«Φανταζόμουν ότι κάτι θα έμενε από τα έπιπλα, τη βιβλιοθήκη, κάτι. Όμως το

μόνο που βρήκα μπροστά μου, είναι στάχτη. Τίποτα άλλο. Ακόμα και η σκεπή

έπεσε. Έμειναν μόνο οι τέσσερις τοίχοι».

H κυρία Γιούλη Καντερέ είδε προχθές το μεσημέρι το σπίτι της, στην Αγία Τριάδα

Ραφήνας, να παραδίδεται στις φλόγες και να γίνεται παρανάλωμα της φωτιάς.

Χθες, μία μέρα μετά την καταστροφή, επέστρεψε. Και δεν μπορούσε να συγκρατήσει

τα δάκρυά της αλλά ούτε την οργή της. «Εδώ ήταν Παράδεισος. Τώρα είναι Κόλαση.

Ακόμα και να επισκευάσω το σπίτι, πώς να μείνω εδώ πια. Στη μαυρίλα…». Όταν

ξέσπασε η φωτιά, ήταν στο γραφείο της. Άρον άρον επέστρεψε στο σπίτι. «Πήρα το

παιδί από τον πάνω όροφο. Δεν πρόλαβα ούτε παντελόνι να του βάλω ούτε

παπούτσια. Το έβαλα στο αυτοκίνητο, έβαλα μπροστά τη μηχανή, άνοιξα τα φώτα

πορείας γιατί η μέρα είχε γίνει νύχτα από τον καπνό και δεν έβλεπα ούτε στα

τρία μέτρα και έφυγα. Λίγο πριν στρίψω στη γωνία, κοντοστάθηκα. Είδα το σπίτι

μου για τελευταία φορά. Ύστερα έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. H επόμενη στάση

μου ήταν στο σούπερ μάρκετ για να αγοράσω παντελόνι και παπουτσάκια για το

παιδί».

Μετράνε πληγές. Στο διπλανό σπίτι η κυρία Κυριακή Σαρδούνη μετράει και

αυτή τις πληγές που προκάλεσε η πυρκαγιά. «Ήταν η μόνιμη κατοικία μας εδώ. Το

σπίτι μας». H γυναίκα, όταν οι φλόγες τύλιξαν τα πάντα «άρπαξε» τα δύο παιδιά

της και έφυγαν με το αυτοκίνητο. «Μέσα στο άγχος, στην αγωνία ξέχασα να πάρω

μαζί μου το σκυλί μας. Όταν το συνειδητοποίησα αρκετά μακριά με έπιασε

απελπισία. Γυρίσαμε το βράδυ με τον άντρα μου, όταν πια η φωτιά είχε

τιθασευτεί. Βρήκαμε το σκυλί σε μια γωνία να βαριανασαίνει. Δεν εγκατέλειψε το

σπίτι παρά το γεγονός ότι καιγόταν ο τόπος. Πρωί πρωί, το πήγαμε στον

κτηνίατρο. Έχει σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα, μας είπε. Θα πρέπει να

περιμένουμε λίγες ημέρες για να δούμε να θα αντέξει».

Ο σύζυγός της Βασίλης, δίπλα της. «Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που πήραμε τα

παιδιά τυλιγμένα σε μια βρεγμένη κουβέρτα και φύγαμε. Οι φλόγες «έγλειφαν» τα

πρόσωπά μας. Ξεπηδούσαν από παντού. Δεν ξέραμε από πού να ξεφύγουμε. Κάποια

στιγμή εκεί που οδηγούσα για να φύγω σταμάτησα. H μαυρίλα ήταν τόσο έντονη που

δεν μπορούσα άλλο να οδηγήσω. Το σπίτι μας καταστράφηκε. Τώρα ελπίζω ότι η

ασφαλιστική εταιρεία θα μας βοηθήσει να καλύψουμε τις ζημιές. Ωστόσο, θα

βρεθούμε για αρκετές ημέρες σε οικονομικό – και όχι μόνο – αδιέξοδο».

«Βρέθηκα στην Κόλαση». Ο κ. Παναγιώτης Τσακίρης είχε εξοχικό σπίτι στην

περιοχή της Αγίας Τριάδας Ραφήνας. «Εγώ δεν το είχα ασφαλίσει το σπίτι. Κάθησα

και έκανα μια πρώτη απογραφή των ζημιών. Με έπιασε απελπισία. Πού θα βρω τα

χρήματα; Πώς θα αντεπεξέλθω; Άσε που δεν θέλω να ξανάρθω. Θέλω να θυμάμαι τη

γειτονιά μου όπως ήταν. Με το πράσινο, τη δροσιά της, τη θέα μέχρι τη θάλασσα,

το αεράκι της». Ο ίδιος προχθές, όταν η φωτιά κατέκαιγε τα πάντα, βρισκόταν

στη Μάνη, στο χωριό του. «Μόλις άνοιξα την τηλεόραση και είδα τι συμβαίνει

θόλωσα. Τα έχασα. Ένιωσα για πρώτη φορά πώς είναι να χάνεις το έδαφος κάτω από

τα πόδια σου. Με το πρώτο μέσο που βρήκα μπροστά μου έφτασα στην Αθήνα και από

εκεί στη Ραφήνα. Και βρέθηκα στην Κόλαση».

Χωρίς ρεύμα και τηλέφωνο

«Απέναντι υπήρχε ένα οικόπεδο στο οποίο ζούσαν άλογα. Δεν τόλμησα να κοιτάξω

προς τα εκεί μετά την πυρκαγιά» επισημαίνει ο κ. Βασίλης Σιγάλας

Τον πανικό, την ολονύχτια αγωνία και την απελπισία διαδέχθηκε η εγκατάλειψη

στον Νέο Βουτζά. H επόμενη ημέρα βρήκε τους κατοίκους που παρέμειναν στα

σπίτια τους – εξοχικά για τους περισσότερους – χωρίς νερό, χωρίς ρεύμα και σε

αρκετά οικοδομικά τετράγωνα χωρίς σταθερό τηλέφωνο. «Μεταξύ μας οι γείτονες

προσπαθούμε να αυτοσχεδιάσουμε. Βοηθάμε ο ένας τον άλλο αυτές τις δύσκολες

ώρες μέχρι να δούμε τι θα γίνει», λέει η κ. Αναστασία Τζαακ κάτοικος της οδού

Κολοκοτρώνη στον οικισμό του Νεου Βουτζά. H αυλή του σπιτιού της, όπως και των

διπλανών σπιτιών, ήταν καμμενη. «Ακομα δεν πιστευω οτι σώθηκε το σπιτι το δικό

μου, του αδελφου μου. Ολα γυρω εχουν καει. Δεν εχει απομεινει ιχνος πράσινου.

H φωτιά αφησε σεληνιακό τοπιο».

H κ. Τζαακ βρισκοταν στο Ναυπλιο, οταν την ειδοποιησαν συγγενεις της οτι

καιγοταν ο οικισμος του Νεου Βουτζά. «Επιστρεψαμε άρον – άρον. Εχουμε ζησει

αλλες δυο καταστροφικές πυρκαγιές. Στην προηγουμενη του 1998 το σπίτι ειχε

πάθει ζημιά. Με τους φακους μάς βρήκε το ξημερωμα. Ο άνεμος ηταν πολύ δυνατος

και φοβομαστε αναζωπυρώσεις». H κ. Ευαγγελια Κυπραιου που το σπίτι της

βρισκεται σε μικρή αποσταση αναγκασθηκε να το εγκαταλειψει την νυχτα. «Εχω

οικογενεια και δεν μπορουσα να ρισκαρω να παραμεινω. Βρισκομαστε για ώρες στο

ελεος της φωτιάς. Την νύχτα, χωρις νερό, χωρις ρεύμα με δυσκολίες στις

τηλεφωνικές επικοινωνίες θα ηταν πολυ παρακινδυνευμενο να παραμεινουμε. Με

τόσους ανεμους φοβομαστε μην εγκλωβισμουμε. Φύγαμε και επιστρεψαμε το πρωϊ.

Και το 1995 και το 1998 ειχαμε ζησει το ιδιο σκηνικό με τους εμπρησμους. H

φωτιά αυτη τη φορά σταματησε στα ήδη καμενα. Διαφορετικά δεν ξερω μεχρι που θα

έφθανε».

Με τα σακ -βουαγιάζ στο χερι ο κ. Γιωργος Κεφαλονίτης κατευθυνοταν στο

αυτοκινητο του. Γύρω του στην οδο Κουντουριωτου καμενη γη, ενω ενα

κατεστραμμενο απο τη φωτιά αυτοκινητο φανερωνε το μεγεθος της καταστροφής.

Οχήματα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας βρισκονταν σε επιφυλακη και χθες το πρωϊ

σε «επικινδυνους» δρομους του οικισμου του Νεου Βουτζά για να προλάβουν

αναζωπυρώσεις.

* Νέα πυρκαγιά εκδηλώθηκε λίγο μετά τις 5 χθες το απόγευμα στην περιοχή

Κιούπι της Ραφήνας. Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, η φωτιά δεν εξαπλώθηκε

και οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής που έσπευσαν στο σημείο κατάφεραν να τη

θέσουν υπό έλεγχο εγκαίρως.