Εκτός από τον αφοπλισμό και την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν, η στρατιωτική

επέμβαση στο Ιράκ έχει ως πρώτο στόχο να κλείσει το κουτί της Πανδώρας που

άνοιξαν οι ΗΠΑ όταν επέλεξαν να ενθαρρύνουν, να εξοπλίσουν και να

χρηματοδοτήσουν τοπικούς συμμάχους, οι οποίοι στράφηκαν τελικά εναντίον τους.

Ο Σαντάμ – αλλά και οι «ιεροί πολεμιστές» και οι Ταλιμπάν του Αφγανιστάν –

εγγράφονταν στην ίδια αυτή λογική με την οποία θέλει να διακόψει σήμερα η

Ουάσιγκτον.

Για να καταλάβουμε τι διακυβεύεται με αυτό το επικίνδυνο στοίχημα, πρέπει να

επιστρέψουμε στο 1979.

Τον Φεβρουάριο του 1979 κατέρρευσε το καθεστώς του Σάχη, του «χωροφύλακα του

Κόλπου», στυλοβάτη της ασφάλειας αυτής της πετρελαϊκής ζώνης, ενώ θριάμβευε η

ισλαμική επανάσταση με το σύνθημα «Θάνατος στον Μεγάλο Σατανά!».

Τον Νοέμβριο, η επίθεση στο Μεγάλο Τζαμί της Μέκκας από ριζοσπαστικά στοιχεία

απέδειξε πόσο εύθραυστη ήταν η σύμμαχος Σαουδική Αραβία, αλλά και τα όρια της

συντηρητικής και φιλοαμερικανικής χρησιμοποίησης του ουαχαμπίτικου Ισλάμ.

Τέλος, τον Δεκέμβριο, εισέβαλε στο Αφγανιστάν ο Κόκκινος Στρατός.

Υπό το σοκ ακόμη του πολέμου του Βιετνάμ, οι ΗΠΑ δεν στέλνουν δικά τους

στρατεύματα: αναθέτουν την επιχείρηση σε δύο συγκυριακούς συμμάχους, δεόντως

εξοπλισμένους και χρηματοδοτούμενους από τις ίδιες αλλά και τις

πετρελαιομοναρχίες της Αραβικής Χερσονήσου.

Στα τέλη της δεκαετίας, η Ουάσιγκτον μπορεί να συγχαίρει εαυτόν για τη δουλειά

των υπεργολάβων της: ο Αγιατολάχ της Τεχεράνης υπογράφει, το καλοκαίρι του

1988, μία εκεχειρία με τον Σαντάμ, που ανακόπτει οριστικά την εξάπλωση της

ιρανικής επανάστασης· οι γενειοφόροι «μαχητές της ελευθερίας» υποχρεώνουν, τον

Φεβρουάριο του 1989, τη Μόσχα να αποσύρει τα στρατεύματά της, προοίμιο της

πτώσης του Τείχους και της σοβιετικής αυτοκρατορίας.

Το Ιράν και το Ιράκ έχουν υποστεί αφαίμαξη, το Αφγανιστάν είναι ερείπια, αλλά

αυτή η διπλή πολιτική νίκη δεν έχει κοστίσει σχεδόν τίποτε στον προϋπολογισμό

των ΗΠΑ και οι Αμερικανοί στρατιώτες δεν έχουν διακινδυνεύσει τη ζωή τους σε

αβέβαιες μάχες.

Ο Λευκός Οίκος νίπτει τότε τας χείρας του για την τύχη αυτών των δύο συμμάχων:

σταματά να επιχορηγεί τους «ιερούς πολεμιστές», οι οποίοι υποβαθμίζονται

ξαφνικά από «μαχητές της ελευθερίας» σε εμπόρους ναρκωτικών και πιθανούς

τρομοκράτες, με την ελπίδα ότι θα εξαφανιστούν. Και δεν προσφέρει καμία

βοήθεια στο Ιράκ του Σαντάμ, το οποίο έχει καταστραφεί από τον πόλεμο.

Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής του Πόντιου Πιλάτου είναι γνωστά: στις 2

Αυγούστου 1990, ο Σαντάμ εισβάλλει στο Κουβέιτ με σκοπό την προσάρτησή του,

και στις 7 Αυγούστου, ο βασιλιάς Φαχντ καλεί σε βοήθεια τα αμερικανικά

στρατεύματα.

Η Ουάσιγκτον υποχρεώνεται τότε να εμπλακεί προσωρινά: η «Καταιγίδα της Ερήμου»

μοιάζει ένας απόλυτος πολιτικός θρίαμβος για τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, η Αμερική επιλέγει να αφήσει δύο πληγές της Μέσης Ανατολής να

μολυνθούν: το ιρακινό ζήτημα καλύπτεται με το έμπλαστρο του εμπάργκο – με τον

Σαντάμ να ευδοκιμεί στην εξουσία· και ουδείς ανησυχεί για την ενδυνάμωση των

«ιερών πολεμιστών» γύρω από έναν κάποιον Μπιν Λάντεν.

Μόνο την επομένη της 11ης Σεπτεμβρίου, όταν το τζιχάντ μεταφέρεται στην καρδιά

των ΗΠΑ, αρχίζει να αναθεωρεί η κυβέρνηση Μπους την πολιτική που ακολουθείται

από το 1979. Τα δύο καθεστώτα που έχουν ιδρυθεί από τους παλαιούς συμμάχους

της δεκαετίας του 1980 – οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, ο Σαντάμ στο Ιράκ –

καταδικάζονται σε μια χειρουργική εκτομή, ενώ μέχρι τότε, στο πλαίσιο της

απατηλής ισραηλινο-παλαιστινιακής ειρήνευσης, αφήνονταν να νεκρώσουν αργά, το

ένα υπό την επήρεια της σαρία, το άλλο υπό την επήρεια του εμπάργκο.

Η πολιτική της προσφυγής σε τοπικούς υπεργολάβους είχε φανεί λιγότερο δαπανηρή

βραχυπρόθεσμα, ακόμη και προσοδοφόρα – για ένα διάστημα. Ο πραγματικός

«λογαριασμός», ωστόσο, παρουσιάστηκε με την τρομοκρατία της δεκαετίας του

1990, την αποτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας το 2000, τη διακινδύνευση του

ανεφοδιασμού σε πετρέλαιο και τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

Ο Τζορτζ Μπους είναι σήμερα αιχμάλωτος του χρονοδιαγράμματος που του επιβάλλει

μια γρήγορη και τελεσίδικη νίκη. Χωρίς αυτήν, κινδυνεύει να ανοίξει λίγο

περισσότερο το κουτί της Πανδώρας, απελευθερώνοντας σε ολόκληρη τη Μέση

Ανατολή τις εχθρικές δυνάμεις που απειλούν να διαλύσουν την περιοχή και να

καταστήσουν ακόμη πιο δύσκολη την εγκαθίδρυση σε αυτήν της Pax

Americana.

Ο Gilles Kepel είναι καθηγητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Μελετών του Παρισιού.