Ανησυχητική αύξηση παρουσιάζει το μικροέγκλημα μετά την ύφεση που είχε

καταγραφεί την τριετία 1999 – 2001. Τα μέτρα της Αστυνομίας και οι παρεμβάσεις

στο επίπεδο της πρόληψης δεν απέδωσαν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Συνέπεια

είναι να αυξάνεται συνεχώς το αίσθημα ανασφάλειας των πολιτών.

Ταυτόχρονα, στο επίπεδο της καταστολής, η Αστυνομία εμφανίζει δύο πρόσωπα. Στο

λεγόμενο «καθημερινό» έγκλημα – κλοπές, διαρρήξεις, αρπαγές τσαντών – οι

επιδόσεις της Αστυνομίας είναι απογοητευτικές παρόλο που παίζουν σημαντικό

ρόλο στην εδραίωση του αισθήματος ασφαλείας των πολιτών: μόλις μία στις πέντε

κλοπές και διαρρήξεις που έγιναν το 2002 εξιχνιάσθηκαν. Στη λεγόμενη «βαριά

εγκληματικότητα», όπως είναι οι ανθρωποκτονίες, οι επιδόσεις είναι καλύτερες:

εξιχνιάσθηκαν οι επτά στις δέκα.

Από τους 49.641 πολίτες που έπεσαν το 2002 σε όλη τη χώρα θύματα επίθεσης στον

δρόμο ή τους διέρρηξαν τα σπίτια, τα καταστήματα ή τα αυτοκίνητα, μόνο σε

10.536 περιπτώσεις οι δράστες των επιθέσεων συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν

κατηγορούμενοι στη δικαιοσύνη. Με άλλα λόγια, περίπου κατά το ένα πέμπτο

εξιχνιάσθηκαν και οι υπόλοιπες υποθέσεις παρέμειναν στο σκοτάδι. Από τις

17.889 κλοπές και απόπειρες κλοπής αυτοκινήτων εξιχνιάσθηκαν λιγότερες από τις

μισές, δηλαδή 8.442.

Αποθαρρυντική είναι η εικόνα και στις ληστείες: Σύμφωνα με τα επίσημα

στατιστικά στοιχεία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, από τις 2.119 ληστείες που

έγιναν εξιχνιάσθηκε μόλις το ένα τρίτο, δηλαδή οι 756.

Τη μεγαλύτερη αύξηση σε συχνότητα παρουσιάζουν οι κλοπές-διαρρήξεις. Το 2002

αυξήθηκαν σε 49.641 σε σχέση με τις 46.869 που ήταν τον προηγούμενο χρόνο. Το

πρώτο εξάμηνο φέτος έφθασαν τις 25.668, με τα ποσοστά εξιχνίασής τους να

παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.

Αυξητική πορεία ακολουθούν και οι ληστείες εναντίον πολιτών, οι οποίες από

1.877 που ήταν το 2001 αυξήθηκαν τον επόμενο χρόνο σε 2.119, ενώ φέτος στο

πρώτο εξάμηνο σημειώθηκαν 1.146.

Ανησυχητικοί είναι οι αριθμοί για το πρώτο εξάμηνο φέτος και στις κλοπές

οχημάτων, παρά την ύφεση του προηγούμενου χρόνου. Οι κλοπές έχουν φθάσει ήδη

τις 9.258, ενώ πέρσι όλο τον χρόνο ήταν 17.889.

Αστυνομία… δύο ταχυτήτων. H Αστυνομία έχει επιδείξει

αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση της «βαριάς εγκληματικότητας» και των

σοβαρών αδικημάτων, τα οποία χειρίζονται πιο συστηματικά και οργανωμένα οι

κεντρικές υπηρεσίες της Ασφάλειας. Οι ανθρωποκτονίες σε όλη τη χώρα

παρουσιάζουν χρόνο με τον χρόνο μείωση και παράλληλα έχουν υψηλά ποσοστά

εξιχνίασης.

Το 2002 το ποσοστό εξιχνιάσεων ανθρωποκτονιών αυξήθηκε στην Αττική.

Εξιχνιάσθηκαν 109 ανθρωποκτονίες και απόπειρες: σε μεγάλο ποσοστό επρόκειτο

για εγκληματικές πράξεις που είχαν γίνει το 2002, αλλά και προηγούμενα χρόνια.

Στην αντιμετώπιση των άλλων αδικημάτων, όπως κλοπές-διαρρήξεις, κλοπές

αυτοκινήτων και ληστείες, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Αν και τα δύο

τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί κατά μέσο όρο περίπου 5% τα ποσοστά εξιχνιάσεων

των αδικημάτων αυτών σε σχέση με το παρελθόν, το πρόβλημα παραμένει έντονο

καθώς ο αριθμός των ανεξιχνίαστων αδικημάτων εξακολουθεί να είναι μεγάλος.

Ανασύσταση των τοπικών Τμημάτων Ασφάλειας

Στην επανασύσταση των τμημάτων ασφαλείας προσανατολίζεται το υπουργείο

Δημόσιας Τάξης. Ακόμη και οι επιτελείς της αστυνομίας παραδέχονται πλέον πως

ένας από τους σημαντικούς λόγους αδυναμίας για την την αντιμετώπιση του

μικροεγκλήματος είναι ο τρόπος αστυνόμευσης, μετά την κατάργηση των τμημάτων

ασφαλείας. Το νέο δόγμα για την ενίσχυση του αισθήματος ασφαλείας των πολιτών

επιβάλλει… επιστροφή στο παρελθόν.

Στα πολυδύναμα τμήματα οι ελάχιστοι αστυνομικοί που παρέμειναν στα γραφεία

ασφαλείας, περιορίζονταν συνήθως στην καταγραφή των μικροαδικημάτων, χωρίς να

έχουν τη δυνατότητα διερεύνησης των περιστατικών.

Αυτόνομα. «Τα μέτρα πρόληψης, δηλαδή της αστυνόμευσης με την παρουσία

αστυνομικών στους δρόμους δεν πρόκειται να ατονήσουν», λέει χαρακτηριστικά

αξιωματούχος της Αστυνομίας. «Θα δοθεί όμως βαρύτητα στην καταστολή, στην

εξιχνίαση των αδικημάτων, με την ενδυνάμωση των Υπηρεσιών Ασφάλειας. Τα

Τμήματα Ασφάλειας θα είναι αυτόνομα και θα επιστρέψουν διοικητικά στις

κεντρικές υπηρεσίες της Ασφάλειας, που θα έχουν και τον γενικό συντονισμό».

Με την ανασύσταση των Τμημάτων της Ασφάλειας, αξιωματούχοι της Αστυνομίας

πιστεύουν ότι θα υπάρχει καλύτερο δίκτυο πληροφοριών από την τοπική κοινωνία

και ανάλογα με τη σοβαρότητα του συμβάντος θα υπάρχουν βαθμίδες στην

αντιμετώπισή του, ενώ οι κεντρικές υπηρεσίες με την εμπειρία τους θα

κατευθύνουν τη βάση, δηλαδή τα τοπικά Τμήματα Ασφάλειας.

Με αυτό τον τρόπο η αστυνομία πιστεύει ότι πέρα από την καταγραφή χιλιάδων

κλοπών και διαρρήξεων στα στατιστικά της θα επιτύχει και καλύτερα “νούμερα”

στις εξιχνιάσεις. Είναι ενδεικτικό, πάντως, πως από τις χιλιάδες κλοπές και

διαρρήξεις περίπου το 40% αφορά διαρρήξεις αυτοκινήτων, ένα σημαντικό ποσοστό

κλοπές πορτοφολιών και αρπαγές τσαντών, ενώ μικρότερο ποσοστό καταλαμβάνουν οι

διαρρήξεις σε σπίτια και καταστήματα.

Ενδεικτικό είναι ότι στο δελτίο συμβάντων της 2ας Οκτωβρίου, από τα 93

αδικήματα τα 35 ήταν διαρρήξεις σε αυτοκίνητα, 27 αρπαγές τσαντών και κλοπές

πορτοφολιών, ενώ οι διαρρήξεις σπιτιών και καταστημάτων δεν ξεπερνούσαν τις

31.

Τα περισσότερα αδικήματα είχαν να κάνουν με ευκαιριακούς μικροκακοποιούς, όπως

τσαντάκηδες και διαρρήκτες αυτοκινήτων που χτυπούν και εξαφανίζονται χωρίς να

αφήνουν αξιοποιήσιμα ίχνη. Αδικήματα που από τη φύση τους παρουσιάζουν

δυσκολίες στην εξιχνίαση, καθώς ελάχιστα είναι τα στοιχεία, όπως αποτυπώματα

κ.λπ., τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν στην αστυνομική έρευνα.