H έννοια του σοσιαλισμού εμπεριέχει την ιδέα της υπέρβασης των καπιταλιστικών

σχέσεων παραγωγής είτε με δημοκρατικά μέσα (δημοκρατικός σοσιαλισμός) είτε με

βίαια μέσα. Ο σοσιαλισμός σαν μεταρρυθμιστικό, δημοκρατικό όραμα δεν οδηγεί

ούτε στην κατάργηση της λεγόμενης «αστικής» δημοκρατίας ούτε στην κατάργηση

της οικονομίας της αγοράς. Όσον αφορά το πρώτο, για τους δημοκράτες

σοσιαλιστές η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν είναι απλά ένα «εργαλείο» της

καπιταλιστικής άρχουσας τάξης αλλά μια αναγκαία (αν όχι και ικανή) προϋπόθεση

για τη διάχυση πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων προς τις

λαϊκές τάξεις. Όσον αφορά το δεύτερο, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός πιστεύει πως

μια οικονομία της αγοράς μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την ατομική ιδιοκτησία,

στη βάση συνεταιριστικών αρχών: δηλαδή οι κατέχοντες και ελέγχοντες τα κύρια

μέσα παραγωγής δεν θα είναι ούτε οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ούτε το κράτος αλλά

οι συνεταιρισμοί.

Αν ο αυταρχικός σοσιαλισμός σοβιετικού τύπου απέτυχε παταγωδώς, ο δημοκρατικός

σοσιαλισμός δεν έχει μεγάλες πιθανότητες υλοποίησης – τουλάχιστον στις

επόμενες δεκαετίες. Άρα το μόνο ρεαλιστικό όραμα σήμερα δεν είναι η υπέρβαση

του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής αλλά ο εξανθρωπισμός του· δεν είναι η

επίτευξη ενός αντικαπιταλιστικού, σοσιαλιστικού παραδείσου αλλά η επινόηση

νέων σοσιαλδημοκρατικών μέσων για την επίτευξη μιας ισορροπίας μεταξύ της

καπιταλιστικής ανάπτυξης / παραγωγικότητας από τη μια μεριά και της κοινωνικής

δικαιοσύνης, ουσιαστικής δημοκρατίας και οικολογικής ευθύνης από την άλλη. Με

άλλα λόγια, το κεντρικό δίλημμα σήμερα (και σε εθνικό και σε παγκόσμιο

επίπεδο) δεν είναι «καπιταλισμός ή σοσιαλισμός». Το κεντρικό δίλημμα είναι

«βάρβαρος / θατσερικός ή πολιτισμένος / σοσιαλδημοκρατικός καπιταλισμός».

Οι κεντροαριστερές πολιτικές δυνάμεις στη χώρα μας έχουν αντιληφθεί και

δέχονται την ουσία των παραπάνω διαπιστώσεων. Εξακολουθούν όμως να μιλούν για

την επίτευξη του σοσιαλιστικού οράματος και όχι για την ανανέωση της

σοσιαλδημοκρατίας. Και αυτό γιατί για πολλούς αριστερούς (εντός και εκτός του

κυβερνώντος κόμματος) η έννοια της σοσιαλδημοκρατίας – ήταν και παραμένει

στιγματισμένη – υπονοεί «ρεφορμισμό», προδοσία της επανάστασης κ.λπ. Και αυτή

η άκρως δογματική και παράλογη στάση διαιωνίζεται παρ’ όλο που η

δυτικοευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι ιστορικά η μόνη αριστερή / προοδευτική

πολιτική δύναμη που έχει στο ενεργητικό της μεγάλα επιτεύγματα (όπως το

σπάσιμο του ολιγαρχικού κοινοβουλευτισμού και τη μαζική συμμετοχή των

εργατικών τάξεων στις δημοκρατικές διαδικασίες, τη δημιουργία του κράτους

πρόνοιας κ.λπ.).

Αν κοιτάξει κανείς τα προγράμματα των μη κομμουνιστικών αριστερών κομμάτων,

αυτά αναφέρονται συστηματικά στο σοσιαλιστικό όραμα ενώ στην πραγματικότητα τα

μέτρα που προτείνουν είναι σοσιαλδημοκρατικά: αποδοχή της οικονομίας της

αγοράς και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, μείωση των ανισοτήτων, εδραίωση /

επέκταση του κοινωνικού κράτους κ.λπ. Έτσι στο επίπεδο της ρητορείας ο λόγος

των κεντροαριστερών κομμάτων είναι σοσιαλιστικός / ουτοπικός. Στο επίπεδο

συγκεκριμένων προγραμμάτων και πολιτικών ο λόγος τους είναι καθαρά

σοσιαλδημοκρατικός. Δηλαδή μιλάνε για σοσιαλισμό αλλά εννοούν

σοσιαλδημοκρατία. Αυτού του είδους η σχιζοφρενική συμπεριφορά, αυτή η άρνηση

να πει κανείς τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη συσκοτίζει τα πράγματα και

εμποδίζει τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό της κοινωνίας μας. Βέβαια οι θιασώτες

της έννοιας του σοσιαλισμού υποστηρίζουν πως με τον όρο αυτό εννοούν τον

«αληθινό σοσιαλισμό», όχι αυτόν που απέτυχε. Αλλά αυτό το επιχείρημα δεν

πείθει σήμερα κανέναν. Οδηγεί απλά σε μια κατάσταση όπου η αριστερά

αποσυνδέεται από τις σημαντικές επιτυχίες της στην πρώιμη μεταπολεμική περίοδο

και επανασυνδέεται με τις πιο τραγικές αποτυχίες της. Αυτό είναι άκρως

αυτοκαταστροφικό. Ας ξεχάσουμε λοιπόν για τη στιγμή τα σοσιαλιστικά οράματα

και ας αναζωογονήσουμε το σοσιαλδημοκρατικό όραμα, τη ρεαλιστική ουτοπία.

Ο Νίκος Μουζέλης είναι καθηγητής.