Ένα παλιό στρατιωτικό αξίωμα λέει ότι ο κάθε άνθρωπος όταν βρεθεί μέσα σε

πυρά δείχνει την καλύτερη ή τη χειρότερη πλευρά του χαρακτήρα του. Υπ’ αυτό το

πρίσμα και με αυτό το κριτήριο, ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης τις τελευταίες

εβδομάδες, με την την ιστορία της Eurostat και την επίθεση της Ν.Δ. για τον

προϋπολογισμό, κατάφερε να διατηρήσει την ψυχραιμία του. Ίσως γιατί δεν του

αρέσουν εκ χαρακτήρος οι καβγάδες. Ίσως, πάλι, γιατί γνωρίζει ότι μια δημόσια

συζήτηση για την πορεία της εθνικής οικονομίας και μάλιστα σε δυσμενέστατη

διεθνή συγκυρία δεν θα έπρεπε ποτέ να γίνει μέσα από αντεγκλήσεις,

αντιπαραθέσεις και καταστροφολογία.

Νίκος Χριστοδουλάκης: Έχουμε απλοποιήσει δραστικά όλους τους φορολογικούς

κώδικες για βιβλία και στοιχεία που αποτελούσαν το μεγάλο κόστος λειτουργίας

των μικρομεσαίων επιχειρήσεων

Η χειραψία του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος είναι πολύ πιο

μεγαλόσωμος απ’ ό,τι δείχνει στην τηλεόραση, είναι φιλική χωρίς όμως να

εμπνέει οικειότητα. Μιλάμε για μερικά λεπτά περί ανέμων και υδάτων και μετά

μπαίνω στο ψητό λέγοντάς του ότι στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου τα φτωχά

στρώματα των αστικών κέντρων, οι μικρομεσαίοι και προπαντός οι αγρότες

έστειλαν στην κυβέρνηση ένα συγκεκριμένο μήνυμα.

Σε 18 μήνες – του εξηγώ – αν όχι νωρίτερα, θα έχουμε εκλογές, και το

ζητούμενο είναι πώς το ΠΑΣΟΚ θα καταφέρει να συνδυάσει μια πολιτική

οικονομικής σταθερότητας με την πολιτική αντεπίθεση που πρέπει να κάνει για να

ανακτήσει μέρος αυτών των εκλογικών απωλειών.

«Νομίζω», μου λέει με φωνή χαμηλή που ίσα-ίσα ακούγεται, «ότι προφανώς υπήρξαν

μηνύματα στις δημοτικές εκλογές και θα ήταν εξαιρετική αλαζονεία να πούμε ότι

δεν υπήρξαν. Και καταγραφές αγωνίας και εκδηλώσεις μιας γενικευμένης

αβεβαιότητας, η οποία υπάρχει σε πολλούς τομείς όπως είναι η απασχόληση, η

πορεία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και όπως είναι το μέλλον της αγροτικής

ανάπτυξης. Έχουμε όμως απαντήσεις σ’ αυτά και μπορώ να σας πω ότι το 2003 θα

είναι μια χρονιά ριζικά διαφορετική για όλα αυτά τα στρώματα και ειδικά για τα

ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα».

Ποιες, όμως, είναι αυτές οι απαντήσεις;

«Οι κοινωνικές δαπάνες το 2003 ως ποσοστό επί του ΑΕΠ θα ανέλθουν στο 27% και

θα είναι σχεδόν ίδιες με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επιπλέον, από το 2003

διπλασιάζουμε τη σύνταξη των χαμηλόμισθων του ΙΚΑ, ενώ για τις υπόλοιπες

κατηγορίες οι αυξήσεις θα είναι αισθητά μεγαλύτερες από τον πληθωρισμό και θα

κυμανθούν γύρω στο 4,5%. Οι αυξήσεις των χαμηλοσυνταξιούχων μέσω του ΕΚΑΣ θα

φθάσουν στο 15%. Συνολικά, οι αυξήσεις των πραγματικών μισθών κατά μέσο όρο θα

είναι πάνω από 2%, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι 0,8%. Θα

επεκτείνουμε επίσης το δίκτυο κατά της φτώχειας με ένα πρόγραμμα 40 δισ., που

έχει ήδη ξεκινήσει και βοηθάει νέα ζευγάρια, αποκλεισμένους, συνταξιούχους και

ηλικιωμένους που μένουν μόνοι.

Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουμε διαμορφώσει ένα φορολογικό νομοσχέδιο,

το οποίο ήδη συζητείται στη Βουλή και το οποίο αποτελεί μια τομή για τις

μικρομεσαίες επιχειρήσεις».

Δηλαδή;

«Έχουμε απλοποιήσει δραστικά όλους τους φορολογικούς κώδικες, για βιβλία και

στοιχεία που αποτελούσαν το μεγάλο κόστος λειτουργίας των μικρομεσαίων

επιχειρήσεων και καταργούμε τον εξωλογιστικό προσδιορισμό, διευκολύνοντας πάρα

πολύ τις φορολογικές επιβαρύνσεις στις επιχειρήσεις».

Για το αγροτικό, ποια είναι τα σχέδιά σας; τον ρωτάω.

«Όσον αφορά τον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης, η πρόσφατη απόφαση που ελήφθη

στο συμβούλιο των αρχηγών κρατών, διασφαλίζει πόρους για τα επόμενα χρόνια και

μας δίνει μια πολύ σημαντική ευκαιρία, την τελευταία ίσως, να αναδιαρθρώσουμε

τις καλλιέργειές μας σε μια κατεύθυνση που θα είναι πιο ανταγωνιστική διεθνώς

από εδώ και πέρα. Το δεύτερο είναι ότι έχουμε πια τα χρηματοδοτικά μέσα να

προωθήσουμε μια ανάπτυξη στην ύπαιθρο. Τα προγράμματα στήριξης των αγροτών

έχουν αρχίσει να επιταχύνονται και νομίζω ότι η μεγάλη περίοδος της

επιτάχυνσης θα είναι το πρώτο εξάμηνο του 2003».

Το πρόβλημα – του αντιτείνω – είναι ότι προσπαθείτε να κάνετε τους

τελευταίους 18 μήνες της θητείας σας όλα αυτά που ίσως θα έπρεπε να έχουν

γίνει τους προηγούμενους 30.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία», μου απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη, «ότι σε

μερικούς τομείς υπάρχουν καθυστερήσεις».

Αδικαιολόγητες καθυστερήσεις – τον διακόπτω – σε ζωτικής σημασίας θέματα

όπως αυτό της ανεργίας που προκαλούν εκτός όλων των άλλων κοινωνικά προβλήματα

τα οποία μέρα με τη μέρα εντείνονται. Διαφωνείτε;

«Όχι. Θα συμφωνήσω μαζί σας ότι πρόβλημα της ανεργίας είναι ένα από τα πιο

ευαίσθητα τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε κατά απόλυτη προτεραιότητα.

Υπάρχουν όμως και ορισμένες προϋποθέσεις και πιστεύω ότι έχουμε τις πολιτικές

αυτές. Πρώτα απ’ όλα είναι να διατηρήσουμε υψηλή την ανάπτυξη, διότι χωρίς

ανάπτυξη καμία αύξηση της απασχόλησης δεν πρόκειται να συμβεί».

Δεν φτάνει όμως η ανάπτυξη, φτάνει; τον ρωτάω.

«Δεν φτάνει και γι’ αυτό κάνουμε και μια σειρά άλλων κινήτρων είτε μέσω

κατάρτισης είτε μέσω φορολογικών κινήτρων που δίνουμε στις επιχειρήσεις – εάν

προσλαμβάνουν να μπορούν να μειώσουν τον φορολογικό τους συντελεστή – και

νομίζω ότι τα πρώτα δείγματα αυτής της πολιτικής έχουν αρχίσει να φαίνονται.

Το τελευταίο τρίμηνο είχαμε μια αύξηση των θέσεων μισθωτής απασχόλησης κατά

52.000 που είχαμε να δούμε πολλά χρόνια».

Πηγαίνοντας τη συζήτηση σε πιο προσωπικό επίπεδο, τον ρωτάω αν αισθάνεται

άνετα μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Γιατί, του εξηγώ συμπληρωματικά, ακούω αριστερά και

δεξιά, ότι ο Χριστοδουλάκης δεν είναι ΠΑΣΟΚ, δεν είναι καν σοσιαλιστής, αλλά

ένας ψυχρός, απρόσωπος τεχνοκράτης, ο οποίος κρυμμένος πίσω από νούμερα και

στατιστικές αδιαφορεί για το κοινωνικό πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ και τις αγωνίες του

Έλληνα πολίτη.

«Καλό θα ήταν αυτοί που τα λένε να βγούνε να τα πούνε και προσωπικά», μου

απαντά με οξύ τόνο. «Αυτό το οποίο ξέρω εγώ είναι ότι η προσωπικότητα του

καθενός, όταν ασκεί οικονομική πολιτική, δεν κρίνεται με βάση τις δημόσιες

σχέσεις, αλλά κρίνεται με βάση τα απτά αποτελέσματα τα οποία αισθάνεται ο

χαμηλόμισθος, ο εργαζόμενος, ο μικροεπιχειρηματίας. Και πιστεύω ότι η πολιτική

την οποία ασκώ τούς βοηθάει, αλλάζοντας τα δεδομένα προς το καλύτερο και αυτό

αποδεικνύουν όχι μόνο οι οικονομικές συμπεριφορές αλλά και τα ίδια τα

στοιχεία. Νομίζω ότι ένας οικονομικός υπουργός, ο οποίος περιφρονεί τα

στοιχεία και τα δεδομένα – μου λέει με έναν αέρα ελαφράς ανωτερότητας – χάνει

τη δυνατότητα να αξιολογήσει την πολιτική του».

Ένα άλλο θέμα, του λέω, το οποίο είναι απαραίτητο να θιγεί είναι το τι θα

συμβεί από το 2005 και μετά, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί τα έργα που συνδέονται

με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και θα σταματήσουν οι μεγάλες κοινοτικές εισροές.

Ποιος θα σηκώσει τότε το βάρος της ανάπτυξης που χρειάζεται η ελληνική

οικονομία για να πραγματοποιηθεί η πραγματική σύγκλιση;

«Κατ’ αρχήν, το τι ανάπτυξη θα έχουμε και πόση εξαρτάται πρώτα απ’ όλα από το

ποιος ασκεί πολιτική. Εάν την οικονομική πολιτική την ασκεί η Ν.Δ., είναι

βέβαιο ότι τα πράγματα θα πηγαίνουν πολύ άσχημα για την οικονομία, όπως

άλλωστε έδειξαν οι εμπειρίες τις οποίες είχε πριν από 10 χρόνια ο ελληνικός

λαός. Άρα, το πρόβλημα της οικονομίας είναι πρωτίστως πολιτικό. Όσον αφορά τα

θέματα χρηματοδότησης, οι χρηματοδοτήσεις δεν θα εξαφανιστούν, θα μειωθούν

βεβαίως. Διότι, ταυτόχρονα, αναπτύσσεται και η Ελλάδα και όσο πιο πολύ

αναπτύσσεται η χώρα τόσο λιγότερες χρηματοδοτήσεις λαμβάνει από την Ευρωπαϊκή

Ένωση. Ούτως ή άλλως, όμως, δεν δέχομαι καθόλου αυτό το οποίο αναφέρεται, ότι

τάχα όλη η ανάπτυξη οφείλεται στις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις. Η ανάπτυξη

οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της στις δικές μας εθνικές χρηματοδοτήσεις,

είτε του κρατικού προϋπολογισμού είτε των ιδιωτών, είτε των επενδύσεων. Και

αυτό είναι κάτι το οποίο θα επεκταθεί, δεν θα μειωθεί τα επόμενα χρόνια».

Η μεγαλύτερη φορολογική μεταρρύθμιση

Το φορολογικό σύστημα της χώρας συνεχίζει να είναι κλειστοφοβικά

γραφειοκρατικό και να δημιουργεί πελατειακές σχέσεις που εμποδίζουν μορφές

ανάπτυξης και επενδύσεων. Κάτι δραστικότερο δεν πρέπει να γίνει;

«Δεν αρνούμαι ότι υπάρχουν προβλήματα διαφθοράς και γραφειοκρατίας, αλλά μην

περιμένετε ότι, έτσι όπως είναι τα πράγματα, σε ένα λεπτό μέσα, κουνάει

κάποιος το χέρι του με έναν ταχυδακτυλουργικό τρόπο και αλλάζουν. Η φορολογική

μεταρρύθμιση, όμως, που έχουμε μπροστά μας ξεκινάει να εφαρμόζεται σε ενάμιση

μήνα από σήμερα· όμοιά της δεν είχε δει το ελληνικό κράτος τα τελευταία 30

χρόνια και γίνεται με επίκεντρο τους χαμηλοεισοδηματίες, τους μισθωτούς και

τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.