Το καλύτερο κομμάτι του μπακλαβά συμφωνούν όλοι πως είναι η γωνία. Ωστόσο, το δημοφιλές γλύκισμα φαίνεται ότι έχει προβληματίσει Ελλάδα και Τουρκία, οι οποίες διεκδικούν την καταγωγή του.


Τελευταία αφορμή σε αυτή την ιδιότυπη αντιπαράθεση έδωσαν πριν από αρκετούς μήνες οι Κύπριοι, όταν κατόρθωσαν να τον αναγνωρίσουν ως το εθνικό τους γλυκό, προκαλώντας έτσι τον «πόλεμο του μπακλαβά».

Κατά τον κ. Θανάση Ρούσσο, δεύτερο σεφ στο Εργαστήρι Μπαξεβάνη, «δεν τίθεται θέμα πατρίδας του μπακλαβά. Άλλωστε, και σε όλες τις χώρες της Βορείου Αφρικής παρασκευάζουν μπακλαβά». Τονίζει μάλιστα ότι πρόκειται για δύο κουλτούρες που αναμείχθηκαν επί αιώνες και φυσικά επέδρασαν η μια στην άλλη, «άρα είναι αναμενόμενο να έχουμε πολλά κοινά, ειδικά σε γαστρονομικό επίπεδο. Ουσιαστικά, δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις συνταγές του τουρκικού και του ελληνικού μπακλαβά, μόνο μικρές, από αυτές που συναντά κανείς έτσι κι αλλιώς στις διάφορες παραλλαγές μιας συνταγής από περιοχή σε περιοχή». Όσο για το κρας τεστ της γεύσης, επισημαίνει πως «ελληνικός και τούρκικος είναι εξίσου εύγεστοι και θεωρώ πως είναι από τα πράγματα που ενώνουν τους δύο λαούς και όχι από αυτά που τους χωρίζουν».

Ο κ. Άρης Προδρομίδης, αντιπρόσωπος στην Ελλάδα του πιο διάσημου μπακλαβατζίδικου της Κωνσταντινούπολης Κarakoy Gulluoglu, αναφέρει πως «η κάθε χώρα μπορεί να παρασκευάζει ό,τι επιθυμεί. Άλλωστε, ο μπακλαβάς στη σημερινή του μορφή έχει ξεκινήσει από τη Δαμασκό της Συρίας. Η βασική όμως διαφορά μεταξύ ελληνικού και τούρκικου μπακλαβά δεν είναι στη συνταγή, αλλά στο πώς αντιμετωπίζουν το γλυκό οι άνθρωποι». Και εξηγεί: «Ο πιο φημισμένος τούρκικος μπακλαβάς παρασκευάζεται στην περιοχή Gaziantep στην Ανατολική Τουρκία. Εκεί λοιπόν δεν είναι απλώς έδεσμα, είναι τρόπος ζωής, είναι απαραίτητο στοιχείο κάθε τραπεζιού. Αρκεί να σκεφτείτε ότι σε μια πόλη με ένα εκατ. κατοίκους υπάρχουν 210 μικρά εργαστήρια παρασκευής μπακλαβά». Η σημασία που έχει το γλυκό για τους γείτονες φαίνεται κατά τον κ. Προδρομίδη και στις πωλήσεις. «Τα τέσσερα καταστήματα που έχουμε στην Αθήνα πωλούν 6 τόνους μπακλαβά κάθε εβδομάδα όταν το μπακλαβατζίδικο Κarakoy Gulluoglu στην Πόλη πουλάει 1 τόνο την ημέρα» σημειώνει.

Η «συμμαχία»

Την αλληλεπίδραση ελληνικής και τουρκικής κουλτούρας στην ιστορία του μπακλαβά παραδέχεται και ο κ. Προδρομίδης και επισημαίνει τη σημασία του ελληνικού στοιχείου για τον πιο ξακουστό τούρκικο μπακλαβά στην Κωνσταντινούπολη. «Ο κ. Gullu, σημερινός πρόεδρος της Κarakoy Gulluoglu, έχει τονίσει επανειλημμένως πως οι Έλληνες της Πόλης ήταν από το 1949- όταν η οικογένειά του μετακόμισε μαζί με την επιχείρηση από το Gaziantep στην Κωνσταντινούπολη- οι καλύτεροι πελάτες του και αυτοί στους οποίους χρωστά τη φήμη του μπακλαβατζίδικού του». Σήμερα οι Έλληνες συνεχίζουν να δείχνουν την προτίμησή τους στον τούρκικο μπακλαβά, χωρίς φυσικά να υποτιμούν τον ελληνικό λέει και συμπληρώνει ότι όταν ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, κάθε φορά που επισκεπτόταν την Ελλάδα παρατηρούσε πως οι μισοί επιβάτες του αεροπλάνου κρατούσαν στο χέρι μια σακούλα με τούρκικο μπακλαβά. «Έτσι μου ήρθε και η ιδέα να ζητήσω την αντιπροσωπεία για την Ελλάδα και να ανοίξω το πρώτο μαγαζί στο Παλαιό Φάληρο. Η αγάπη των Ελλήνων για τον τούρκικο μπακλαβά είχε ως αποτέλεσμα πολύ γρήγορα να έρθει το δεύτερο στο Σύνταγμα και μετά αλλά τρία».

Ασχέτως προέλευσης ο μπακλαβάς, σύμφωνα με τον διαιτολόγο- διατροφολόγο κ. Αβραάμ Κάζη, είναι γλυκό με μεγάλη θρεπτική αξία. «Είναι βέβαια εξαιρετικά παχυντικό, μπορεί όμως να αποτελέσει στοιχείο της μεσογειακής διατροφής χάρη στα συστατικά του. Εφόσον καταναλώνεται σε λογικές ποσότητες, δηλαδή ένα ή δύο γλυκά την εβδομάδα, είναι πολύ καλύτερο από μια πάστα ή γλυκίσματα με σαντιγί» σημειώνει.

1 ΤΟΝΟ

μπακλαβά την ημέρα πουλάει το μεγαλύτερο μπακλαβατζίδικο της Πόλης

Τα επεισόδια του «γλυκού» πολέμου


ΣΕ «ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είχε αναχθεί και ο μπακλαβάς. Το πρώτο θερμό επεισόδιο έγινε από την αναγνώρισή του ως εθνικού κυπριακού γλυκού. Οι τουρκικές αντιδράσεις ήταν σφοδρές. Η εφημερίδα «Ηurriyet» στο πρωτοσέλιδό της έγραφε: «Ο καβγάς του μπακλαβά» και η «Μilliyet» κυκλοφόρησε με τον τίτλο: «Ο ισχυρισμός για ελληνικό μπακλαβά εξαγρίωσε τους μπακλαβατζήδες». Ο Μεχμέτ Γιλντιρίμ, πρόεδρος της τουρκικής Ένωσης Παραγωγών Μπακλαβά έδωσε συνέντευξη Τύπου, όπου δήλωσε ότι «η Τουρκία πρέπει να διεκδικήσει τους εθνικούς θησαυρούς της, όπως είναι ο μπακλαβάς». Και ο πρόεδρος του Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Γκαζιάντεπ, Νεζάτ Κοτσέρ, παρουσιάζοντας έρευνες του Charles Ρerry στο Διεθνές Συμπόσιο Διατροφής τόνισε πως η αναγνώριση του μπακλαβά ως εθνικού γλυκού των Ελληνοκυπρίων είναι«παράλογη και αστεία αφού είναι ξεκάθαρο ότι είναι τούρκικος». Το τελευταίο επεισόδιο στον «πόλεμο του μπακλαβά» διαδραματίστηκε στις 5 Αυγούστου. Ο ανταποκριτής στην Αθήνα της εφημερίδας «Radikal» έγραφε: «Συνεχίζουν τα χτυπήματα κάτω από την ζώνη οι γείτονες. Αφού πρώτα οι Έλληνες οικειοποιήθηκαν το εθνικό μας γλυκό, έρχονται τώρα να σφραγίσουν το εγχείρημά τους με ένα αυτογκόλ. Μια από της μεγαλύτερες τράπεζες της Κύπρου, η Βank of Cyprus, στα εγκαίνια του υποκαταστήματός της στο κέντρο της Αθήνας κέρασε τους παρευρισκομένους όχι ελληνικό αλλά τούρκικο μπακλαβά, προερχόμενο από τουρκικό κατάστημα που εισάγει τα γλυκά από την Τουρκία.

Ιστορία γραμμένη με… σιρόπι


ΠΟΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ διεκδικούν την πατρότητά του. Οι περισσότερες ιστορικές αποδείξεις συγκλίνουν στο ότι οι Τούρκοι της Κεντρικής Ασίας ήταν οι εμπνευστές του και η συνταγή πήρε τη σημερινή μορφή της στην κουζίνα των ανακτόρων του σουλτάνου. Το 1971 ο βυζαντινολόγος Σπύρος Βρυώνης υποστήριξε ότι το βυζαντινό γλύκισμα κοπτή ήταν ο πρόγονος του σημερινού μπακλαβά. Ωστόσο το 1994 ο Charles Ρerry τον διέψευσε, αποδεικνύοντας αφενός ότι η κοπτή παρασκευαζόταν με ξηρούς καρπούς και μέλι αλλά όχι με ζύμη- έμοιαζε δηλαδή περισσότερο με τον σημερινό χαλβά και το παστέλι- και αφετέρου ότι πρώτοι οι Τούρκοι της Κεντρικής Ασίας έφτιαξαν ψωμί με πολλά επίπεδα ζύμης.

Για κάποιους, πριν από τον μπακλαβά ήταν το κρητικό γλυκό γαστρίν, το οποίο παρασκευαζόταν με ξηρούς καρπούς και αποξηραμένα φρούτα, κυρίως χουρμάδες. Σύμφωνα με άλλες ιστορικές πηγές, τον 8ο αι. π.Χ. Έλληνες έμποροι έφεραν τον μπακλαβά στην Αττική από τους Ασσυρίους.