ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ
ΖΗΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΝΑ «ΣΕΒΑΣΤΟΥΝ
ΤΗΝ ΙΕΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ»; ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΕΒΑΙΝΟΥΜΕ
ΣΙΩΠΗΛΟΙ ΣΤΟΝ «ΙΕΡΟ ΒΡΑΧΟ» ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ;
ΓΙΑΤΙ ΦΩΝΑΖΟΥΝ «ΙΕΡΟΣΥΛΙΑ» ΟΙ ΚΟΛΛΗΜΕΝΟΙ ΘΕΑΤΡΙΚΟΙ
ΕΘΝΟΚΡΙΤΙΚΟΙ, ΟΤΑΝ ΘΕΩΡΟΥΝ ΟΤΙ ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΣΕ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ «ΕΧΕΙ ΥΠΕΡΒΕΙ ΤΑ ΟΡΙΑ»;
Γιατί κάποτε γλαφυρότατη Ελληνίδα δημοσιογράφος επέμενε ότι ένα από τα γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο δάκρυσε καθώς την κοίταξε (το μάρμαρο αυτήν, και όχι το αντίθετο);

Η απάντηση όλων των παραπάνω επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο θαυμάσιο βιβλίο του Γιάννη Χαμηλάκη, Το Έθνος και τα συντρίμμια του:Αρχαιότητα,αρχαιολογία και φαντασιακή οργάνωση του έθνους στην Ελλάδα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα αγγλικά από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Οι αρχαιότητες, λέει ο Χαμηλάκης, ουσιαστικά λατρεύονται ως οι εικόνες μιας νέας θρησκείας, της θρησκείας του έθνους ως φαντασιακής κοινότητας. Τα αρχαία είναι «ιερά» ακριβώς γιατί έχουν θέση προνομιακή στο εικονοστάσι του ελληνικού έθνους. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι ο Μανόλης Ανδρόνικος επέλεξε να γίνει το άνοιγμα του μεγάλου τάφου στη Βεργίνα στις 8 Νοεμβρίου 1977, τη μέρα που η Ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ που φυλάνε τις πύλες του Κάτω Κόσμου.

Εν ολίγοις: κάτι με τις αρχαιότητες, κάτι με Ορθοδοξία, των Ελλήνων οι ανασκαφές αποκτούν υπεραξία. Στο πλαίσιο της φαντασιακής οργάνωσης του έθνους τα υλικά απομεινάρια του παρελθόντος παύουν να δηλώνουν πολιτισμική ετερότητα (πολιτισμούς διαφορετικούς από τον δικό μας) και μεταμορφώνονται σε σύμβολα ταυτότητας. Τα αρχαιολογικά ευρήματα αρχίζουν να παρομοιάζονται με ρίζες (ενός πληθυσμού που θέλει να αισθάνεται «γηγενής»), η αρχαιολογική σκαπάνη μοιάζει σαν να ξεθάβει προγόνους, και, το κυριότερο, σαν να τους ζωντανεύει, σαν να τους καλεί να συμμετάσχουν στο Έθνος ως αέναη συγχρονία. Τα αποτελέσματα είναι πασίγνωστα: οι Καρυάτιδες κλαίνε επειδή τους πήραν την αδερφή τους, οι τοιχογραφίες πιάνουν χορό κάθε φορά που παίρνουμε κανένα αθλητικό κύπελλο, τα γλυπτά στα ξένα μουσεία μοιάζουν εξόριστα και πρέπει να επαναπατριστούν, ο Παρθενώνας δεν μπορεί να αναπνεύσει όποτε ανεβαίνει η μόλυνση του Λεκανοπεδίου, ενώ όλα μα όλα τα αγάλματα της Βορείου Ελλάδος μας δείχνουν, διά της αυστηρότατης έκφρασής τους, τη σθεναρή στάση που πρέπει να κρατήσουμε στο Μακεδονικό. Με άλλα λόγια, αφού υποστούν εθνική διαρρύθμιση, τα συντρίμμια της αρχαιότητας μεταμορφώνονται σε ισότιμους, πλην και καλόβολους, συμπατριώτες.

Υannis Ηamilakis

THE NATION ΑΝD IΤS RUΙΝS

AΝΤΙQUΙΤΥ, ARCΗΑΕΟLΟGΥ ΑΝDNΑΤΙΟΝΑL IΜΑGΙΝΑΤΙΟΝ IN GRΕΕCΕ

ΕΚΔ. ΟΧFΟRD UΝΙVΕRSΙΤΥ ΡRΕSS, 2007 ΣΕΛ. 360,

ΤΙΜΗ: 84,35 ΕΥΡΩ

Ιδεολογική χρήση

Στόχος του βιβλίου δεν είναι να εξαντλήσει τη συζήτηση για την «εθνική χρήση» των αρχαιολογικών ευρημάτων στην Ελλάδα αλλά να τη διαμορφώσει με νέους όρους. Ο συγγραφέας επικεντρώνει έτσι την προσοχή του σε θέματα με παραδειγματική αξία. Ακόμα και η σειρά με την οποία παρουσιάζονται τα κεφάλαια δείχνει ότι δεν τον ενδιαφέρει να πει μια γραμμική ιστορία. Τα κεφάλαια αναλύουν, με τη σειρά: τη συγκρότηση της επίσημης αρχαιολογίας στην Ελλάδα· τη σχέση των κλασικών αρχαιολογικών ευρημάτων με την προεπαναστατική διαμόρφωση του φιλελληνισμού και την «εφεύρεση της σύγχρονης Ελλάδας»· τα ευρήματα της Βεργίνας, και την ανάδειξη, στο πρόσωπο του Μανόλη Ανδρόνικου, της μορφής του «εθνικού αρχαιολόγου»· τη χρήση των αρχαίων μνημείων κατά τη δικτατορία του Μεταξά· τον «Νέο Παρθενώνα» της Μακρονήσου και τα αντίγραφα αρχαιοτήτων που καλούνταν να φτιάχνουν οι έγκλειστοι εκεί· τη διαμάχη για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα.

Ανοίγοντας δημιουργικό διάλογο με τις νέες θεωρητικές τάσεις στον χώρο της αρχαιολογίας και της ανθρωπολογίας, αλλά και με τη βιβλιογραφία για τον εθνικισμό, ο Χαμηλάκης δείχνει τις περίπλοκες διαδρομές που ενώνουν την αρχαιότητα, τις αρχαιότητες, την αρχαιολογία και την (εθνική) ιδεολογία εντός της ζωής του Έθνους. Η Ελλάδα γίνεται έτσι μοναδικό παράδειγμα μιας ευρύτερης, και ιδιαίτερα επίκαιρης, συζήτησης, σε μια στιγμή που οι εθνικιστικές τάσεις σε όλο τον κόσμο εντείνονται, και οι μεγαλύτερες μάχες δεν είναι πια μόνο οικονομικοπολιτικές, είναι και πολιτιστικές. Γιατί μπορεί το Έθνος να πατάει πάνω στα συντρίμμια ενός ανασκευασμένου παρελθόντος, τα ιδεολογικά του στηρίγματα όμως μοιάζουν όλο και περισσότερο να πήζουν μπετόν.