Όνειρο θερινής νυκτός… είναι πλέον το 8ωρο για μια μεγάλη μερίδα

εργαζομένων. Ο ολοένα αυξανόμενος ανταγωνισμός στην «αρένα» των ιδιωτικών

επιχειρήσεων, η «επέλαση» στην αγορά εταιρειών παροχής υπηρεσιών και η

υπεραπασχόληση των εργαζομένων, οδηγούν μοιραία στην επιμήκυνση του ωραρίου.

«Χτυπά κάρτα» στις 9 η ώρα το πρωί και φεύγει μετά τις 9 το βράδυ. Το 12ωρο

είναι γι’ αυτόν τρόπος ζωής. Δημήτρης Ιωαννίδης, στέλεχος εταιρείας εμπορίας αερίων

Όσο για τον τρόπο ζωής των «εργασιομανών» Ελλήνων, αυτός έχει αλλάξει

δραματικά, καθώς βλέπουν τον ελεύθερο χρόνο τους να συρρικνώνεται όλο και

περισσότερο.

«Χτυπά κάρτα» στις 9 το πρωί και φεύγει μετά τις 9 το βράδυ. Το 12ωρο είναι

γι’ αυτόν τρόπος ζωής. Όσο για τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες, «αν πρέπει να

πάω στο γραφείο, θα το κάνω χωρίς δεύτερη σκέψη» λέει ο κ. Δημήτρης Ιωαννίδης,

στέλεχος εταιρείας εμπορίας αερίων.

Και συνεχίζει: «Στη σύμβαση εργασίας που υπογράφουν οι υπάλληλοι καθορίζεται

και το ακριβές ωράριο, για τα στελέχη όμως δεν υπάρχει τέτοιος κανονισμός.

Αλλά αυτή είναι η δουλειά μου, να είμαι διαθέσιμος 24ώρες το 24ωρο. Το τίμημα

βέβαια είναι μεγάλο. Δεν έχεις τον ελεύθερο χρόνο να συναντήσεις τους φίλους

σου και κατά συνέπεια αποξενώνεσαι. Ο μισθός δεν μπορεί να αποζημιώσει με

τίποτα τις ώρες που χάνω από τους δικούς μου ανθρώπους και την αρραβωνιαστικιά

μου».

«Ο φόβος της ανεργίας αλλά και το κυνήγι μιας “καλής” θέσης είναι μόνο δύο από

τους λόγους που έχουν οδηγήσει στην επιμήκυνση του ωραρίου» λέει στα «NEA» η

καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο κ. Αντιγόνη Λυμπεράκη. Αυτό

που πραγματικά έχει ταράξει τα νερά και έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, είναι

οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα τεχνικοί υπολογιστών ή

ενημέρωσης πελατών κινητής τηλεφωνίας. «Αυτή η κατάσταση δημιουργεί φαύλο

κύκλο. Όταν για παράδειγμα ο υπάλληλος μιας εταιρείας δουλεύει από το πρωί

μέχρι το βράδυ, τότε αναγκαστικά και η μπέιμπι σίτερ που κρατά το παιδί του

ακολουθεί το ωράριό του. Και η ιστορία πάει λέγοντας» εξηγεί η κ. Λυμπεράκη.


H μαύρη εργασία. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, οι Έλληνες

είναι πρωταθλητές στην εργασία, καθώς περνούν κατά μέσο όρο 43,2 ώρες την

εβδομάδα στη δουλειά τους. Ακολουθούν οι Ισπανοί με 39,9 ώρες και οι

Πορτογάλοι με 39,5 ώρες. Όπως βέβαια επισημαίνουν οι ειδικοί, η μαύρη εργασία

αλλά και η αύξηση των υπερωριών είναι δύσκολο να υπολογιστούν.

Την ίδια στιγμή, και ενώ υπολογίζεται πως πάνω από 500.000 Έλληνες εργάζονται

σε δύο δουλειές, το παραδέχονται μόλις οι 122.000.

«Όπως έχουμε διαπιστώσει, τόσο τα στελέχη ιδιωτικών εταιρειών και άτομα με

εξειδικευμένα πόστα όσο οι ιδιοκτήτες και οι υπάλληλοι μικρών επιχειρήσεων,

υπερβαίνουν κατά πολύ τις 40 εργάσιμες ώρες την εβδομάδα. Επιδίωξη της ΓΣΕΕ

είναι να περιορίσει τις υπερωρίες, γιατί έτσι κόβονται θέσεις εργασίας από

ανέργους. Βέβαια, από την άλλη, μια εταιρεία προτιμά να δώσει υπερωρίες στους

υπάρχοντες υπαλλήλους παρά να προσλάβει νέους» επισημαίνει ο κ. Γιώργος

Ρωμανιάς, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ.

Δύσκολη η άρνηση. Ακόμα και σε κλάδους όπως ο τραπεζικός, όπου το

ωράριο είναι σταθερό, παρατηρείται αύξηση της υπερεγασίας. «Οι ιδιωτικές

τράπεζες έχουν τη μερίδα του λέοντος στις απλήρωτες υπηρεσίες, χωρίς βέβαια

αυτό να σημαίνει ότι οι κρατικές συμμορφώνονται πάντα με τον νόμο» λέει στα

«NEA» ο πρόεδρος της ΟΤΟΕ κ. Δημήτρης Τσουκαλάς.

Σε δυσμένεια. «Είναι δύσκολο για τους υπαλλήλους να αρνηθούν να

δουλέψουν πέρα από το καθορισμένο ωράριό τους, όταν αυτό τους ζητείται. Ο

φόβος ελλοχεύει, γιατί μπορεί μεν να μην απολυθούν, αλλά τα διευθυντικά

στελέχη έχουν τη δυνατότητα να εμποδίσουν ενδεχόμενη προαγωγή τους ή να τους

μετακινήσουν σε άλλο κατάστημα παρά τη θέλησή τους» συμπληρώνει.

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΟΤΟΕ με τίτλο «Τα Στελέχη του

Τραπεζικού Τομέα στην Ελλάδα», περίπου 5 στα 10 διευθυντικά στελέχη δηλώνουν

πως ξεπερνούν σημαντικά το ωράριό τους και 4 στους 10 προϊσταμένους οριακά.

Την ίδια στιγμή, το 8% των στελεχών δηλώνει δυσαρεστημένο με το ωράριο

εργασίας και 41% λίγο ικανοποιημένο.



H ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ

48 ώρες με τους συναδέλφους και 10 ώρες με την οικογένεια

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη στην Αγγλία σε δείγμα 4.000 υπαλλήλων, οι

Βρετανοί περνούν κατά μέσο όρο 48 ώρες την εβδομάδα στην εργασία τους. Δεν

είναι λοιπόν άξιον απορίας γιατί τους απομένουν μόνο 10 ώρες την εβδομάδα για

την οικογένειά τους.

Κάνοντας ένα ακόμα βήμα… παραπέρα, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως

κατά τη διάρκεια της ζωή τους οι Βρετανοί συναναστρέφονται επί 12 ολόκληρα

χρόνια με τους συναδέλφους τους, ενώ μόλις 2,5 χρόνια χαίρονται την

οικογενειακή θαλπωρή. Να λοιπόν γιατί το 17% όσων συμμετείχαν δήλωσαν πως

αισθάνονται μεγαλύτερη οικειότητα και κατά συνέπεια μοιράζονται τα μυστικά

τους με τους συναδέλφους τους παρά με τον σύντροφό τους.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ME ΣΗΜΑΔΙΑ ΚΟΥΡΑΣΗΣ

Τηλεόραση, φαστ φουντ και μεγάλη ζήτηση σε οικιακές βοηθούς

H αύξηση των ωρών εργασίας συνάδει με τις αλλαγές του τρόπου ζωής που

διαγράφονται τα τελευταία χρόνια. H κατανάλωση γρήγορου φαγητού, η προτίμηση

των σκληρά εργαζόμενων Ελλήνων να περνούν τον ελεύθερο χρόνο τους στο σπίτι

αντί να βγαίνουν έξω, αλλά ακόμα και οι αυξημένες κατά πολύ ώρες τηλεθέασης,

είναι σημάδια της «κούρασης» που χαρακτηρίζει τους Έλληνες, όπως εξηγούν οι

ειδικοί.

«Έχει αυξηθεί κατά πολύ ο δεσμευμένος χρόνος – ωράριο εργασίας, μετακίνηση

προς και από τη δουλειά κ.λπ. – σε αντιδιαστολή με τον ελεύθερο χρόνο.

Άλλωστε, σπανίως οι υπάλληλοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν πόσο θα

δουλέψουν. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αν κάποιος δεν δείξει τον

απαιτούμενο “ζήλο” θεωρείται το… μαύρο πρόβατο της υπηρεσίας. Αυτό όμως έχει

συνέπειες στην προσωπική ζωή των υπαλλήλων» επισημαίνει η κοινωνιολόγος –

ερευνήτρια στο EKKE (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών), κ. Αλίκη Μουρίκη.

Οι μετανάστες. Ενδεικτικό των νέων αναγκών που δημιουργούνται εξαιτίας

του ελάχιστου χρόνου είναι η ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση οικιακών βοηθών.

Εκτιμάται πως σήμερα στην Ελλάδα απασχολούνται στον συγκεκριμένο κλάδο πάνω

από 20.000 μετανάστες. «Στη χώρα μας δεν είναι διαδεδομένη η μερική

απασχόληση. Το αποτέλεσμα είναι τα αντρόγυνα στην πλειονότητά τους να

δουλεύουν με πλήρη ωράρια και πολλές φορές να τα ξεπερνούν και αυτά. Οι

δουλειές στο σπίτι όμως μένουν πίσω και συνήθως αναγκάζονται να προσλάβουν

κάποια οικιακή βοηθό για να τους βοηθά. Από την άλλη, η εισροή των οικονομικών

μεταναστών στην χώρα μας που προσφέρουν οικονομικές και καλές υπηρεσίες

διευκολύνει την όλη κατάσταση».

4 ώρες στην TV. Έπειτα από σκληρή και πολύωρη εργασία, αυτό που

επιθυμούν στην πλειονότητά τους οι Έλληνες είναι να βάλουν τη σφουγγαρίστρα

στην άκρη, να φορέσουν τις πιτζάμες τους και να χαλαρώσουν στον καναπέ τους

παρέα με την τηλεόραση ή το αγαπημένο τους βιβλίο. Σύμφωνα με έρευνα του

ομίλου GfK σε συνεργασία με τη «Wall Street Journal Europe», το 81% των

ερωτηθέντων απάντησε πως το μόνο που θέλουν να κάνουν στον ελεύθερο χρόνο τους

είναι να ξεκουραστούν στο σπίτι. Οι βραδινές έξοδοι – τουλάχιστον τις

καθημερινές – όπως φαγητό σε κάποιο εστιατόριο, ποτό σε κάποιο μπαρ ή σινεμά

με φίλους, έρχονται σε δεύτερη μοίρα, καταρρίπτοντας έτσι τη φήμη των

«γλεντζέδων» που χαρακτηρίζει τους Έλληνες.

H «τηλεορασομανία» που διακρίνει του Νεοέλληνες είναι ακόμα ένα ενδεικτικό

στοιχείο της επιρροής που έχει η σκληρή εργασία στο «λάιφ στάιλ» τους.

Σε διάστημα 10 ετών ο μέσος όρος τηλεθέασης έχει αυξηθεί κατά περίπου 1 ώρα:

το 1993 οι Έλληνες περνούσαν τουλάχιστον 3 ώρες μπροστά στην τηλεόραση, ενώ το

2003 άγγιξαν τις 4 ώρες. «Το φαινόμενο αυτό εντοπίζεται κυρίως στα μεγάλα

αστικά κέντρα, όπου οι μετακινήσεις είναι ιδιαίτερα χρονοβόρες. Όταν κάποιος

γυρνά αργά το απόγευμα κουρασμένος από τη δουλειά, το τελευταίο πράγμα που

επιθυμεί είναι να πάρει το αυτοκίνητο και να βγει έξω» τονίζει η κ. Τέσσα

Δουλκέρη, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής

Ενημέρωσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

«Ακόμα και ο ίδιος ο σχεδιασμός του καθημερινού προγράμματος της τηλεόρασης

δείχνει πως στοχεύει σε θεατές που επιθυμούν ελαφριά ψυχαγωγία. Τα reality

shows και οι κωμικές εκπομπές που παίζονται κυρίως τις πρώτες βραδινές ώρες

είναι για όλους εκείνους που “φορτωμένοι” μετά τη δουλειά τους θέλουν απλά να

χαζέψουν μπροστά στην οθόνη» συμπληρώνει η κ. Δουλκέρη.