Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η αναμέτρηση για την ηγεσία της Ν.Δ. παύει- επιτέλους!- να είναι «πολιτισμένη». Δρεπανηφόρα άρματα αλλά και ανταγωνιστικές ιδεολογικές πλατφόρμες εισέρχονται στην αρένα. Ωστόσο, το πρόβλημα της Ν.Δ. δεν είναι ιδεολογικό. Η, τουλάχιστον, δεν είναι κυρίως ιδεολογικό.

Η Ντόρα Μπακογιάννη διαθέτει διαχρονικά ένα σταθερό προφίλ. Με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, μετριοπαθής, με φιλελεύθερη οικονομική φιλοσοφία, είναι ένα στέλεχος ενστικτωδώς «κεντρώο» αλλά και ενστικτωδώς κοντά στη λογική της αγοράς. Η Ντ. Μπακογιάννη, στηρίζοντας τον Κ. Καραμανλή με έντιμο και αδιάλειπτο τρόπο, υφίσταται τη φθορά ενός συστήματος που ηττήθηκε, αλλά και τη φθορά της υπερέκθεσης στα ΜΜΕ και της μακράς αναμονής. Απώλεσε γρήγορα το αρχικό της πλεονέκτημα στην κούρσα της διαδοχής, εμφανίστηκε «κουρασμένη» ιδεολογικά και, επιπλέον, καθώς άργησε να ανοίξει μέτωπο προς ανθυποψηφίους με βαριά τη σφραγίδα του αποτυχημένου στο πολιτικό τους βιογραφικό, έχασε την ευκαιρία να επιβάλει τους όρους της συζήτησης.

Ο Αντώνης Σαμαράς είναι πλησιέστερος στην κοινωνική φιλοσοφία του ιστορικού καραμανλισμού, υπήρξε δύσπιστος προς τον φιλελευθερισμό, και ήταν πάντα υπέρμαχος μιας πιο «πατριωτικής» γραμμής. Ο ευρωπαϊσμός του είναι περισσότερο γκωλικός (η «Ευρώπη των πατρίδων») παρά καραμανλικός. Κέρδισε ήδη πολλούς πόντους, η δε έμφασή του στην αποενοχοποίηση της δεξιάς ταυτότητας συνάντησε τα αντανακλαστικά μιας παράταξης τραυματισμένης περισσότερο από την ήττα χωρίς μάχη παρά από το μέγεθος της ήττας. Προσέφερε ιδεολογικά σημεία αναφοράς σε ένα πολιτικό σώμα που αναζητούσε αυτοπεποίθηση και όχι ένα ακόμη «άνοιγμα» στο κέντρο.

Ο λόγος Σαμαρά είναι πιο ευέλικτος και πολυσυλλεκτικός από της Μπακογιάννη. Κάθε ομιλία του και κείμενό του, σχεδόν κάθε φράση του, εμπεριέχει διπλές, και αμφίσημες, αναφορές: και αβερωφικός και καραμανλικός, και πατριώτης και οικουμενικός, και κατά της υπερεθνικής Ευρώπης και υπέρ της αύξησης του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και ιδεολόγος και πραγματιστής. Η μεγάλη του αδυναμία δεν είναι όμως ιδεολογική, είναι η διαδρομή του. Η πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο καταποντισμός της Πολιτικής Άνοιξης, το θλιβερό προνόμιο να αντιμετωπίζεται η Ελλάδα, στο πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του 1990, ως ο πιο επαρχιώτης εταίρος της ευρωπαϊκής οικογένειας, συνδέονται με το όνομα του τότε υπουργού Εξωτερικών. Χωρίς μια νέα ώθηση στην καμπάνιά του, χωρίς ένα δεύτερο κύμα πρωτοβουλιών, θα δυσκολευτεί να υπερβεί τα προηγούμενα – βαριά- μειονεκτήματα.

Όποια και αν είναι η έκβαση της ιδεολογικής αναμέτρησης, δεν θα επιλύσει το πρόβλημα της Ν.Δ. Διότι δεν ηττήθηκε λόγω των ιδεών της. Απλώς δεν πολέμησε για τις ιδέες της. Παραιτήθηκε. Εγκατέλειψε την «επανίδρυση» του κράτους, ελαχιστοποίησε τις μεταρρυθμίσεις, λησμόνησε την «αξιοκρατία» και την «κοινωνική συνοχή». Επιπλέον, παραδίδοντας μια χώρα με κατεστραμμένα δημοσιονομικά, πρόδωσε η ίδια την πεμπτουσία του ιστορικού καραμανλισμού, την αυστηρή διαχείριση. Έχασε τον πόλεμο χωρίς ιδεολογική μάχη.

Πιθανώς, το μεταπολιτευτικό έλλειμμα γοητείας της Δεξιάς, η μακρόχρονη παραμονή στην αντιπολίτευση, αλλά και οι πολλές διασπάσεις, της στέρησαν γενιές στελεχών και οιονεί στελεχών, γενιές ικανών ανθρώπων αλλά και ανθρώπων «πιστών σε σκοπούς». Η μετριότητα συνεπώς κυριάρχησε, μετριότητα ικανοτήτων, μετριότητα ήθους. Σε αυτό το πλαίσιο, η έλλειψη διαχειριστικής ικανότητας ενισχύθηκε από την απουσία μιας βεμπεριανής ηθικής της ευθύνης, ο ερασιτεχνισμός από την κυριαρχία του παθητικού «μακιαβελισμού». Αυτό φάνηκε καθαρά κάθε φορά που η Ν.Δ. άσκησε τη διακυβέρνηση. Στην ουσία, η Ν.Δ. απέτυχε ως κυβέρνηση όχι γιατί δεν είχε ιδέες αλλά γιατί δεν πίστεψε σε αυτές. Δεν ηττήθηκε ιδεολογικά αλλά πολιτισμικά. Ωστόσο, η «πολιτισμική» ήττα, η ήττα που συνδέεται με τη βαθύτερη κουλτούρα ενός χώρου, είναι η πιο βαριά. Είναι ήττα που φέρει κενό, διότι προέρχεται από κενό.

Ένας οξυδερκής μελετητής της Ν.Δ., ο Γ. Κωνσταντινίδης, θεωρεί ότι το κόμμα, αν και εμπνευστής του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, χαρακτηρίζεται από «επιφανειακότητα» θέσεων στα θέματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Κατά πάσα πιθανότατα, η επιφανειακότητα χαρακτηρίζει το σύνολο της ιδεολογικής και προγραμματικής συγκρότησης της Ν.Δ. Εάν οι ιδέες υπάρχουν για να δεσμεύουν, στη Ν.Δ., για κάποιον παράξενο λόγο, οι ιδέες δεν δεσμεύουν. Η φύση της νωπής ακόμη κυβερνητικής αποτυχίας παραπέμπει σε κάτι ενδημικό, σε κάτι που αφορά την κουλτούρα της παράταξης, την ίδια τη ψυχή της, όχι τις ιδεολογικές της επιλογές. Μετά την κατάρρευση του αντικομμουνισμού, ιδεολογικού πυλώνα της μετεμφυλιακής Δεξιάς, ο δεξιός χώρος, και στην κεντροδεξιά του έκφανση, καθόλου παράδοξα δε και στην ακροδεξιά, έχει κάτι light. Κάτι αβάστακτα ελαφρύ, όπως θα έγραφε ο Κούντερα. Το ερώτημα είναι αν ο Αντώνης Σαμαράς και η Ντόρα Μπακογιάννη αντιπαλεύουν αυτή τη «κακιά» σκιά ή την εκπροσωπούν.

Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εντεταλμένος διδασκαλίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών.

ΔΕΝ ΠΟΛΕΜΗΣΕ

Όποια και αν είναι η έκβαση της ιδεολογικής αναμέτρησης, δεν θα επιλύσει το πρόβλημα της Ν.Δ.

Διότι δεν ηττήθηκε λόγω των ιδεών της. Απλώς δεν πολέμησε για τις ιδέες της. Παραιτήθηκε