ΣΥΝΘΕΤΗΣ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ: 11 Μαΐου 1940

Η ΠΡΩΤΗ ΤΟΥ ΕΜΠΝΕΥΣΗ: Εκκλησιαστικοί ύμνοι

ΤΙ «ΞΥΠΝΑ» Η ΜΟΝΗ ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ: Αισθήματα, που έχουν

άμεση σχέση με την επικοινωνία, την αλληλεγγύη, την αγάπη και τη συμπαράσταση

στους συνανθρώπους μας

ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΟΥ ΤΟΝ… ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ: Ταξιδεύει για να την ανακαλύψει

ΦΩΝΗ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΥΝΕΠΑΙΡΝΕΙ: Της Φλέρης Νταντονάκη

ΤΟΠΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΜΠΝΕΕΙ: Ο χώρος μου

Ο Χρήστος Λεοντής θα ξαναεργαστεί πάνω στο «Καπνισμένο τσουκάλι» του,

δίνοντάς του νέα μορφή, αξιοποιώντας χορωδία και επαναφέροντας στο προσκήνιο

αξίες που δεν διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σήμερα, στην καθημερινή ζωή.

Εκφράζει αισιοδοξία πως το έντεχνο τραγούδι μπορεί να αποτελέσει κυματοθραύστη

στη μουσική αθλιότητα, προσφέροντας παράλληλα τις αξίες που κουβαλά και την

πεποίθηση πως υπάρχει απαιτητικό κοινό και ότι είναι εκείνο που έχει οράματα,

στόχους, δεν αρέσκεται σε ζητωκραυγές, αλλά σιωπά και αναμένει.

ΕΡ.: Οι τελευταίες μελωδίες σας κινούνται στη βυζαντινή κλίμακα. Γιατί;

ΑΠ.: Διότι ο Ακάθιστος Ύμνος είναι κείμενο του μεγάλου Βυζαντινού υμνογράφου

Ρωμανού Μελωδού.

ΕΡ.: Νένα Βενετσάνου, Μανώλης Λιδάκης είναι οι ιδανικοί ερμηνευτές τής κατά

Λεοντή μουσικής;

ΑΠ.: Και οι δύο βρίσκονται σε μια ωριμότητα που είναι απαραίτητη για την

ερμηνεία αυτού του κειμένου.

ΕΡ.: «Μάνα ο νιος και μάνα ο γέρος». Μάνα και στο κέντρο του μουσικού

ενδιαφέροντος του Χρήστου Λεοντή…

ΑΠ.: Ολόκληρο το θέμα του CD αφορά τη Μητέρα του Χριστού. «Μήτηρ Θεού» είναι ο

τίτλος και το θέμα που επέλεξε η Μονή Κουτλουμουσίου και ο Ακάθιστος Ύμνος που

μελοποίησα αφορά τη Μητέρα του Θεού.

ΕΡ.: «Μήτηρ Θεού» και του Άγγελου Σικελιανού…

ΑΠ.: Συνύπαρξη ενός μεγάλου ποιητή του 20ού αιώνα με κείμενα ποιητών

προηγούμενων αιώνων.

ΕΡ.: «Καταχνιά», κορύφωση ή αφετηρία;

ΑΠ.: Είναι κορύφωση, αλλά θέλω να είναι και αφετηρία, γιατί την ξαναδούλεψα

από την αρχή.

ΕΡ.: Ο κύκλος, Κατοχή – Αντίσταση – Απελευθέρωση, έχει κλείσει για τον

δημιουργό Λεοντή;

ΑΠ.: Παραμένει ανοιχτός με άλλους πρωταγωνιστές στο προσκήνιο.

ΕΡ.: «Ζυγίστε» στίχο και μουσική σ’ ένα τραγούδι.

ΑΠ.: Αρμονική σχέση των δύο στοιχείων.

ΕΡ.: Με αφορμή το «12 παρά 5’» που έχει επανεκδοθεί, σκέπτεστε να

ξανακυκλοφορήσουν σε ψηφιακό δίσκο και άλλα έργα;

ΑΠ.: Μακάρι να μπορούσα να αποφασίζω εγώ γι’ αυτά.

ΕΡ.: Ποια θα είναι τα επόμενα;

ΑΠ.: Αυτά τα αποφασίζουν οι δισκογραφικές εταιρείες.

ΕΡ.: Οι «Παραστάσεις» που καλύπτουν το μεγάλο μέρος της θεατρικής σας

μουσικής;

ΑΠ.: Οι «Παραστάσεις» υπενθυμίζουν απλώς μια ολόκληρη εργασία στο θέατρο που

παραμένει ανέκδοτη.

ΕΡ.: Θα δώσετε νέα μορφή στο «Καπνισμένο τσουκάλι», στο μέλλον;

ΑΠ.: Προτίθεμαι να ξαναεργαστώ πάνω στο «Καπνισμένο τσουκάλι» δίδοντάς του νέα

μορφή, αξιοποιώντας χορωδία και επαναφέροντας στο προσκήνιο αξίες που στην

παρούσα φάση δεν παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην καθημερινότητά μας.

ΕΡ.: Στη θέση του Νίκου Ξυλούρη ποιος θα τραγουδήσει;

ΑΠ.: Θα δοκιμάσω με τον Βασίλη Σκουλά.

ΕΡ.: Ποιος θα είναι αφηγητής στη θέση του ποιητή Γιάννη Ρίτσου;

ΑΠ.: Δεν έχω σκεφτεί ακόμη.

ΕΡ.: Ποιο είναι το γεγονός που σας οδηγεί να χρησιμοποιείτε τελευταία τη

χορωδία νέων του Δήμου Κηφισιάς;

ΑΠ.: Η νεότητά τους, η αγάπη τους για το έργο μου, η δική μου αγάπη και ο

μαέστρος τους, ο Γιώργος Αρβανίτης.

ΕΡ.: Το έντεχνο τραγούδι σε μια ισχνή μουσική εποχή, όπως η σημερινή, θα

μπορούσε να προσφέρει κάτι καινούργιο;

ΑΠ.: Θα μπορούσε να προσφέρει τις αξίες που κουβαλάει και θα μπορούσε να

αποτελέσει τον κυματοθραύστη της αθλιότητας.

ΕΡ.: Αν ξαναρχίζατε σήμερα, τι έργο θα μπορούσατε να συνθέσετε;

ΑΠ.: Μα, κάθε φορά που συνθέτω, ξεκινώ από την αρχή!

ΕΡ.: Ένας χαρακτηρισμός για τον Κώστα Βίρβο;

ΑΠ.: Το αυτί που αφουγκράζεται τα λαϊκά μηνύματα.

ΕΡ.: Τον Στέλιο Καζαντζίδη;

ΑΠ.: Ένα παλαιό χρυσό νόμισμα.

ΕΡ.: Και τον Γρηγόρη Μπιθικώτση;

ΑΠ.: Άλλο ένα παλαιό χρυσό νόμισμα!

ΕΡ.: «Βαθμολογήστε»: «Έρημο πουλί», «Έναν καιρό», «Δεν υπάρχει θάνατος», «Πού

να χωρέσει τ’ όνειρο», «Ξενιτεμένο μου πουλί».

ΑΠ.: Η βαθμολόγηση εξαρτάται από τη συναισθηματική κατάσταση τής κάθε στιγμής.

ΕΡ.: Στέρεψε σήμερα η έμπνευση;

ΑΠ.: Κάθε άλλο.

ΕΡ.: Εσείς από τι παίρνετε αφορμές;

ΑΠ.: Προέρχονται από το τι «πάρε – δώσε» έχω με τον κοινωνικό περίγυρο.

ΕΡ.: Βαριά η σκιά του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι για τους

σύγχρονους δημιουργούς;

ΑΠ.: Για όσους έχουν ταλέντο είναι πηγή έμπνευσης.

ΕΡ.: Πιστεύετε ότι και σήμερα υπάρχουν νέες φωνές που ανταποκρίνονται στις

ερμηνείες των έργων σας;

ΑΠ.: Βέβαια και υπάρχουν.

ΕΡ.: Με ποιους νέους καλλιτέχνες θα συνεργαζόσασταν;

ΑΠ.: Δεν τους γνωρίζω όλους, αλλά απ’ όσους έχω στο μυαλό μου, ο Δημήτρης

Μπάσσης, ο Κώστας Μακεδόνας, ο Γιάννης Κότσιρας, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης είναι

μερικοί που έχουν ταλέντο.

ΕΡ.: Γιατί προτιμήσατε μεγάλο μέρος της δουλειά σας να καλύπτει θεατρική

μουσική;

ΑΠ.: Φαίνεται ότι έκανα καλά τη δουλειά μου και γι’ αυτό δεν έπαιρνα ανάσα από

τις παραγγελίες. Αλλά από την αρχή της μουσικής μου δραστηριότητας ανακάλυψα

έναν χώρο «ανοιχτό στη λιακάδα».