρδης.

2001: εργάζεται για την Goldman Sachs ως ερευνητής οικονοµολόγος και ειδικός σε θέµατα στρατηγικής.

2009: εκδίδει το πρώτο της βιβλίο που γνωρίζει µεγάλη επιτυχία. ο Κόφι ανάν, πρώην γενικός γραµµατέας του ΟΗΕ, τη συνεχάρη για τη νέα προσέγγιση στο ζήτηµα της αφρικής ενώ ο πρόεδρος της ρουάντας Πολ Καγκάµε είχε αγοράσει αντίτυπα για όλο το υπουργικό του συµβούλιο.

2011: εκδίδει το δεύτερο βιβλίο της.