Πέντε σεισμούς και όχι έναν – τον προχθεσινό στα Κύθηρα – είχε προβλέψει η

ομάδα B. Παπαζάχου, όπως υποστηρίζει ο ομότιμος καθηγητής Σεισμολογίας στο

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον κ. Παπαζάχο οι

προβλέψεις είχαν γίνει με βάση τη μέθοδο μεσοπρόθεσμης πρόγνωσης σεισμών που

εφαρμόζει η ομάδα και αφορούσαν τους σεισμούς στη Σκύρο, τη Λευκάδα, την

Κάρπαθο και τη Χίο.

«Δημοσιεύσαμε τις εργασίες και ενημερώσαμε έγκαιρα τον ΟΑΣΠ, που είναι ο καθ’

ύλην αρμόδιος φορέας. Αυτή είναι η υποχρέωσή μας», τόνισε ο Βασίλης Παπαζάχος

Ο κ. Παπαζάχος μιλώντας στα «NEA» καταλόγισε «αδράνεια και εφησυχασμό στην

ελληνική πολιτεία στα θέματα προσεισμικού ελέγχου των κτιρίων και ενημέρωσης»

και χαρακτήρισε μονόδρομο για τα αρμόδια υπουργεία το θέμα ελέγχου των

υποδομών και των κτιρίων κοινής ωφέλειας με δεδομένη την υψηλότατη

σεισμικότητα της χώρας.

«Τα τελευταία χρόνια υπάρχει πρόσθετη γνώση για τους σεισμούς την οποία μπορεί

να αξιοποιήσει η Πολιτεία. Να ιεραρχήσει τα προσεισμικά μέτρα ετοιμότητας ώστε

οι πολίτες να αισθάνονται ασφαλείς», δήλωσε. Ο κ. Παπαζάχος υποστηρίζει ότι

εκτός από τον προχθεσινό σεισμό στα Κύθηρα, για τον οποίο έγινε σχετική

δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Bulletin of the Seismological Society

of America», ο ΟΑΣΠ είχε ενημερωθεί έγκαιρα και για άλλους τέσσερις σεισμούς

που έγιναν στον ελλαδικό χώρο μετά το 2000. Πρόκειται για τους μεγάλους

σεισμούς που σημειώθηκαν στη Σκύρο, τη Λευκάδα, την Κάρπαθο και τη Χίο, για

τους οποίους έγιναν επίσης δημοσιεύσεις σε ξένα επιστημονικά περιοδικά.

«Δημοσιεύσαμε τις εργασίες και ενημερώσαμε έγκαιρα τον ΟΑΣΠ, που είναι ο καθ’

ύλην αρμόδιος φορέας. Αυτή είναι η υποχρέωσή μας. Δεν πρόκειται να

αποκαλύψουμε οτιδήποτε για επικείμενο μεγάλο σεισμό στα Μέσα Μαζικής

Ενημέρωσης, αλλά ούτε και είμαστε αρμόδιοι να ελέγξουμε αν η πολιτεία

εφαρμόζει το πρόγραμμα προσεισμικού ελέγχου των κτιρίων», διευκρίνισε και

πρόσθεσε ότι τα στοιχεία των προγνώσεων η επιστημονική κοινότητα οφείλει να τα

μεταβιβάζει στην πολιτεία, ενώ δεν πρέπει να δίνονται απευθείας στην κοινή

γνώμη για να μην προκαλούν αδικαιολόγητο πανικό. Ο κ. Παπαζάχος σημείωσε

παράλληλα ότι ο ίδιος και η ομάδα του είχαν ενημερώσει μόνο τον ΟΑΣΠ και δεν

είχαν απευθύνει επιστολή στην ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος.

Πιλοτικό πρόγραμμα

Στο μεταξύ, ο κ. Παπαζάχος εκτός από τις εκθέσεις που κοινοποίησε στον ΟΑΣΠ

πρότεινε, με έγγραφό του προς τη Νομαρχία της Θεσσαλονίκης, την εφαρμογή ενός

πιλοτικού προγράμματος προσεισμικού ελέγχου κτιρίων το οποίο θα επεκταθεί

σταδιακά σε όλη τη χώρα.

Όπως διευκρινίζει, η πρότασή του για την εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος

δεν γίνεται επειδή υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι στην Κεντρική Μακεδονία ή σε

κάποια άλλη πυκνοκατοικημένη περιοχή της Ελλάδας ενδέχεται να σημειωθεί

καταστροφικός σεισμός, αλλά επειδή, όπως λέει, η χώρα θα βγει κερδισμένη σε

πολλούς τομείς. «Ένα τέτοιο πιλοτικό πρόγραμμα θα μπορούσε να αρχίσει από

οποιαδήποτε περιοχή της χώρας, αφού οι ισχυροί σεισμοί θα συνεχίσουν να

γίνονται στην Ελλάδα», συμπληρώνει.

H μέθοδος πρόβλεψης

ΣΕ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ δεδομένα, ιστορικά στοιχεία και στην εφαρμογή ενός

συγκεκριμένου μαθηματικού τύπου βασίζεται η μέθοδος μεσοπρόθεσμης πρόγνωσης

σεισμών της ομάδας Παπαζάχου. Από τα ιστορικά στοιχεία και τα στατιστικά

δεδομένα (συγκεντρώνονται στο εργαστήριο του ΑΠΘ από το 1978 μέχρι σήμερα)

προκύπτει ότι το μέγεθος κάθε σεισμού είναι ανάλογο με το μήκος του ρήγματος

από το οποίο προέρχεται. Στον ελλαδικό χώρο τα ρήγματα που προκαλούν μεγάλους

σεισμούς είναι της τάξεως των 30 – 40 χιλιομέτρων.

Επίσης, σύμφωνα με την ομάδα Παπαζάχου, έχει αποδειχθεί ότι δεν σημειώνεται

μεγάλος σεισμός αν σε μια ακτίνα μεγαλύτερη κατά περίπου οκτώ φορές

περιμετρικά από το επίκεντρο δεν έχει διεγερθεί ο χώρος από προσεισμούς που

έχουν μεγέθη της τάξεως των 4 και 5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Έτσι,

εντοπίζεται το επίκεντρο ενός επικείμενου σεισμού με απόκλιση 100-120

χιλιομέτρων. Παραμένουν, όμως, σταθερές οι άλλες δύο παράμετροι στην πρόβλεψη:

ο χρόνος που είναι συν-πλην 2 χρόνια και το μέγεθος (συν-πλην 0,4 Ρίχτερ).

Σύμφωνα με τα μέλη της ομάδας Παπαζάχου, σημαντικό στοιχείο στην επιτυχία της

μεθόδου μεσοπρόθεσμης πρόγνωσης είναι και το γεγονός ότι εντοπίζονται, με

ακρίβεια, τα λεγόμενα «ακίνδυνα» ρήγματα τα οποία είναι σχεδόν αδύνατο να

«δώσουν» ισχυρό σεισμό. Αντίθετα, στις περιοχές που βρίσκονται σε προετοιμασία

γένεσης ενός σεισμού εντοπίζονται και καταγράφονται όλα τα ρήγματα. Όσα

βρίσκονται σε επιβράδυνση και είναι ανενεργά εδώ και πολλές δεκαετίες

θεωρούνται επικίνδυνα για να δώσουν κάποιον μεγάλο σεισμό.