Όταν ασχολήθηκε για πρώτη φορά με τον τουρισμό, ήταν ακόμη παιδί,

μαθητής στο σχολείο. Η επιλογή του τότε δεν ήταν συνειδητή, όπως εξηγεί ο

ίδιος. Όμως, βιοποριστικοί λόγοι τον ανάγκασαν να δουλέψει. Σήμερα, ο άνθρωπος

που πέρασε από όλα τα σκαλιά και τις θέσεις της ιεραρχίας κι έφτασε στα 40 του

χρόνια να διευθύνει ένα από τα μεγαλύτερα ταξιδιωτικά γραφεία, λέει πως αν του

δινόταν η ευκαιρία, θα έκανε την ίδια επιλογή.

«Τώρα που βλέπω τη σπουδαιότητα του τουρισμού στην παγκόσμια οικονομία,

ακόμη πιο εύκολα θα επέλεγα κάτι που έτσι κι αλλιώς τελικά αγάπησα», λέει ο κ.

Θεόδωρος Μπίθας, διευθυντής του Travel Plan. Παρά τις δυσκολίες της

καθημερινότητας, το ακαθόριστο ωράριο και την βαρύτητα των ευθυνών που του

επιβάλλει κάθε στιγμή η θέση του, εκείνος δεν βρίσκει ελαττώματα στη δουλειά του.

«Επιβάλλεται να είναι κανείς ερωτευμένος με αυτό που κάνει», λέει ο κ.

Θεόδωρος Μπίθας και αμέσως εξηγεί ότι «η βιομηχανία μας», όπως συνηθίζει να

αποκαλεί τον τουρισμό, «είναι πολύ βαριά, μια βιομηχανία που παράγει εικόνες,

εντυπώσεις ή γνώση ανάλογα με την ποιότητα του ταξιδιού και των ταξιδιωτών. Θα

πρέπει πάντα να έχουμε στον νου μας την ευχαρίστηση του πελάτη. Κι αυτό γιατί

10 ημέρες ταξιδιού πιθανόν να του στοιχίζουν ακριβότερα από έναν μήνα στην

πατρίδα του».

Στην καθημερινή του δουλειά, το τυπικό οχτάωρο απουσιάζει. Το αναπάντεχο

παίζει διπλό ρόλο στα τουριστικά επαγγέλματα. Τα απρόβλεπτα και τυχαία

γεγονότα είναι οι μεγαλύτεροι παράγοντες άγχους και αγωνίας.

«Από την αναβολή των πτήσεων λόγω καιρικών συνθηκών μέχρι τον εξαναγκασμό να

αλλάξουμε στρατηγική, όπως συνέβη διεθνώς μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της

11ης Σεπτεμβρίου, τα απολύτως τυχαία γεγονότα αποτελούν τις δυσκολίες της

δουλειάς», σημειώνει.

Όμως, εκεί ακριβώς όπου ξεκινούν τα προβλήματα, σε αυτό το σημείο κρύβονται

και τα μυστικά της δουλειάς. «Έχει να κάνει με τη δυνατότητα που έχει ή δεν

έχει κανείς να αντιλαμβάνεται και να προβλέπει τις εξελίξεις. Σε μία τόσο

ευμετάβλητη βιομηχανία, το μυστικό συνοψίζεται σε αυτήν κυρίως την ικανότητα».

Η δική του επαγγελματική σταδιοδρομία εξελίχθηκε παράλληλα με την τουριστική

έκρηξη στην Ελλάδα. Γνωρίζει, συνεπώς, πολύ καλά την αξία της συνεχούς

εκπαίδευσης και ενημέρωσης, προκειμένου να γίνει κανείς ένα επιτυχημένο

στέλεχος. «Παρακολούθησα πολλά σεμινάρια, θυσιάζοντας πολλές φορές, ώρες από

την προσωπική μου ζωή», λέει ο κ. Μπίθας τονίζοντας παράλληλα πως οι ξένες

γλώσσες, οι υπολογιστές και η γεωγραφία δεν αρκούν για να επιτύχει κανείς.

«Χρειάζεται η ανάπτυξη μιας ανώτερης παιδείας και μιας ευρυμάθειας για την

παγκοσμιότητα», συμπληρώνει.

Ο κ. Μπίθας έχει ταξιδέψει, χάρη στη δουλειά του, σχεδόν σε όλο τον κόσμο. «Τα

ταξίδια δεν είναι για μένα απλά σημαντικά, είναι η απαραίτητη ευχαρίστηση για

τη ζωή μου», λέει. Στις άκρες της γης, όπου πάτησε το πόδι του, συναντήθηκε

πολλές φορές με το απρόοπτο. Και κάθε φορά έβρισκε τη λύση. «Ήταν σε μία

εκδρομή στον Αρκτικό Κύκλο, θυμάμαι. Λόγω μηχανικής βλάβης σε ένα snow mobile

αναγκάστηκα να περπατήσω απόσταση 50 χλμ. τη νύχτα με -25 βαθμούς Κελσίου, να

επιβιβαστώ με άλλα τρία αντί για ένα άτομο πάνω σε ένα δεύτερο όχημα και να

ταξιδέψουμε έτσι επί τρεις ώρες!».

Άριστες προοπτικές

Ο κ. Μπίθας λέει για όσους ξεκινούν από το μηδέν, όπως ο ίδιος: «Αν το μηδέν

χαρακτηρίζει την προσωπικότητά τους είναι βέβαιο πως καλύτερα να μην έρθουν σ’

αυτήν τη βιομηχανία συναισθημάτων. Αν το μηδέν όμως χαρακτηρίζει την εμπειρία

τους, αλλά έχουν πίστη για τις ικανότητές τους, θα έλεγα ότι δημιουργικότερη

βιομηχανία δεν υπάρχει».

Ο ίδιος γνωρίζει καλά πως δεν είναι δύσκολο να εξελιχθεί κανείς και να ανέβει

τα σκαλιά της ιεραρχίας. Οι προοπτικές για τους νέους είναι άριστες, σε έναν

τομέα όπως ο τουρισμός, που έχει καλπάζοντες ρυθμούς ανάπτυξης. «Όμως, για να

πετύχει κανείς, αφού έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στις τουριστικές

επιχειρήσεις, θα πρέπει να ξέρει πως σε μία βιομηχανία που μεταλλάσσεται με

μεγάλη ταχύτητα, η συνεχής ενημέρωση ακόμη κι όταν φτάσει πολύ ψηλά είναι

απαραίτητη». Η έλλειψη, μάλιστα, μεσαίων στελεχών στον κλάδο, ευνοεί μία

ταχύτατη ανέλιξη τουλάχιστον μέχρι τη μέση της ιεραρχίας. Και όπως λέει ο κ.

Μπίθας, «οι απολαβές είναι ικανοποιητικές, ανάλογα με τη θέση που έχει ο καθένας».