Εννέα χιλιάδες νεκροί, περισσότεροι από 10.000 τραυματίες και άγνωστος αριθμός αγνοουμένων ήταν έως αργά χθες ο απολογισμός των θυμάτων από τον ισχυρότατο σεισμό μεγέθους 7,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που συγκλόνισε τη Νοτιοδυτική Κίνα. Μεταξύ των θυμάτων είναι τουλάχιστον 900 μαθητές οι οποίοι καταπλακώθηκαν από τα συντρίμμια των σχολείων τους που κατέρρευσαν.


Με βομβαρδισμένο τοπίο μοιάζει η επαρχία Σετσουάν της Νοτιοδυτικής Κίνας ύστερα από τον πλέον καταστροφικό σεισμό που έπληξε τη χώρα τα τελευταία 30 χρόνια. Λόγω των καταστροφών που προκλήθηκαν, έως αργά χθες αρκετές από τις πληγείσες περιοχές παρέμεναν αποκομμένες από τον έξω κόσμο και ήταν αδύνατο να δοθεί συνολικός απολογισμός των θυμάτων. Εκφράζονται φόβοι ότι ο αριθμός θα αυξηθεί. Ο σεισμός κράτησε περισσότερο από τρία λεπτά και έγινε αισθητός στο Χονγκ Κονγκ, στην Ταϊβάν, στην Ταϊλάνδη και στο Βιετνάμ. Σημειώθηκε στη διάρκεια της ημέρας όταν οι μαθητές

ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ

«Οι εγκαταστάσεις δεν επηρεάστηκαν από τον σεισμό» επισήμανε ο εκπρόσωπος της Οργανωτικής Επιτροπής

βρίσκονταν στα σχολεία τους. Οκτώ σχολεία κατέρρευσαν στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα περισσότερα από 1.000 παιδιά να θαφτούν μαζί με τους δασκάλους τους στα ερείπια. Μόνο στην πόλη Ντουτζιανγκιάν 900 παιδιά παγιδεύτηκαν όταν το τριώροφο σχολικό συγκρότημα ισοπεδώθηκε. «Κάποιοι μαθητές προσπαθούσαν να απεγκλωβιστούν από τα συντρίμμια, τα παιδιά έκλαιγαν ζητώντας βοήθεια», μετέδιδαν τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης. Γονείς και άλλοι κάτοικοι της περιοχής με τη βοήθεια ειδικού εξοπλισμού κατάφεραν να απελευθερώσουν αρκετά παιδιά, ωστόσο ο αριθμός τους δεν προσδιο- ρίστηκε και πιστεύεται ότι εκατοντάδες παραμένουν ακόμη εγκλωβισμένα. Μέχρι 5.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν μόνο σε μία περιφέρεια της Σετσουάν, στο Μπεϊτσουάν, με πληθυσμό 161.000, όπου το 80% των κτιρίων ισοπεδώθηκε. «Κάνουμε ό,τι μπορούμε, όμως οι δρόμοι είναι γεμάτοι ερείπια και βράχους», δήλωσε ο υπεύθυνος της επιχείρησης διάσωσης καθ΄ οδόν προς την ορεινή περιοχή Ουεντσουάν, στο επίκεντρο του σεισμού. Από τις κατολισθήσεις 31 επιβατικές αμαξοστοιχίες και 149 εμπορικές παγιδεύτηκαν κοντά στην πρωτεύουσα Τσενγκντού, μια πόλη δέκα εκατομμυρίων κατοίκων.

Αδιευκρίνιστη παρέμενε, αρκετές ώρες μετά τον σεισμό, η κατάσταση σε άλλες δύο περιφέρειες. Σύμφωνα με Κινέζους αξιωματούχους, θάνατοι προκλήθηκαν και σε άλλες τρεις επαρχίες καθώς και στην μεγάλη πόλη Τσονγκίνγκ, η οποία γειτονεύει με το Σετσουάν και έχει 30 εκατομμύρια κατοίκους. Κινεζικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν ακόμη πως οι αρχές επιχείρησαν να προσεγγίσουν την περιοχή με τέσσερα ελικόπτερα αλλά οι ισχυρές βροχοπτώσεις δεν το επέτρεψαν.

Διαρροή χημικών

Τουλάχιστον ένα νοσοκομείο και δύο εργοστάσια χημικών περιλαμβάνονται στα κτίρια που κατέρρευσαν και εκατοντάδες εργαζόμενοι παρέμεναν ώς αργά χθες εγκλωβισμένοι στα συντρίμμια. Από την ισχυρή σεισμική δόνηση διέρρευσαν στο περιβάλλον 80 τόνοι αμμωνίας. «Οδηγούσα και ο δρόμος άρχισε να τρέμει. Βράχοι έπεφταν απ΄ τα βουνά και σύννεφο σκόνης σκοτείνιασε τον ουρανό πάνω από την κοιλάδα», δήλωσε υπάλληλος της σεισμολογικής υπηρεσίας του Σετσουάν. Στο Πεκίνο και τη Σαγκάη οι εργαζόμενοι βγήκαν στους δρόμους έντρομοι, ωστόσο ζημιές δεν αναφέρθηκαν. Το βράδυ βρήκε τους πληγέντες στους δρόμους, να μεταφέρουν ο καθένας τη δική του εμπειρία από τον σεισμό, φοβισμένοι. Έμειναν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και τηλεφωνικές επικοινωνίες. «Κυκλοφοριακή συμφόρηση, δεν έχουμε νερό, ηλεκτρικό, όλοι στους δρόμους, οι ασθενείς έξω από τα νοσοκομεία», έγραψε φοιτητής από την πόλη Τσενγκντού σε SΜS που έστειλε στο πρακτορείο Αssociated Ρress.

Το Πεκίνο κινητοποίησε περισσότερους από 5.000 στρατιώτες και αστυνομικούς για να συμβάλουν στις επιχειρήσεις διάσωσης και ανακούφισης των πληγέντων. Ο πρωθυπουργός Ουέν Τζιαμπάο χαρακτήρισε συμφορά το πλήγμα του Εγκέλαδου και κάλεσε τον λαό να επιδείξει ψυχραιμία και κουράγιο.

Η νέα πρόκληση

Η φυσική καταστροφή που έπληξε την Κίνα συνέβη σε μια στιγμή κατά την οποία οι προκλήσεις για την ηγεσία της περισσεύουν μόλις τρεις μήνες από τους Ολυμπιακούς Αγώνες και λίγο μετά την καταστολή των αντικινεζικών διαδηλώσεων στο Θιβέτ και τη διεθνή αντίδραση που προκάλεσε, ενώ είναι έκδηλη η δυσφορία του λαού για τους υψηλούς δείκτες πληθωρισμού.

«Οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις δεν επηρεάστηκαν από τον σεισμό» επισήμανε ο Σουν Γουέιντε, εκπρόσωπος της Οργανωτικής Επιτροπής των Αγώνων του Πεκίνου. «Όταν κατασκευάζαμε αυτές τις εγκαταστάσεις, είχε ληφθεί υπόψη και το ενδεχόμενο σεισμού». Στο Εθνικό Στάδιο, το διαμάντι του στέμματος των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, ομάδες μηχανικών επιθεωρούσαν το αθλητικό συγκρότημα όταν εκδηλώθηκε ο σεισμός. Όπως δήλωσε λίγο αργότερα στους δημοσιογράφους ο Λι Τζιουλίν, επικεφαλής μηχανικός, τα κτίρια όλα κατασκευάστηκαν για να μπορούν να αντέξουν σεισμό μεγέθους 8 Ρίχτερ. Οι αρχές της Κίνας ανακοίνωσαν επίσης ότι στον ποταμό Γιανκτσέ, το γιγάντιο φράγμα των Τριών Φαραγγιών, το οποίο συγκρατεί 39 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, δεν επλήγη.

«Εκφράζω τα συλλυπητήριά μου στα θύματα και στις οικογένειές τους. Είμαι συγκλονισμένος από τον αριθμό των μαθητών και των παιδιών που επλήγησαν από την τραγωδία αυτή. Οι ΗΠΑ είναι εδώ, έτοιμες να βοηθήσουν με οποιονδήποτε δυνατό τρόπο», επισήμανε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους.

Ξύπνησαν οι μνήμες της μεγάλης καταστροφής του 1976


Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΕΙΣΜΟΣ που ισοπέδωσε τη Σετσουάν ξύπνησε τις μνήμες της πιο θανατηφόρας σεισμικής δόνησης του 20ού αιώνα, από την οποία έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον 250.000 άνθρωποι στην πόλη Τανγκσάν- οι περισσότεροι την ώρα που κοιμόντουσαν. Η δόνηση ήταν έντασης 7,8 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και σημειώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Ιουλίου του 1976. Δεκάδες θύματα και εκτεταμένες ζημιές προκλήθηκαν ακόμη και στο Πεκίνο, το οποίο απείχε περισσότερα από 100 χλμ. από το επίκεντρο. Παράλληλα, άρχισε ένα όργιο φημών ότι εκείνος ο σεισμός ήταν το προμήνυμα μιας μελλοντικής καταστροφής. Δεν είχαν περάσει ούτε δυο μήνες όταν ο «μεγάλος τιμονιέρης», Μάο Τσετούνγκ, άφηνε την τελευταία του πνοή.

Σε καλύβες

Η χθεσινή καταστροφή κοντά στην πόλη Γουέντσουαν, στη Νοτιοδυτική Κίνα, μετρήθηκε επίσης στους 7,8 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.

Πολλοί από αυτούς που έχασαν τη ζωή τους το 1976 στην Τανγκσάν ζούσαν σε καλύβες ή σε πλίθινους κοιτώνες τους οποίους είχε κατασκευάσει μια κυβέρνηση που αγωνιζόταν να ντύσει και να θρέψει τον λαό της στο τέλος της Πολιτιστικής Επανάστασης και που δεν ανησυχούσε για την αντισεισμική προστασία. Οι 110.000 κάτοικοι της Γουέντσουαν ζουν σε σχετικά παρόμοια και απλά σπίτια.

Πολλά από αυτά τα κτίσματα θα μπορούσαν να καταρρεύσουν σε δευτερόλεπτα.

Στον σεισμό του 1976, το κινεζικό καθεστώς έκρυβε για μήνες την έκταση της καταστροφής και αρνούνταν οποιαδήποτε διεθνή βοήθεια. Τουλάχιστον αυτό δεν συμβαίνει σήμερα. Η κυβέρνηση δεν έκανε καμιά προσπάθεια να κρύψει το μέγεθος του σεισμού και ο πρωθυπουργός Ουέν Τζιαμπάο μετέβη στον τόπο της καταστροφής.

© Τhe Τimes, 2008