Είναι διαπιστωμένο, περισσότερο στην αλλοδαπή από ό,τι στο εσωτερικό του

τόπου, ότι η χώρα μας τα τελευταία χρόνια έχει κάνει αλματώδη βήματα προόδου

σε πολλούς τομείς.

Η «Ψωροκώσταινα» ή ο περιβόητος «Πειναλέων» του αξέχαστου Μποστ είναι φιγούρες

και καταστάσεις που έχουν θέση στο Μουσείο νεοελληνικής γελοιογραφίας. Χωρίς

αυτό να σημαίνει βέβαια ότι έπαψε να υπάρχει η φτώχεια και η δυστυχία ή πως

εξέλιπε η κοινωνική ανισότητα. Πολλά έχουν ακόμα να γίνουν, ιδίως στον τομέα

του πολιτισμού.

Εκεί, όμως, όπου η κατάσταση παραμένει σταθερά αμετάβλητη είναι στον τομέα της

Δημόσιας Διοίκησης. Λες και το κράτος μόλις βγήκε από την πολύχρονη

τουρκοκρατία και η ανάγκη και το αίτημα για τον «εκσυγχρονισμό» του

νεοελληνικού κράτους βρίσκονται στις προγραμματικές και προεκλογικές

στοχεύσεις και εξαγγελίες του Χαρίλαου Τρικούπη. Ήταν, ως γνωστόν, τόσο ισχυρή

η Λερναία Ύδρα της τότε Δημόσιας Διοίκησης και διαφθοράς, ώστε οι πολιτικοί

του αντίπαλοι, εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση, τον οδήγησαν στον άδοξο θάνατο

δι’ εξορίας.

Ο χαρισματικός Ανδρέας Παπανδρέου, ερχόμενος στην εξουσία το 1981, γνώριζε ότι

θα ήταν αδύνατο να κυβερνήσει με την υπάρχουσα Διοίκηση, στελεχωμένη, εν

πολλοίς, από πρόσωπα της μετεμφυλιακής και χουντικής Δεξιάς. Σοφά ποιών,

λοιπόν, κατήργησε τη διοικητική μηχανή και την κλίμακα εξέλιξης των υπαλλήλων,

που ήταν και συνδικαλιστικό αίτημα, εφαρμόζοντας την τακτική της επιλογής

στελεχών, εμπνεομένων από το όραμα της κοινωνικής αλλαγής του «κινήματος» για

μια άλλη Ελλάδα. Όπως, όμως, συμβαίνει στις επαναστάσεις, έτσι και στα

κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, παρέρχεται ο ιδεολογικός πυρετός του πρώτου

καιρού και το μεγάλο όραμα.

Αλλά, η λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος, έστω και διαχειριστικά, είναι

απαραίτητο να στηρίζεται πάνω σε διοικητικούς μηχανισμούς, με σκοπό την

εξυπηρέτηση των πολιτών και τη συνέχιση της κρατικής οντότητας. Μαζί με την

ύπαρξη και εφαρμογή των νόμων, στους άξονες αυτούς στηρίχθηκε η διάρκεια του

ρωμαϊκού κράτους και η χιλιόχρονη βυζαντινή αυτοκρατορία, παρά τους όποιους

εσωτερικούς και εξωτερικούς κλυδωνισμούς.

Στις μέρες μας, όμως, μετά την πρώτη παπανδρεϊκή περίοδο, η ανυπαρξία της

διοικητικής κλίμακας, μέσα από την αξιοκρατική εξέλιξη των υπαλλήλων,

συνετέλεσε ώστε, καθημερινά αλλά και σε στιγμές κρίσεως, η κατάσταση στη χώρα

μας να είναι χαοτική.

Η δυσλειτουργία της κρατικής μηχανής, η απουσία αξιοκρατίας, επέφεραν όχι μόνο

τη χαλάρωση, αλλά οδηγούν και στη διάλυση. Η επιλογή στελεχών και όχι η

αξιοκρατική, φυσιολογική εξέλιξη ώς τα ανώτατα κλιμάκια της υπαλληλικής

ιεραρχίας, μαζί με την καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση του πολίτη και στην πρόοδο

του τόπου, επέφερε την αδιαφορία των ίδιων των εργαζομένων και την αμφισβήτηση

της επιλεγμένης υπαλληλικής ιεραρχίας.

Η λαϊκίστικη, μάλιστα, απουσία οικονομικών κινήτρων για τα στελέχη της

Διοίκησης, εν ονόματι μιας πρωτόγονης αντίληψης περί ισότητας, συνακόλουθα

οδήγησε και οδηγεί, παρά τις όποιες κυβερνητικές διαθέσεις, στον χρηματισμό

και τη διαφθορά της διοικητικής μηχανής και τον εθισμό σ’ αυτά ενός εκάστου

απλού πολίτη.

Ο Αντώνης Σανουδάκης είναι διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης – συγγραφέας.