Ένα στα έξι ζευγάρια στη χώρα μας αντιμετωπίζει πρόβλημα στην απόκτηση

παιδιού. Ποσοστό, μάλιστα, που είναι αρκετά υψηλότερο σε σχέση με τον υπόλοιπο

κόσμο, καθώς ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι σε παγκόσμια κλίμακα

ένα στα δέκα ζευγάρια είναι υπογόνιμα.

Μεγάλη υπογεννητικότητα. Εκτός από τα παθολογικά αίτια της υπογονιμότητας, η

υπογεννητικότητα σχετίζεται και με οικονομικούς-κοινωνικούς παράγοντες

Αριθμητικά τα υπογόνιμα ζευγάρια υπολογίζονται σήμερα σε 300.000 στην Ελλάδα.

Οι άνθρωποι αυτοί απευθύνονται στα κέντρα εξωσωματικής γονιμοποίησης. Σε αυτά,

η κάθε προσπάθεια έχει ποσοστό επιτυχίας έως 30%, ενώ συνολικά οι τρεις

προσπάθειες (που πραγματοποιούνται συνήθως) πετυχαίνουν κατά 70%. Το κόστος,

όμως, είναι συχνά απαγορευτικό για πολλά ζευγάρια που επιθυμούν να αποκτήσουν

παιδί.

Τα παραπάνω στοιχεία παρουσίασαν χθες ο Βασίλης Ταρλατζής, αναπληρωτής

καθηγητής Μαιευτικής – Γυναικολογίας και Ανθρώπινης Αναπαραγωγής, και η Ζαΐρα

Παπαληγούρα, επίκουρη καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της

Θεσσαλονίκης, σε συνέντευξη Τύπου, την οποία διοργάνωσε το Σωματείο

Υποστήριξης Γονιμότητας «Κυβέλη».

Όπως ανέφεραν οι καθηγητές, «η αντιμετώπιση της υπογονιμότητας με τις μεθόδους

υποβοηθούμενης αναπαραγωγής είναι επιτυχημένη (δηλαδή, οδηγεί σε κύηση) σε

ποσοστό μέχρι και 70%, ύστερα από τρεις κύκλους θεραπείας».

Στη χώρα μας λειτουργούν σήμερα 45 κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Από

αυτά μόνο τα έξι είναι δημόσια και όπως τόνισαν οι επιστήμονες: «Έχουν

περιορισμένο προσωπικό και τεχνικό εξοπλισμό. Γι’ αυτό πολλά ζευγάρια δεν

καταλήγουν σε αυτά, αφού η λίστα αναμονής είναι μεγάλη».

Από την άλλη μεριά, στα ιδιωτικά κέντρα το κόστος είναι πολύ υψηλό και η

κάλυψη από τα ασφαλιστικά ταμεία ελάχιστη. «Για κάθε προσπάθεια το κόστος

κυμαίνεται από 2.900 έως 3.800 ευρώ. Τα ταμεία καταβάλλουν ένα εφάπαξ επίδομα

των 352 ευρώ! Πρόσφατα, προστέθηκε και η κάλυψη της φαρμακοθεραπείας (100% από

το ΙΚΑ και 75% από τα υπόλοιπα ταμεία)».

Στις σκανδιναβικές χώρες, αλλά και στην Ολλανδία και τη Γερμανία, όπως

ανέφεραν οι δύο καθηγητές, όπου το ετήσιο ποσοστό γεννήσεων με τις μεθόδους

αυτές φτάνει το 5%, η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή καλύπτεται πλήρως από τους

ασφαλιστικούς φορείς.

Η υπογονιμότητα οφείλεται σε προβλήματα του άνδρα (κυρίως διαταραχές ποσότητας

και ποιότητας σπέρματος λόγω διαφορετικών παραγόντων), της γυναίκας (απόφραξη

σαλπίγγων, ενδομητρίωση κ.ά.) ή και των δύο – για κάθε μία από τις παραπάνω

αιτίες το ποσοστό υπολογίζεται σε περίπου 33%.

Τα προβλήματα στην απόκτηση παιδιού σχετίζονται πάντως και με την ηλικία της

γυναίκας. Στην ηλικία των 35 – 40 ετών το ποσοστό επιτυχούς σύλληψης φτάνει το

25%, ενώ από τα 40 και μετά το αντίστοιχο ποσοστό πέφτει ακόμη και στο 0,3%.

Οι επιστήμονες αναφέρθηκαν ακόμη στο φαινόμενο της υπογεννητικότητας, λέγοντας

πως σχετίζεται μεταξύ άλλων και με οικονομικούς – κοινωνικούς παράγοντες.

Σημειώνεται ότι κατά τη δεκαετία 1991 – 2001 μειώθηκαν οι μαθητές της Α’

Δημοτικού. «Ένα στα πέντε Δημοτικά έκλεισαν και ένα στα πέντε θρανία έμειναν άδεια».