ΕΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟ που χορηγείται πριν από την εγχείρηση μπαϊπάς σε ασθενείς με έμφραγμα αποσύρεται από την αγορά έως ότου ολοκληρωθούν τα ευρήματα μεγάλης διεθνούς μελέτης για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά του, επειδή υπάρχει η υποψία ότι προκαλεί αύξηση της θνησιμότητας μεταξύ των ασθενών.

Το φάρμακο λέγεται απροτινίνη, διατίθεται με την εμπορική ονομασία Τrasylol και χορηγείται με ενδοφλέβια έγχυση στους ασθενείς προτού κάνουν επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης, όπως λέγεται επιστημονικά το μπαϊπάς. Την απόφαση για προσωρινή αναστολή της διάθεσής του σε όλον τον κόσμο έλαβε η παρασκευάστρια εταιρεία του Βayer.

Όπως εξήγησε στα «ΝΕΑ» ο κ. Ιωάννης Γουδέβενος, καθηγητής Καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, «το Τrasylol χορηγείται πριν από το μπαϊπάς σε ασθενείς με έμφραγμα, οι οποίοι έχουν πάρει πολλά αντιθρομβωτικά φάρμακα και υπάρχει κίνδυνος να αιμορραγήσουν κατά τη διάρκεια της εγχείρησης». Υπολογίζεται ότι ένας στους τέσσερις ασθενείς που υποβάλλονται σε μπαϊπάς στη χώρα μας λαμβάνει ως προφυλακτική αγωγή το Τrasylol, ενώ εκτιμάται πως κάθε χρόνο χορηγούνται στην Ελλάδα 40.000 δόσεις – σε κάθε χειρουργείο χρησιμοποιούνται έως και 15 δόσεις. Η απροτινίνη είναι ένα πολυπεπτίδιο, που εξάγεται από τους πνεύμονες των βοοειδών, κατά τον κ. Γουδέβενο. Το πολυπεπτίδιο αυτό δρα αναστέλλοντας τη δράση ορισμένων ενζύμων (λέγονται πρωτεάσες), τα οποία προκαλούν αιμορραγία.

Η απόφαση

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της γερμανικής εταιρείας Βayer, στην απόφαση να αναστείλει προσωρινά τη διάθεση του φαρμάκου κατέληξε έπειτα από σχετικές συζητήσεις με το γερμανικό Ομοσπονδιακό Ίδρυμα Φαρμάκων και Ιατρικών Συσκευών (ΒfΑrΜ), την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDΑ) των ΗΠΑ, την αρμόδια υγειονομική Αρχή του Καναδά και άλλους υγειονομικούς οργανισμούς.

Το Τrasylol κυκλοφορεί σε 60 χώρες. Υπολογίζεται ότι από το 1993 που πρωτοδιατέθηκε στις ΗΠΑ έως σήμερα έχει χορηγηθεί σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο ασθενείς σε όλον τον κόσμο, αλλά εδώ και λίγα χρόνια έχουν δημιουργηθεί υποψίες ότι αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης σοβαρών προβλημάτων, όπως η νεφρική ανεπάρκεια, η καρδιακή ανεπάρκεια και το εγκεφαλικό επεισόδιο.