Για δεκαετίες η Αμερική έδειχνε να είναι η κυρίαρχη δύναμη στη βιομηχανία.

Έτσι, οι κυβερνητικοί παράγοντες των ΗΠΑ επικέντρωσαν την προσοχή τους στην

απελευθέρωση του εμπορίου βιομηχανικών προϊόντων. Στην προσπάθειά τους αυτή,

όμως, δεν νοιάστηκαν ιδιαίτερα να κάνουν πιο ανταγωνιστικά τα αγροτικά

προϊόντα, επειδή ήξεραν ότι η Αμερική δεν θα μπορούσε να είναι ανταγωνιστική

στον τομέα αυτόν.

Τώρα, η Κίνα ανταγωνίζεται τους πάντες, δημιουργώντας τεράστιο πλεόνασμα στις

εμπορικές της σχέσεις με τις ΗΠΑ. Έτσι, το οικονομικό επιτελείο του Λευκού

Οίκου την κατηγορεί ότι προσπαθεί να διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα την ισοτιμία

του νομίσματός της και ζητεί από την κινεζική κυβέρνηση να αφήσει τις δυνάμεις

της αγοράς να καθορίσουν την αξία του γουάν. Την ίδια στιγμή, ο απερχόμενος

επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Κεν Ρογκόφ, προειδοποιεί ότι τα πλεονάσματα

θέτουν την παγκόσμια σταθερότητα σε κίνδυνο.

Έλεγαν άλλα

Ο Joseph Stiglitz είναι κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Οικονομίας 2001,

καθηγητής Οικονομικών στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κολούμπια, πρώην επικεφαλής

οικονομικών συμβούλων του προέδρου Κλίντον, πρώην αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας

Όσοι θυμούνται την κρίση στην Ανατολική Ασία πριν από πέντε χρόνια, βλέπουν

ότι πολλά από όσα λέγονται σήμερα είναι αντίθετα με εκείνα που υποστηρίζονταν

τότε. Εκείνη την εποχή είχε ζητηθεί από την Κίνα να κρατήσει σταθερό το

νόμισμά της. Μέχρι την κατάρρευση του εθνικού νομίσματος της Αργεντινής, η

πολιτική των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών εθεωρείτο σωστή. Το υπουργείο

Οικονομικών των ΗΠΑ συμφωνούσε με την κρατική παρέμβαση στην αγορά

συναλλάγματος και ενθάρρυνε το ΔΝΤ να υποστηρίζει τέτοιου είδους παρεμβάσεις,

δίνοντας τεράστια δάνεια δισεκατομμυρίων δολαρίων σε χώρες που αντιμετώπιζαν

κρίση. Αν η Κίνα είχε απελευθερώσει – τότε – την ισοτιμία του νομίσματός της,

αυτό θα είχε υποτιμηθεί και η κρίση θα είχε βαθύνει.

Όλες οι χώρες είχαν λάβει προειδοποιήσεις από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να

αποφύγουν τη δημιουργία εμπορικών ελλειμμάτων και να δημιουργήσουν

συναλλαγματικά αποθέματα, επειδή τα τελευταία αποτελούν την πρώτη γραμμή

άμυνας στις συναλλαγματικές κρίσεις. Οι χώρες της Ανατολικής Ασίας ακολούθησαν

αυτές τις συμβουλές και παράλληλα πολιτικές απελευθέρωσης των αγορών τους,

αφού δεν μπορούσαν ουσιαστικά να αντισταθούν στις «διαταγές» του Διεθνούς

Νομισματικού Ταμείου.

H σκληρή πραγματικότητα είναι ότι ούτε το ΔΝΤ ούτε η κυβέρνηση Μπους πιστεύουν

πραγματικά στις ελεύθερες αγορές. Αντίθετα, παρεμβαίνουν στις αγορές, όταν

αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. H κυβέρνηση Μπους βοήθησε αεροπορικές

εταιρείες, έδωσε επιχορηγήσεις χωρίς προηγούμενο σε αγροτικά προϊόντα και

θέσπισε δασμούς στον χάλυβα.

Γιγάντιος οφειλέτης

Τζορτζ Μπους. H κυβέρνησή του βοήθησε αεροπορικές εταιρείες, έδωσε

επιχορηγήσεις χωρίς προηγούμενο σε αγροτικά προϊόντα και θέσπισε δασμούς στον

χάλυβα

Το ΔΝΤ έχει δίκιο: Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να δημιουργηθεί παγκόσμια

αστάθεια, αλλά η κύρια αιτία γι’ αυτό είναι ο τεράστιος δανεισμός των ΗΠΑ από

το εξωτερικό, που άρχισε την εποχή του Ρήγκαν. H πολιτική αυτή μετέτρεψε τις

ΗΠΑ σε έναν γιγάντιο οφειλέτη. Αν κάποια μέρα οι πιστωτές της χώρας

αποφασίσουν ότι θέλουν να έχουν μικρότερο απόθεμα σε δολάρια, αυτό θα μπορούσε

να προκαλέσει μεγάλες αναταράξεις στην αγορά συναλλάγματος και παγκόσμια

αστάθεια.

Γιατί το ΔΝΤ δεν άσκησε κριτική για τα ελλείμματα αυτά; Γιατί η πλουσιότερη

χώρα στον κόσμο εξακολουθεί να λειτουργεί με περισσότερα χρήματα από όσα

διαθέτει, τη στιγμή που το ΔΝΤ κατηγορεί φτωχότερες χώρες για λιγότερο

σημαντικά ατοπήματα;

Το σύστημα αποθεμάτων

Το πρόβλημα σχετίζεται με το παγκόσμιο σύστημα αποθεμάτων. Το σύστημα αυτό

απαιτεί από τη χώρα που λειτουργεί ως κέντρο των αποθεμάτων (τις ΗΠΑ) να είναι

η ίδια μεγάλη οφειλέτης, σε βαθμό που οι άλλες χώρες να χάνουν την εμπιστοσύνη

τους σε αυτήν. Για να λυθούν, όμως, προβλήματα βαθιά ριζωμένα στο παγκόσμιο

οικονομικό σύστημα, θα πρέπει να ξεπεραστούν η «αυταρέσκεια» που επιδεικνύουν

οι επτά πλουσιότερες χώρες στον κόσμο και η μονομέρεια της πολιτικής που

εφαρμόζουν οι ΗΠΑ.

H Κίνα έπραξε σωστά που αγνόησε τις απαιτήσεις των ΗΠΑ. Ο καθορισμός τής

συναλλαγματικής ισοτιμίας του νομίσματός της, με βάση μόνον τις δυνάμεις τής

αγοράς, θα άφηνε τη χώρα εκτεθειμένη σε αστάθεια, η οποία θα μπορούσε να

δημιουργήσει ακόμη περισσότερα προβλήματα, ιδιαίτερα στο τραπεζικό της

σύστημα. Μια υψηλότερη συναλλαγματική ισοτιμία θα μπορούσε να μειώσει την

απασχόληση και να συμβάλει στη δημιουργία αποπληθωρισμού, τον οποίο η Κίνα

αντιμετωπίζει με επιτυχία.

Είναι τυχερή

H Κίνα είναι τυχερή που μπορεί να χαράσσει τη δική της πολιτική. Τα τεράστια

αποθέματά της σε ξένο συνάλλαγμα, της δίνουν τη δυνατότητα να αγνοεί το ΔΝΤ

και το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών. Σε τελική ανάλυση, ίσως αυτός να

είναι ο πιο σημαντικός λόγος που η Κίνα θα έπρεπε να συνεχίσει να διατηρεί

εμπορικό πλεόνασμα. Για μια ακόμη φορά, η Κίνα έχει επιδείξει βαθιά γνώση σε

βασικές οικονομικές αρχές. Το μόνο που μπορούν να κάνουν άλλες χώρες της

περιοχής είναι να εύχονται να είχαν δράσει και αυτές με παρόμοιο τρόπο.

© Project Syndicate, Οκτώβριος 2003