H υπόθεση Yukos αντιμετωπίζεται στο εξωτερικό σαν μια πρόκληση για τις

πολιτικές ελευθερίες και σαν το τελευταίο παράδειγμα της βούλησης του Πούτιν

για εξουσία. Όμως, αυτό αληθεύει μόνο επιφανειακά, κατά έναν επικίνδυνα

παραπλανητικό τρόπο. H σύγκρουση ανάμεσα στον Πούτιν και τον Χοντορκόβσκι,

πρόεδρο της Yukos και πλουσιότερο άνθρωπο της Ρωσίας, είναι ένα στάδιο στην

αντιπαράθεση για το τι πρόκειται να γίνει η Ρωσία την προσεχή δεκαετία. Το

ζήτημα είναι αν η ολιγαρχία θα ελέγχει το ρωσικό κράτος ή αν μια ρωσική εθνική

και εθνικιστική ελίτ θα ελέγχει την ολιγαρχία. Ο πλούτος της ολιγαρχίας

προήλθε από την ιδιοποίηση των ρωσικών πόρων και της ρωσικής βιομηχανίας όταν

κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση. Ένα μέρος αυτού του τεράστιου πλούτου παραμένει

συνδεδεμένο με τις δραστηριότητες του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος. Πέρα

από την ολιγαρχία, η εναλλακτική λύση είναι η φιλόδοξη ελίτ που αντιπροσωπεύει

ο Πούτιν, η οποία αναδύθηκε μέσα από τις υπηρεσίες πληροφοριών και τον

μηχανισμό ασφάλειας της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Είναι αυταρχική στον τρόπο

δράσης. Το τι θα σημάνει αυτό για τη φύση της ρωσικής κυβέρνησης στο μέλλον

είναι απρόβλεπτο. Ο Άλαν Γκρίνσπαν πίστευε ότι η απελευθέρωση της οικονομίας

στη μετακομμουνιστική Ρωσία «θα εγκαθιστούσε αυτόματα ένα επιχειρηματικό

σύστημα ελεύθερης αγοράς». Πέρα από την αυταπάτη ότι η απελευθέρωση αυτόματα

παράγει έναν ενάρετο καπιταλισμό, η Δύση πάσχει επίσης από την αυταπάτη ότι η

πολιτική διαμάχη στη Ρωσία είναι μια διαμάχη που διεξάγεται ανάμεσα σε

αυταρχικούς και φιλελεύθερους. Υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις φιλελεύθερων

και δημοκρατικών σήμερα στη Ρωσία και τους ευχόμαστε καλή πρόοδο. Όμως, μεταξύ

των θεσμών και των δυνάμεων της εξουσίας και του χρήματος στη Ρωσία δεν

υπάρχουν φιλελεύθεροι.

Το άρθρο του William Pfaff δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Herald Tribune».