Γκαπ, γκουπ, μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη ακούγονται ήχοι σαν από σκέιτ που κάνει ισορροπιστικές ασκήσεις. Όμως δεν υπάρχουν σκέιτ στον Άγνωστο. Είναι οι εύζωνοι που ξεμουδιάζουν κοπανώντας τα όπλα ή τα τσαρούχια τους μπροστά στους φακούς μερικών τουριστών. Χαμογελάστε παιδιά, λέει στην παρέα του ο άντρας που κρατά ένα πανό για τα πλοία στη Λήμνο, μας βγάζουν κι εμάς φωτογραφία! Είναι πολύ λίγοι που απαιτούν, μπροστά στη Βουλή, να αποκτήσει η Λήμνος κανονική συγκοινωνία. Οι υπόλοιποι Λημνιοί προφανώς δεν μπόρεσαν να έρθουν, ακριβώς λόγω έλλειψης συγκοινωνίας.

Σεμνοί και ειρηνικοί, δεν κλείνουν τον δρόμο.

Φαντάζομαι ότι δεν θα τον έκλειναν ακόμα κι αν ήταν πολλοί, αφού θέλουν κι αυτοί ανοιχτούς θαλάσσιους δρόμους. Δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση τους, με το ξερό λιοπύρι μέσα στο Σύνταγμα για ένα πανό που ίσως βγάλουν φωτογραφία τουρίστες οι οποίοι δεν καταλαβαίνουν τι γράφει.

Αλλά θα ήθελα να πρέπει να πηγαίνω στη Λήμνο κάθε τόσο, να έχω πατρίδα μου ένα από εκείνα τα χωριά που ανακαλύψαμε πριν από χρόνια ταξιδεύοντας, όμορφα, άγνωστα, παλιά και δυσανάγνωστα, παράξενα, εξωτικά, που δεν ήξεραν να προκαλούν και να διαφημίζονται, απλώς υπήρχαν εκεί, αν μπορούσες να τα βρεις. Να χρειαζόταν να μαζεύω κάθε καλοκαίρι λίγη Λημνία γη, το κάποτε ανεκτίμητο φάρμακο που ήταν σκέτο χώμα (αλλά αν ήταν και κάτι άλλο δεν θα μάθουμε ποτέ) ή να καταγράφω τα ελάφια που εντελώς απρόσκλητα και αντι-οικολογικά πολλαπλασιάζονται στο κάστρο της Μύρινας, και τους τσαλαπετεινούς που πετούν κοπάδια πάνω από τα θερισμένα στάχυα. Το μεσημέρι θα έτρωγα μελίχλωρο τυρί, που με τίποτα δεν μπορεί να ταξιδέψει φρέσκο για την Αθήνα. Μήπως να σταθώ ανάμεσα στα περιστέρια, να με πάρουν μαζί τους οι Λημνιοί όταν έρθει το καράβι;