Γράφτηκαν πολλά και θα συνεχίσουν να διατυπώνονται σχόλια για πολύ καιρό πάνω

στον τελευταίο ανασχηματισμό της κυβερνήσεως Καραμανλή.

Νομίζω, όμως, ότι είναι κοινός τόπος πως η μόνη μεγάλη αλλαγή που επισκιάζει

όλες τις άλλες, με πολυσήμαντες επιπτώσεις στην πορεία του τόπου, είναι η

ανάληψη της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εξωτερικών από την κ. Ντόρα

Μπακογιάννη.

Πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν την άποψη ότι η νέα υπουργός των

Εξωτερικών στην πραγματικότητα αποτελεί φερέφωνο του επιτίμου στην κυβέρνηση

Καραμανλή.

Όσοι έχουν παρακολουθήσει την πολιτική διαδρομή του κ. Μητσοτάκη στα εθνικά

θέματα, ως πρωθυπουργού ή υπουργού Εξωτερικών, συμφωνούν ότι τα χειρίσθηκε με

«ηπιότητα», χωρίς να επιδιώκει πολιτικά ανταλλάγματα, όπως κάνουν σε τέτοιες

περιπτώσεις όλες οι χώρες.

Εκτιμάται ότι η κ. Μπακογιάννη, ως υπουργός των Εξωτερικών, θα ακολουθήσει με

παραλλαγές την πολιτική του πατέρα της σε όλα τα θέματα, όπως είναι οι

ελληνοτουρκικές σχέσεις, το Αιγαίο και το Κυπριακό, προβλήματα που σχετίζονται

με το μέλλον του Ελληνισμού.

Για να δώσουμε μία γεύση του τρόπου με τον οποίο αντιμετώπισε ο κ. Μητσοτάκης,

ως υπουργός των Εξωτερικών ή πρωθυπουργός, θέματα σχετικά με την εξωτερική

πολιτική της Άγκυρας, παραθέτουμε δύο συγκεκριμένα περιστατικά:

1. Το φθινόπωρο του 1980 – και ενώ συνεχίζονταν οι συζητήσεις για την

επανένταξη των Ενόπλων μας Δυνάμεων στην ενοποιημένη στρατιωτική δομή του ΝΑΤΟ

– ο αείμνηστος Ευάγγελος Αβέρωφ εξέδωσε μία Διαταγή, ως υπουργός Άμυνας, στην

οποία, μεταξύ άλλων, καθόριζε ότι προϋπόθεση για την επάνοδο των Δυνάμεών μας

στο ΝΑΤΟ ήταν η ανάθεση της ευθύνης Άμυνας του Αιγαίου σε Έλληνες

στρατιωτικούς διοικητές όπως ήσαν προ του 1974. Οι ΝΑΤΟϊκοί προσπάθησαν να μας

πιέσουν να ιδρύσουμε πρώτα τα ΝΑΤΟϊκά Στρατηγεία στη Λάρισα και μετά να

διαπραγματευθούμε τα όρια επιχειρησιακής ευθύνης στο Αιγαίο, όπως ακριβώς

επεδίωκε η Τουρκία. Αυτό θα οδηγούσε σε πολιτικές συζητήσεις για το καθεστώς

του Αιγαίου.

Στις 6 Ιανουαρίου 1981 ο κ. Μητσοτάκης κάλεσε στο ΥΠΕΞ τη διαπραγματευτική

ομάδα του ΓΕΕΘΑ και προσπάθησε να πείσει τους στρατιωτικούς ότι έπρεπε να

δεχθούμε την πρόταση του ΝΑΤΟ, πράγμα που ήταν αντίθετο και με τη γραπτή

εντολή του Αβέρωφ! H θέση αυτή του κ. Μητσοτάκη εξόργισε τον τότε υπουργό

Άμυνας, ο οποίος του έστειλε τη γνωστή επιστολή, για την οποία κατ’ επανάληψη

είχε επαινέσει δημοσίως τον Ηπειρώτη πολιτικό ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου!

2. Τέλος, θα πρέπει να μνημονεύσουμε εδώ τη θέση της κυβέρνησης

Μητσοτάκη στη Σύνοδο της Επιτροπής Αμυντικού Σχεδιασμού του ΝΑΤΟ, της 11ης

Δεκεμβρίου 1992, όταν η ελληνική πλευρά συμφώνησε με την πρόταση να

καταργηθούν τα όρια επιχειρησιακής ευθύνης στο Αιγαίο, πράγμα που ήταν σταθερή

επιδίωξη της Άγκυρας. Για την υποχώρηση αυτή, ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε

συνέντευξη στην εφημερίδα «TA NEA», στο φύλλο της 8ης Ιουνίου 1993, στην οποία

καυτηρίασε την πολιτική του τότε πρωθυπουργού, με την οποία αναθεώρησε στην

ουσία μία πάγια εθνική πολιτική.

Αυτά είναι μερικά δείγματα των χειρισμών του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στα

ελληνοτουρκικά θέματα. Γνωρίζουμε ότι στο προσεχές διάστημα θα τεθούν επί

τάπητος κρίσιμα ζητήματα, όπως:

*** Το Αιγαίο και τα λεγόμενα «ελληνοτουρκικά προβλήματα».

*** H πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη και η συμμόρφωσή της προς το

κοινοτικό κεκτημένο.

*** Το Κυπριακό.

*** Τα Βαλκανικά (Κόσοβο κ.λπ.).

Από την πορεία που θα δρομολογηθεί στα θέματα αυτά θα κριθεί η τύχη του

Ελληνισμού για τις επόμενες γενιές.

Είναι αυτονόητο ότι η πολιτική μας στα θέματα αυτά δεν πρέπει να διαμορφωθεί

με βάση προσωπικές πολιτικές στοχεύσεις, με την προσδοκία υποστήριξης από τον

ξένο παράγοντα ή με βάση τις αντιλήψεις μίας ομάδας συγκεκριμένων «ειδικών»,

οι οποίοι διαμορφώνουν τελευταία την εξωτερική μας πολιτική, με τάση να την

εξετάζουν με την απόμακρη θεώρηση ενός ουδετέρου.

H λειτουργία τέτοιων ομάδων και οι πολιτικές που προέρχονται από αυτές τις

διεργασίες θα καταλήξουν σε παραχωρήσεις, χωρίς ανταλλάγματα, που θα

ανατρέπουν το status quo στην περιοχή και θα παγιώνουν το διχοτομικό καθεστώς

στην Κύπρο. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα παύσει να υπάρχει η ένταση στην περιοχή.

H κούρσα των εξοπλισμών θα συνεχίσει αμείωτη, με τον υπουργό Άμυνας

υποχρεωμένο να προμηθεύεται οπλικά συστήματα για τον Στρατό μας, όχι σύμφωνα

με τις ανάγκες και τις προτάσεις των Επιτελείων των τριών Κλάδων των Ενόπλων

μας Δυνάμεων, αλλά ύστερα από άνωθεν εντολές που θα στοχεύουν στην προώθηση

προσωπικών επιδιώξεων με την υποστήριξη ξένων δυνάμεων.

Έχω την αίσθηση ότι ο κ. Πρωθυπουργός θα μετανοήσει μια μέρα για ορισμένες

επιλογές του. Αυτό, όμως, λίγο ενδιαφέρει τον λαό μας. Εκείνο που ενδιαφέρει

είναι το μέλλον αυτού του τόπου και η επιβίωση του Ελληνισμού.

O Νίκος Κουρής είναι πτέραρχος και επίτιμος αρχηγός ΓΕΕΘΑ