ΤΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ,
ΣΚΗΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΙ
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΙΟ ΕΠΙΜΟΝΗΣ
ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗΣ,
ΟΤΙ Η «ΕΥΤΥΧΙΑ» ΕΧΕΙ ΚΑΠΟΙΑ
ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ
ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟ,
ΕΙΝΑΙ ΔΟΣΜΕΝΑ ΜΕ ΤΗΝ
ΑΠΑΡΑΜΙΛΛΗ ΤΕΧΝΗ ΕΝΟΣ ΚΛΑΣΙΚΟΥ,
ΤΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΕΝΟΣ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟΥ
ΑΦΗΓΗΤΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗ
ΚΑΙ ΕΙΡΩΝΙΚΗ ΜΑΤΙΑ
ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ «ΗΘΟΓΡΑΦΟΥ»
«Η φιλοσοφία δεν είναι τίποτε διαφορετικό από την ιστορία των ανθρώπινων ψευδαισθήσεων», λέει ο δόκτωρ Μάργκολις, ένας από τους ήρωες των ιστοριών του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, από τη συλλογή διηγημάτων του Ο Σπινόζα της οδού Αγοράς. Το βιβλίο περιλαμβάνει εννέα διηγήματα που πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1957, στα γίντις και σε αγγλική μετάφραση που επέβλεψε ο ίδιος ο συγγραφέας, όπως συνήθιζε. Οι πρωταγωνιστές ανήκουν στο γνώριμο ρεπερτόριο του συγγραφέα: αγαθοί χωρικοί και πονηροί έμποροι, ραβίνοι και αφελείς νοικοκυρές, φιλήδονοι και άπιστοι σύζυγοι, ονειροπαρμένοι επιστήμονες και φιλόσοφοι, ψεύτες, κλέφτες και, τέλος, κάθε είδους δαίμονες και δαιμονισμένοι. Αυτοί οι τελευταίοι, που εμφανίζονται τόσο συχνά στο έργο του Σίνγκερ ώστε να τον χαρακτηρίζουν εκπρόσωπο όχι του «μαγικού» αλλά του «δαιμονικού» ρεαλισμού, διαδραματίζουν ρόλο καθοριστικό: με τη μορφή του Σατανά, του οικιακού δαιμόνιου ή του «ντιμπούκ», έρχονται να αναστατώσουν τη ζωή των ανθρώπων, να τους βάλουν σε πειρασμό, να τους υπαγορεύσουν τις πιο απίθανες πράξεις, να τους ρίξουν στην κραιπάλη, και την καταστροφή, συχνά μόνο για να διασκεδάσουν.

Οι δαίμονες και τα «ντιμπούκ» είναι γνήσια παιδιά της εβραϊκής παράδοσης με την οποία μεγάλωσε ο Σίνγκερ, στην οποία ανήκουν θρύλοι, παραμύθια και μαγικές ιστορίες. Την παράδοση αυτή αναγνωρίζουμε σε πολλές από τις ιστορίες του Σίνγκερ, όπου ο Σατανάς αφηγείται αυτοπροσώπως τα κατορθώματά του, όπως κάνει ο Σαμαήλ, «ο αρχέγονος όφις, το πνεύμα του κακού», στο πρώτο διήγημα της συλλογής με τον τίτλο «Η καταστροφή του Κρέσεφ». Σε ένα άλλο διήγημα, την «Ιστορία με δυο ψεύτες», ο δαίμονας βάζει αντιμέτωπους έναν άνδρα και μια γυναίκα, να συναγωνιστούν στο ψέμα μέχρι τελικής πτώσεως.

Η τεχνική της «δαιμονικής» αφήγησης είναι μια σπουδαία επινόηση στο έργο του Σίνγκερ, γιατί επιτρέπει μια λοξή, ειρωνική ματιά στα ανθρώπινα, σώζοντας τον συγγραφέα από τον κίνδυνο της ηθικολογίας και της όποιας ιδεολογικής φόρτισης.

«Δουλειά του καλλιτέχνη δεν είναι να λύνει προβλήματα, αλλά να τα θέτει», έγραφε ο Τσέχωφ και αυτή τη γραμμή ακολουθεί ο Σίνγκερ, εμβολιάζοντας την παράδοση των μεγάλων ρεαλιστών και ηθογράφων δασκάλων του, Τολστόι και Ντοστογιέφσκι, Φλομπέρ και Μοπασάν, με το ανορθόλογο στοιχείο της εβραϊκής δαιμονολογίας και του μυστικισμού. Δαίμονες και τρελοί για τον Σίνγκερ προστατεύουν τον κόσμο από τον ψυχρό ορθολογισμό, που δεν είναι μόνο ένα από τα χαρακτηριστικά της ιουδαϊκής σκέψης, αλλά και του δυτικού κόσμου. Ακριβώς όμως γι΄ αυτό τον λόγο ο Σίνγκερ, που έχει θεωρηθεί κατ΄ εξοχήν συγγραφέας των γίντις και της αφανισμένης κουλτούρας των εβραϊκών κοινοτήτων της Ανατολικής Ευρώπης, έχει δώσει ένα έργο με διαστάσεις που ξεπερνούν τα στενά όρια του κόσμου των γκέτο και των «στετλ» της Πολωνίας, και αποκτούν οικουμενικότητα.

Ιsaac Βashevis Singer

Ο ΣΠΙΝΟΖΑ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΑΓΟΡΑΣ

ΜΤΦ. ΑΝΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ ΕΚΔ. ΜΑΪΣΤΡΟΣ, 2007 ΣΕΛ. 279, ΤΙΜΗ: 20 ΕΥΡΩ

Εκτεθειμένοι

Οι άνθρωποι του Σίνγκερ είναι εκτεθειμένοι σε κινδύνους, σε συνεχή εσωτερική σύγκρουση ανάμεσα στο καλό και το κακό, ανάμεσα στη λογική και το ανορθόλογο, στο γνωστό και το ανεξέλεγκτο. Η ματιά του συγγραφέα, βαθιά στοχαστική, στρέφεται στα ανθρώπινα με χιούμορ και πνεύμα ελεύθερο και αντισυμβατικό, σε ιστορίες όπως αυτή του ηλικιωμένου γεροντοπαλίκαρου, φανατικού αναγνώστη του Σπινόζα, που αργοσβήνει στη μοναξιά και την αυστηρή τήρηση των κανόνων του δασκάλου του, και θα βρει εντέλει την ευτυχία στον έρωτα με τη γειτόνισσά του, μια άσχημη γεροντοκόρη. Όπως οι μεγάλοι δημιουργοί, ο Σίνγκερ φτιάχνει μια ασύλληπτου πλούτου νωπογραφία των ανθρώπινων αισθημάτων, όπου η ελπίδα συνυπάρχει με τον φόβο, την ανασφάλεια, την καταστροφή, αλλά η τραγικότητα περνά μέσα από το φίλτρο της ειρωνείας: τίποτε δεν τελειώνει, όλα συνεχίζονται με τον ίδιο παράλογο τρόπο, σε πείσμα του ηθικολόγου, του ορθολογιστή, του φιλόσοφου.

Την εξαίρετη μετάφραση των διηγημάτων της συλλογής φιλοτέχνησε η Άννα Περιστέρη διασώζοντας τον αστραφτερό, γοργό και περιεκτικό λόγο ενός στυλίστα που απεχθανόταν την ασάφεια.