Το φόρεμα χώρεσε στη θήκη μιας βιντεοκασέτας. Ο άνδρας που το είχε κλέψει από την έκθεση με ενθύμια της Μαρίας Κάλλας- πρέπει να ήταν άνδρας, τον είχαν δει στο Ιταλικό Ινστιτούτοτο επέστρεψε ταχυδρομικώς. Πώς διπλώθηκε τόσο πολύ; Στα παραμύθια τα φορέματα χωράνε μέσα σε ένα καρυδάκι, κι ας έχουν πάνω κεντημένα τον ουρανό με τ΄ άστρα. Η βιντεοκασέτα δεν είναι και πολύ μεγαλύτερη, αν το καλοσκεφτείς. Ένα παραμύθι και το φόρεμα, κόκκινα λουλούδια σε λευκό φόντο, στο ζωγραφισμένο πορτρέτο της Κάλλας, στην ανάμνηση κάποιων ανθρώπων που ίσως την είδαν να το φορά κάποτε, πριν από χρόνια, κάπου, ποιος ξέρει αν μπορούν ακόμα να ανασυστήσουν την εικόνα εκεί που δουλεύει η μνήμη. Κι ο κλέφτης τι το έκανε τις μέρες που πέρασε μαζί του; Να το έδωσε σε κάποια αγαπημένη, να το δοκίμασαν μαζί; Να το φόρεσε ο ίδιος; Το στέλνουν τώρα σε εργαστήρια το φόρεμα, να το βασανίσουν να ομολογήσει το μυστικό του, τι έκανε αυτές τις μέρες της απαγωγής του, δέθηκε συναισθηματικά με τους δεσμοφύλακές του, τους ομόρφυνε, τους χάρισε ηδονή ή μήπως αμέσως φόβο και τρόμο και λίγη φρίκη μπροστά στην αφθαρσία του υφάσματος όταν το σώμα που περιείχε και τεντωνόταν από μέσα αριστοτεχνικά έχει χαθεί πριν από τόσα χρόνια.

Μπορεί να ήταν ένα στοίχημα, ο κλέφτης να το κέρδισε εν ψυχρώ, με ακριβό υπολογισμό και μελέτη των κινήσεών του.

Μπορεί να ήταν αυθόρμητη πράξη, μια ακατανίκητη επιθυμία, μια τρομερή φαγούρα στα δάχτυλα, κάτι σαν αλλεργία στις παπαρούνες, ή μήπως παριστάνει τριαντάφυλλα το φόρεμα; Επέστρεψε τσαλακωμένο, απλώθηκε ξανά, πλύσιμο, σιδέρωμα, και μέσα στα πάντα δροσερά του πέταλα κρύβει άλλο ένα μικρό μυστήριο.