ΕΝΑ ΔΗΜΟΦΙΛΕΣ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ
ΤΟΥ 1960 ΑΠΟΤΥΠΩΣΕ ΣΕ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ
ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΔΡΙΣΜΟΥ.
ΚΑΠΟΙΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΗΤΑΝ (ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ)
ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΑΝΔΡΕΣ
Η μελέτη της Δήμητρας Λαμπροπούλου αναλύει αυτήν τη σχέση μεταξύ εργασίας και φύλου. Με ποιο τρόπο δηλαδή το «εργασιακό σύμπαν» δημιουργείται αφενός από συγκεκριμένες εργασιακές σχέσεις και αφετέρου από έμφυλες ιδιότητες που συνδέονται με τον χαρακτήρα του επαγγέλματος; Η δουλειά στην οικοδομή είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική εργασία που συνδέθηκε με το ανδρικό φύλο. Ταυτόχρονα η οικοδομική δραστηριότητα ήταν στον πυρήνα του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος. Η οικοδομική έκρηξη από τη δεκαετία του 1950 και έπειτα προσείλκυσε χιλιάδες εργατικά χέρια και οι οικοδόμοι με τη συνδικαλιστική δράση τους έγιναν η αντιπροσωπευτική φιγούρα της εργατικής τάξης μεταπολεμικά, όπως ήταν οι καπνεργάτες την περίοδο του Μεσοπολέμου.

Ατμομηχανή

Η οικοδομική έκρηξη ήταν ξαφνική και εντυπωσιακή. Τη δεκαετία 1950-60 χτίστηκαν περίπου 500.000 κατοικίες και την επόμενη δεκαετία άλλες 875.000. Μπορεί η έκρηξη της οικοδομικής δραστηριότητας να μην ανταποκρινόταν στις ιδέες των οικονομο λόγων για την «ορθή» (βλέπε βιομηχανική) οικονομική ανάπτυξη αλλά παρ΄ όλα αυτά λειτούργησε σαν ατμομηχανή για την ελληνική οικονομία καθώς μια σειρά κλάδων αναπτύχθηκαν χάρη στην οικοδομή. Το πιο σημαντικό είναι ότι η έκρηξη της οικοδομικής δραστηριότητας αποκαλύπτει και παράλληλα δρομολογεί κοινωνικές ανακατατάξεις. Η πρώτη είναι η μετατροπή της Αθήνας σε αστική περιφέρεια. Η δεύτερη ανακατάταξη, και κατά τη γνώμη μου η σημαντικότερη κοινωνική αλλαγή στη νεώτερη ιστορία της Ελλάδας, είναι η εσωτερική μετανάστευση. Η Ελλάδα μέσα σε λίγες δεκαετίες έπαψε να είναι μια αγροτική χώρα. Αυτοί οι εσωτερικοί μετανάστες θα αποτελέσουν τον κορμό των οικοδόμων.

Η εργασία των οικοδόμων επενδύθηκε με αρνητικά στερεότυπα. Επειδή ήταν χειρωνακτική συνδέθηκε με την τεχνολογική υστέρηση και την έλλειψη ειδίκευσης, ενώ οι οικοδόμοι με τους αμόρφωτους ανθρώπους της υπαίθρου. Όπως υποστηρίζει η συγγραφέας, τα αρνητικά στερεότυπα για τους οικοδόμους απηχούσαν τη συζήτηση για την εσωτερική μετανάστευση που γινόταν αντιληπτή ως εισβολή των επαρχιωτών στην Αθήνα. Για τους ίδιους τους εσωτερικούς μετανάστες τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Η έλλειψη προοπτικών στη γεωργία και την κτηνοτροφία τούς ωθούσε στη μετανάστευση, κάτι που φαίνεται στο βιβλίο και από τις συνεντεύξεις τους. Ο δρόμος για την Αθήνα ήταν και μια «κίνηση προς την απόκτηση της προσωπικής αυτονομίας».

Ευάλωτοι

Η οικοδομική δραστηριότητα αποτέλεσε τον πόλο έλξης για τους εσωτερικούς μετανάστες γιατί υπήρχε μεγάλη ζήτηση εργατικών χεριών, προσέφερε υψηλή αμοιβή, ευνοούσε την κινητικότητα μεταξύ μισθωτής εργασίας και αυτοαπασχόλησης, ενώ για πολλούς αποτέλεσε τη δίοδο για να κτίσουν, στην κυριολεξία, το δικό τους σπίτι- αν το ένα μοντέλο της μεταπολεμικής οικοδομής βασίστηκε στην αντιπαροχή, το άλλο βασίστηκε στα αυθαίρετα, τα οποία έχτισαν οι εσωτερικοί μετανάστες στα περίχωρα της πόλης. Από την άλλη πλευρά, οι οικοδόμοι βρίσκονταν σε μια αρκετά ευάλωτη θέση λόγω των εργασιακών σχέσεων και συνθηκών. Στον κλάδο κυριαρχούσαν οι «ευέλικτες εργασιακές σχέσεις», δηλαδή η ανασφάλεια και η εποχικότητα της απασχόλησης.

Η μελέτη της Δ. Λαμπροπούλου είναι ένα εξαιρετικό δείγμα της προόδου που έχει σημειώσει η κοινωνική ιστορία στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και μάλιστα για μια περίοδο που είναι επιστημονικά ανεξερεύνητη. Πλούσιος θεωρητικός προβληματισμός, πυκνός διάλογος με τη διεθνή βιβλιογραφία, άνοιγμα σε συναφή πεδία συζήτησης χαρακτηρίζουν αυτήν την καινοτόμα δουλειά.