Η ΩΡΙΜΗ ΚΑΙ ΠΟΛΥΠΤΥΧΗ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΝΟΛΛΑ
ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ ΜΙΑ ΠΙΚΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΠΛΟΚΗ ΣΕ
ΕΝΑ ΥΠΑΡΞΙΑΚΟ ΔΡΑΜΑ ΠΟΥ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΙ ΤΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Από τους πιο αναγνωρισμένους πεζογράφους, ιδίως διηγηματογράφους, της μεταπολιτευτικής περιόδου (πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1974), με το νέο βιβλίο του, Ναυαγίων πλάσματα, ο Νόλλας σημειώνει έναν ακόμη σημαντικό σταθμό της ώριμης πορείας του. Η δράση αυτού του σύντομου αφηγήματος, αποτελούμενου από περίπου 80 σελίδες και διαρθρωμένου σε 15 ενότητες, εκτυλίσσεται σε κάποιο μη κατονομαζόμενο ελληνικό νησί του Αιγαίου.

Η ιστορία αρχίζει με τη διάσωση από το Λιμενικό Σώμα μιας νέας γυναίκας, της μοναδικής που σώθηκε από το ναυάγιο ενός σκάφους με λαθρομετανάστες.

Η γυναίκα αυτή, η Ασμάτ, εγκαθίσταται στο νησί και αναπτύσσει μια παράφορη ερωτική σχέση με έναν νεαρό ντόπιο, τον Ρήγα Βολιώτη, που εργάζεται στο Λιμενικό, ήταν ένας από τους διασώστες της και πρόκειται να παντρευτεί μια συντοπίτισσά του με μεγάλη προίκα. Στην εξέλιξη της ιστορίας, ο Ρήγας πληροφορείται στην Αθήνα από έναν ηλικιωμένο τυφλό συμπατριώτη και συγγενή του, παλιό ναυτικό που όλοι ονομάζουν με το παρωνύμιό του Πωστονλέν, ότι η Ασμάτ βρέθηκε νεκρή στο νησί. Ο Ρήγας επιστρέφει συγκλονισμένος στον τόπο του, την περίοδο της αποκριάς, ενώ το αγωνιώδες ερώτημα της μικρής κοινότητας των συμπατριωτών του είναι ποιος σκότωσε την Ασμάτ, ρίχνοντάς την από έναν βράχο. Ο Ρήγας διαπιστώνει ότι ο επικεφαλής του Λιμενικούπου οι υφιστάμενοί του ονομάζουν περιγελαστικά Βadman- και πιθανόν και άλλοι νησιώτες, γνωρίζουν για τον κρυφό δεσμό του με την Ασμάτ. Η αγωνία του μήπως το μυστικό του γίνει γνωστό σε όλους ή και ενοχοποιηθεί για το σκοτεινό έγκλημα, εναλλάσσεται με τη βαθιά οδύνη για την απώλεια της αγαπημένης του νεκρής και την επίγνωση της μίζερης τακτοποιημένης ζωής του.

Η ιστορία ολοκληρώνεται, στην τελευταία ενότητα, με τους νησιώτες, συγκεντρωμένους σε ένα αποκριάτικο γεύμα, να συζητούν και να αναρωτιούνται μήπως τελικά η Ασμάτ δεν δολοφονήθηκε αλλά έδωσε η ίδια τέρμα στη ζωή της. Έτσι επέρχεται η λύτρωση της τοπικής κοινωνίας από το πρόβλημα που την ταλάνιζε. Στην προηγούμενη, 14η ενότητα ο χρόνος εκτύλιξης της ιστορίας τοποθετείται στο μέλλον (ως προς το πραγματικό παρόν μας), καθώς ο αφηγητής μάς πληροφορεί ότι καταργήθηκε η στελέχωση του Λιμενικού από Έλληνες και η φύλαξη των θαλασσίων και χερσαίων συνόρων μας ανατέθηκε σε ιδιωτικές εταιρείες που προσλαμβάνουν εγκατεστημένους πλέον στην Ελλάδα μετανάστες· αυτοί οι νέοι, καλύτεροι φύλακες διώκουν απηνώς κάθε ξένο που επιχειρεί να περάσει τα σύνορα κι έτσι θεμελιώνουν την κοινωνική γαλήνη.

Δημήτρης Νόλλας

ΝΑΥΑΓΙΩΝ ΠΛΑΣΜΑΤΑ

ΕΚΔ. ΚΕΔΡΟΣ 2009, ΣΕΛ. 92