Για μία ακόμη φορά η Γερμανία και η Ιαπωνία έχουν κατρακυλήσει σε ύφεση. Για

μία ακόμη φορά η δεύτερη και τρίτη μεγαλύτερες βιομηχανικές οικονομίες

συρρικνώνονται αντί να συνεισφέρουν στην αύξηση της παγκόσμιας ανάπτυξης.

Από την οπτική γωνία των Γερμανών και των Ιαπώνων πολιτών, τα νέα αυτά είναι

άσχημα. H ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας σε παγκόσμιο επίπεδο θα έπρεπε να

έχει διευκολύνει την αύξηση της παραγωγής και την άνοδο του επιπέδου διαβίωσης

στις χώρες αυτές. Κι όμως η γερμανική και η ιαπωνική οικονομία δυσκολεύονται

να το επιτύχουν αυτό τα τελευταία δεκαπέντε, περίπου, χρόνια. Όπως είναι

φυσικό, όλοι πριν από μιάμιση δεκαετία περίμεναν ότι η σημερινή κατάσταση των

οικονομιών αυτών θα ήταν πολύ καλύτερη.

Πολιτική δυσπιστία

H ύφεση και η στασιμότητα της οικονομίας στη Γερμανία και την Ιαπωνία

αποτελούν όμως ακόμη πιο δυσάρεστες εξελίξεις όσον αφορά την παγκόσμια

σταθερότητα. Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις προβαίνουν υποτίθεται σε μια άτυπη

συμφωνία με το λαό, που δέχεται τις δύσκολες μέρες επειδή μακροπρόθεσμα

δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και για

αύξηση της απασχόλησης. Όταν όμως υπάρχει κρίση, ύφεση και στασιμότητα, τότε

οι πολίτες αρχίζουν να σκέφτονται ότι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι, ότι

εξυπηρετούνται τα συμφέροντα συγκεκριμένων ομάδων και ότι τα Κοινοβούλια είναι

ανεπαρκή. Αυτά σκέφτονται οι απλοί άνθρωποι σε περιόδους κρίσης και ύφεσης.

Και δεν κάνουν λάθος… Οι πολιτικοί συχνά είναι διεφθαρμένοι (ηθικά αν όχι

και ποινικά), ενώ συγκεκριμένα συμφέροντα πράγματι αποκτούν δύναμη και εξουσία

που δεν τους ανήκει και τα νομοθετικά σώματα πράγματι μπορεί να αποδειχτούν

ανεπαρκή.

Το έλλειμμα των ΗΠΑ

Μπορεί η Κίνα και η Ινδία να έχουν τεράστια δύναμη όσον αφορά το εργατικό

δυναμικό, αλλά είναι ακόμη μικρές όσον αφορά την παραγωγή και τη ζήτηση

Όσον αφορά την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα, η αποτυχία της Γερμανίας και

της Ιαπωνίας σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη είναι ίσως η χειρότερη είδηση από

όλες. Πριν από έξι ή επτά χρόνια υπήρχαν μεγάλες ανησυχίες ότι η καρδιά της

ανεπτυγμένης οικονομίας δεν μπορεί να κινείται μόνο από μία ατμομηχανή, τις

Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα, η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε ιδιαίτερα

δύσκολη θέση – λόγω του τεράστιου ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών

συναλλαγών και το εμπορικό έλλειμμα – και αυτό οφείλεται στην πολύ κακή

δημοσιονομική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους και σε

αρκετή δόση κακής τύχης.

Να μην πωλούν δολάρια

Για να μπορέσει να ξεφύγει η Αμερική από την κρίση αυτή – να επιτευχθεί αυτό

που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «ομαλή προσγείωση» – υπάρχουν κάποιες

προϋποθέσεις. Πρέπει πολλοί άνθρωποι και ιδρύματα (λ.χ. ασφαλιστικά ταμεία)

που έχουν στα χέρια τους τεράστια περιουσιακά στοιχεία, τα οποία έχουν

αγοραστεί σε (υποτιμημένα) δολάρια, να παραμείνουν άπραγοι χωρίς να κάνουν το

παραμικρό (να πουλήσουν), καθώς τα περιουσιακά αυτά στοιχεία χάνουν το ένα

τρίτο της αξίας τους ή ακόμη και περισσότερο λόγω της ανόδου των άλλων

νομισμάτων. Υπάρχει πρόσφατο προηγούμενο που συνέβη αυτό: Από το 1985 έως το

1987 οι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων σε δολάρια υπέστησαν την ίδια

ψυχρολουσία. Θα αντέξουν όμως να την ξαναπεράσουν για δεύτερη φορά;

Να βρουν αλλού δουλειά

Επιπλέον, για να επιτευχθεί μια ομαλή προσγείωση απαιτούνται πολύ περισσότερα

από το να μην κάνουν τίποτε οι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων αγορασμένων σε

δολάρια οι οποίοι βλέπουν να χάνουν τα πάντα. Θα πρέπει επίσης τουλάχιστον

οκτώ εκατομμύρια Αμερικανοί εργαζόμενοι, που τώρα απασχολούνται στις

κατασκευές και την παροχή καταναλωτικών υπηρεσιών, να βρουν νέες δουλειές αυτή

τη φορά σε εξαγωγικές-εισαγωγικές ανταγωνιστικές εταιρείες και βιομηχανίες.

Και δεν φτάνει μόνο αυτό. Τουλάχιστον δεκαέξι εκατομμύρια εργαζόμενοι εκτός

ΗΠΑ, που σήμερα απασχολούνται σε επιχειρήσεις που εξάγουν προς την Αμερική, θα

πρέπει να βρουν κι αυτοί αλλού δουλειά. H εξασθένιση του δολαρίου και της

αμερικανικής οικονομίας ψαλιδίζει τη ζήτηση από τους Αμερικανούς καταναλωτές.

Για να μη χαθούν αυτές οι θέσεις εργασίας πρέπει να αυξηθεί η ζήτηση εκτός των

ΗΠΑ προκειμένου να εξισορροπηθεί η συνολική ζήτηση (προϊόντων και υπηρεσιών)

παγκοσμίως.

Αγορές Κίνας – Ινδίας

Από πού όμως θα προέλθει η «εξισορρόπηση» αυτή της παγκόσμιας οικονομίας τα

επόμενα χρόνια, όταν η Γερμανία και η Ιαπωνία δεν αναπτύσσονται με γοργούς

ρυθμούς; Σε 30 χρόνια από τώρα πιθανότατα θα μπορούμε να λέμε ότι τα κενά στην

παγκόσμια ζήτηση θα καλυφθούν από τις διψασμένες για κεφάλαια αγορές της Κίνας

και της Ινδίας που αναπτύσσονται με γοργούς ρυθμούς. Αυτό όμως δεν μπορεί να

γίνει ακόμα. Μπορεί η Κίνα και η Ινδία να έχουν τεράστια δύναμη όσον αφορά το

εργατικό δυναμικό, αλλά είναι ακόμη μικρές όσον αφορά την παραγωγή και τη

ζήτηση.

Εάν δεν υπάρξει αύξηση στη ζήτηση σε κάποια ανεπτυγμένη οικονομία εκτός των

ΗΠΑ – και η Ιαπωνία και η Γερμανία είναι τα καλύτερα μέρη για να κοιτάξει

κανείς – είναι δύσκολο να πούμε ότι η παγκόσμια οικονομία θα μπορέσει να

ισορροπήσει σε υψηλότερα επίπεδα τα επόμενα χρόνια.

Project Syndicate 2005, www.project-syndicate.org.

O J. Bradford DeLong είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο

Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας και πρώην βοηθός του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ