Ώστε η ίδια η κυβέρνηση της N.Δ. θα προτείνει τον Κώστα Σημίτη για

πρόεδρο της Κομισιόν ή (το πιθανότερο) του Συμβουλίου.

Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: ή ότι η υπόθεση Σημίτη έχει μεγάλη δυναμική στην

Ευρωπαϊκή Ένωση και σπεύδει και η ελληνική κυβέρνηση να μπει στο παιχνίδι για

να βρεθεί και αυτή στο τέλος με την πλευρά των κερδισμέ-νων ή ότι σπεύδει να

το κάνει για να «κάψει» την υποψηφιότητα Σημίτη.

Ελπίζουμε και πιστεύουμε ότι πρόκειται για το πρώτο και δεν θέλουμε να

σκεπτόμαστε τη δεύτερη υπόθεση. Στο κάτω κάτω συμφέρει στην κυβέρνηση, όπως

λέει η ίδια, να έχει έναν Έλληνα στα ύπατα αξιώματα της Ευρώπης, ενώ από την

άλλη εμφανίζει τη N.Δ. να είναι ένα κόμμα συναινετικό και του κεντρώου χώρου.

Σωστά όλα αυτά. Μόνο που η κυβέρνηση έχει ένα πρόβλημα αξιοπιστίας. Ο K.

Καραμανλής, που θα προτείνει τον K. Σημίτη για την ανώτερη θέση της Ευρώπης,

τον είχε χαρακτηρίσει δημόσια (στη Βουλή) ως «αρχιερέα της διαπλοκής»!

Είναι προφανές ότι η αντιπολιτευτική έξαρση ή το πάθος της εξουσίας οδήγησαν

τον K. Καραμανλή σ’ αυτόν τον εξτρεμισμό, όπως και σε άλλους: δεν συνεχάρη τον

K. Σημίτη για τη νίκη του στις εκλογές του 2000, δεν τον ανέφερε ως

πρωθυπουργό ποτέ, αλλά μόνο με το επώνυμό του, λες και ήταν κάποιος ιδιώτης

που του συστήσανε κάποιο βράδυ σε κάποιο μπαράκι κ.λπ.

Οφείλει λοιπόν ο K. Καραμανλής να ζητήσει, πριν κάνει την πρόταση, συγγνώμη

από τον K. Σημίτη και από τον ελληνικό λαό, κυρίως. Σεμνά και ταπεινά.

Είναι θέμα αξιοπιστίας και πολιτικού πολιτισμού.

Γιατί ο K. Σημίτης, βέβαια, δεν έχει ανάγκη από τη συγγνώμη του K. Καραμανλή.

Ο K. Καραμανλής και το κόμμα του έχουν ανάγκη αυτής της αυτοκριτικής και

αυτογνωσίας.

Διαφορετικά, ο πολιτικός πολιτισμός, η σεμνότης και η ταπεινότης είναι λόγια

του αέρα. Αναξιόπιστα.