Δύσκολη – κάθε χρόνο και πιο δύσκολη – η προσαρμογή στη μεγαλούπολη, μετά το

καλοκαίρι στις κωμοπόλεις της περιφέρειας και στα νησιά. Σχεδόν αφόρητη για τα

παιδιά: «Γιατί δεν λες καλημέρα στους γείτονες; Γιατί δεν μπορώ να πάω μόνος

μου στην αγορά; Πού θα κάνω ποδήλατο;». Οι ερωτήσεις με σφυροκοπούν χωρίς

έλεος. Και το χειρότερο: χωρίς να έχω τις απαντήσεις…

Το είχα γράψει εδώ και χρόνια – σε μια συνέντευξη ψυχιάτρου καθηγητή – και δεν

το ξέχασα ποτέ: «Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι το καλύτερο μέρος για να ζει

κανείς είναι οι ημιαστικές περιοχές των 2.000 έως 10.000 κατοίκων».

Μια νέα μελέτη με θέμα τις «Υγιείς Γειτονιές», που διεξήχθη στον περασμένο

Αύγουστο για λογαριασμό μεγάλης φαρμακευτικής εταιρείας, σε 11.200 ανθρώπους

112 αστικών και αγροτικών περιοχών σε 9 ευρωπαϊκές χώρες, ήρθε να επιβεβαιώσει

ακόμα μια φορά αυτό το επιστημονικό αξίωμα. Σε όλη την Ευρώπη, οι αγροτικές

περιοχές καταλαμβάνουν πολύ υψηλότερες θέσεις στην ικανοποίηση των πολιτών,

κυρίως στην αίσθηση ασφάλειας και στην ποιότητα του περιβάλλοντος.

Στην Ελλάδα, πιο ικανοποιημένοι αναδεικνύονται οι κάτοικοι της Ερμούπολης της

Σύρου, με τους κατοίκους της να είναι κατά 27% περισσότεροι ικανοποιημένοι από

τον μέσο ελληνικό όρο. H Αιώνια Πόλη καταλαμβάνει μόλις την έβδομη θέση στην

ικανοποίηση των Ιταλών, ενώ το Βερολίνο και η Φρανκφούρτη βρίσκονται στις δύο

χαμηλότερες θέσεις στην κατάταξη των Γερμανών. Ακόμα και η Πόλη του Φωτός

βρίσκεται στην πέμπτη θέση της προτίμησης των Γάλλων.

Ο καλός συνάδελφος, που αποφάσισε δοκιμαστικά να μετακομίσει πριν από τρία

χρόνια στη γενέτειρα της συζύγου του, στη Μεγαλόνησο, στέλνοντας τη δουλειά

του ηλεκτρονικά στην πρωτεύουσα, έρχεται μια φορά στο τόσο στην Αθήνα και δεν

έχει καμία πλέον αμφιβολία για την επιτυχία του εγχειρήματός του. Λάμπει από

ψυχική ισορροπία και κέφι για ζωή. Με δυο λόγια, «βρήκε την υγειά του». Μήπως

ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να ακολoυθήσουμε το παράδειγμά του;