Έχουν ακριβώς ίδιο DNA, με πανομοιότυπη αλυσίδα γονιδίων. Αυτό όμως με

τίποτα δεν σημαίνει ότι είναι και οι ίδιοι άνθρωποι!

Όσο περνούν τα χρόνια, οι μονοζυγωτικοί δίδυμοι αναπτύσσουν διαφορές: Μπορεί

ακόμη και να αρχίσουν να δείχνουν εμφανισιακά διαφορετικοί, ενώ δεν παθαίνουν

τις ίδιες αρρώστιες ούτε – στην περίπτωση των γυναικών – «μοιράζονται» την

ίδια γονιμότητα ή την ταυτόχρονη εμμηνόπαυση. Και σίγουρα, δεν έχουν την ίδια

προσωπικότητα.

Το επι-γονιδίωμα. Μια νέα γενετική μελέτη δείχνει ότι όσο μεγαλώνουν οι

μονοζυγωτικοί δίδυμοι παρουσιάζουν διαφορές, οι οποίες εντοπίζονται στο

λεγόμενο επι-γονιδίωμά τους. Το επι-γονιδίωμα δεν είναι τίποτα άλλο από

χημικές τροποποιήσεις που προκαλούνται στα γονίδια ενός ανθρώπου. Οι χημικές

αυτές αλλαγές δίνουν ώθηση ή επιβραδύνουν τη δραστηριότητα του κάθε γονιδίου.

Οι μονοζυγωτικοί δίδυμοι έχουν το επιγενετικό υλικό τη στιγμή που γεννιούνται,

το οποίο όμως διαφοροποιείται όσο μεγαλώνουν – και άρα μεγαλώνει το διάστημα

που ζουν χωριστά. Αυτά τα… εντυπωσιακά διαπίστωσε ομάδα επιστημόνων – με

επικεφαλής τον δρα Μάνελ Εστέλερ – στο Ισπανικό Κέντρο Καρκίνου της Μαδρίτης.

H μελέτη τους δημοσιεύεται στην Επιθεώρηση «Proceedings of the National

Academy of Sciences».

Πιθανές εξηγήσεις. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η διαφορετικότητα των

διδύμων έχει δύο πιθανές εξηγήσεις. H πρώτη είναι γνωστή από καιρό: το

επιγενετικό υλικό χάνεται όταν ο άνθρωπος μεγαλώνει σε ηλικία. Τα στοιχεία

αυτά «εξαφανίζονται» με τυχαία σειρά από το ανθρώπινο γονιδίωμα. Αυτό σημαίνει

ότι στην περίπτωση των διδύμων, καθένας από τους δύο χάνει σταδιακά

διαφορετικά επι-γονίδια. Επομένως, η προσωπικότητά του και οι αντιδράσεις τού

οργανισμού του διαφοροποιούνται με αντίστοιχο τρόπο.

H δεύτερη εξήγηση έχει να κάνει με εξωτερικούς παράγοντες: κατά τη διάρκεια

της ζωής, οι προσωπικές εμπειρίες καθώς και στοιχεία του περιβάλλοντος

επιδρούν στο γενετικό υλικό των διδύμων. Στους περιβαλλοντικούς παράγοντες

περιλαμβάνονται και τοξικές ουσίες, όπως ο καπνός του τσιγάρου. Τέτοιοι

παράγοντες επιδρούν στο ανθρώπινο γονιδίωμα, αλλάζοντας την ταυτότητα του

επιγενετικού υλικού.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η παχυσαρκία: κατά 70% σχετίζεται με τα

γονίδιά μας και κατά 30% με το περιβάλλον. Σε περιοχές όμως που η φτώχεια δεν

επιτρέπει διατροφικές καταχρήσεις, το ποσοστό του περιβάλλοντος αυξάνεται

κατακόρυφα.

Χωριστή διαβίωση. Ο Εστέλερ δεν αποκλείει καμιά από τις δύο παραπάνω

εξηγήσεις. Αντίθετα, θεωρεί ότι και οι δύο έχουν «μερίδιο» στη διαδικασία

διαφοροποίησης της προσωπικότητας των διδύμων. Επιπλέον, στη μελέτη του, όσοι

δίδυμοι είχαν ζήσει περισσότερο χρόνο μακριά ο ένας από τον άλλο, αυτοί

παρουσίαζαν και τις μεγαλύτερες επιγενετικές διαφορές. «Με αυτόν τον τρόπο,

άλλωστε, το ανθρώπινο γονιδίωμα αλληλεπιδρά με το περιβάλλον. Κι αυτό γιατί

είναι πιο εύκολο να συμβούν χημικές αλλαγές σε κάποια γονίδια, παρά να

μεταλλαχθεί το γονιδίωμα από μόνο του», επισημαίνει ο Εστέλερ. Σύμφωνα με τη

μελέτη που πραγματοποίησε η ομάδα του, στο επιγενετικό υλικό πιθανόν να

κρύβονται οι αιτίες και για τις ασθένειες που πλήττουν τους μονοζυγωτικούς

διδύμους όπως η σχιζοφρένεια, η διπολική διαταραχή ή ο καρκίνος. Κι ενώ η

σχιζοφρένεια σχετίζεται όλο και περισσότερο με γενετικούς παράγοντες, στα

επι-γονίδια και τις επιδράσεις τους πιθανόν να υπάρχει η εξήγηση για τις

μορφές της, που δεν έχουν γενετική προέλευση.

Πιο σύνθετο έργο. Ανάλογες υποθέσεις κάνουν οι ειδικοί και για τον

καρκίνο. Επιστήμονες της Αμερικανικής Εταιρείας για την Έρευνα του Καρκίνου

θεωρούν το επιγενετικό υλικό σημείο – κλειδί. Πρόσφατα μάλιστα, κατατέθηκε από

την Εταιρεία πρόταση για έναρξη ενός διεθνούς Προγράμματος Αποκωδικοποίησης

του Ανθρώπινου Επι-γονιδιώματος. Ένα τέτοιο εγχείρημα θα είναι πολύ

δυσκολότερο από το αντίστοιχο πρόγραμμα για το ανθρώπινο DNA. Ο λόγος είναι

απλός: το DNA είναι ίδιο σε κάθε κύτταρο του ανθρώπινου οργανισμού, σε

αντίθεση με τα επι-γονίδια που φαίνεται να είναι διαφορετικά σε καθένα από τα

250 είδη ανθρώπινων κυττάρων!

Από τα κυριότερα συστατικά του επι-γονιδιώματος θεωρούνται οι ομάδες μεθυλίου,

οι οποίες προστίθενται κατευθείαν στις χημικές μονάδες του DNA – διαδικασία

που ονομάζεται μεθυλίωση.

Επιμέλεια: Στέφανος Κρίκκης, Εύη Ελευθεριάδου