Η μεγάλη ψαλίδα μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων αποτελεί

ενδεχομένως ένα σύμπτωμα της μη ικανοποιητικής λειτουργίας του ανταγωνισμού

στον τραπεζικό χώρο, σύμφωνα με το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.

Επειδή, μάλιστα, το πρόβλημα υποχωρεί με πολύ αργούς ρυθμούς, αφού χρειάσθηκαν

πέντε χρόνια για να μειωθεί η ψαλίδα από 6 σε 4 ποσοστιαίες μονάδες, το

υπουργείο Εθνικής Οικονομίας εξετάζει το ενδεχόμενο να παρέμβει δυναμικά.

Συγκεκριμένα, εξετάζει τη σκοπιμότητα δημιουργίας νέου φορέα, ο οποίος θα

παρακολουθεί τη λειτουργία του ανταγωνισμού στον τραπεζικό χώρο και θα

παρεμβαίνει για την αποκατάστασή του, σε περίπτωση που υπάρχει πρόβλημα.

Σημασία έχει αν οι μεγάλες τράπεζες θα μειώσουν κι αυτές περισσότερο τα

επιτόκια χορηγήσεων, παρατηρεί ο κ. Λουκάς Παπαδήμος

Όμως, πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση, θα γίνουν διαπραγματεύσεις μεταξύ του

υπουργού Εθνικής Οικονομίας κ. Γιάννου Παπαντωνίου και του διοικητού της

Τραπέζης της Ελλάδος κ. Λουκά Παπαδήμου και θα εξετασθεί πού ακριβώς βρίσκεται

το πρόβλημα και τι πρέπει να γίνει για την αντιμετώπισή του.

Οι απόψεις των δύο πλευρών, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν είναι ταυτόσημες, αν

και οι κ. Παπαντωνίου και Παπαδήμος συμφωνούν στην ύπαρξη του προβλήματος και

στην ανάγκη αντιμετώπισής του. Κάτι με το οποίο δεν συμφωνούν από την άλλη

πλευρά οι εκπρόσωποι των τραπεζών, όπως προέκυψε από τη συζήτηση την περασμένη

Δευτέρα στην Τράπεζα της Ελλάδος, κατά τη διάρκεια γεύματος προς τιμήν του

Πρωθυπουργού κ. Κ. Σημίτη.

Το θέμα απασχόλησε τη σύσκεψη επί μακρόν και οι τραπεζίτες, όπως ήταν φυσικό,

διέρρηξαν τα ιμάτιά τους υποστηρίζοντας ότι ο ανταγωνισμός λειτουργεί απολύτως

ικανοποιητικά και ότι δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση. Μάλιστα, ένας εξ αυτών

υποστήριξε ότι η ψαλίδα μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων είναι η

μικρότερη στην Ευρώπη, κάτι που αποτελεί επιεικώς υπερβολή.

Δύο τομείς παρέμβασης

Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας έχει διαμορφωθεί η άποψη ότι υπάρχουν δύο

θέματα στον τραπεζικό χώρο, στα οποία πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις.

Το πρώτο είναι ο ανταγωνισμός. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του

Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων κ. Βασίλης Ράπανος, «δεδομένου ότι η

Τράπεζα της Ελλάδος δεν διαμορφώνει πλέον τη νομισματική πολιτική, ένα θέμα

που τίθεται είναι ποιος ασχολείται με τον ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών».

Ο ίδιος διευκρινίζει ότι ο φορέας που θα αναλάβει τη σχετική ευθύνη πρέπει να

ερευνήσει «για παράδειγμα, μήπως οι τράπεζες έχουν συμφωνήσει να μη χτυπηθούν

στα επιτόκια καταθέσεων ή μήπως η διαφορά επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων

είναι αποτέλεσμα άτυπων συμφωνιών μεταξύ τους».

«Πρέπει να το μελετήσει κανείς, να κάνει σύγκριση με άλλες χώρες και μετά να

καταλήξει σε συμπεράσματα», υποστηρίζει ο κ. Ράπανος.

Πάντως, ο ίδιος προσθέτει ότι οι τράπεζες δεν μπορούν πλέον να επικαλούνται το

επιχείρημα του υψηλού κόστους, το οποίο ευσταθούσε όταν ίσχυαν οι εισφορές του

ν. 127.

Χρειάζεται ένας φορέας να επιβλέπει την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού,

σύμφωνα με τον κ. Βασίλη Ράπανο

Το δεύτερο θέμα είναι τα πανωτόκια, για τα οποία ο κ. Ράπανος επίσης

υποστηρίζει ότι πρέπει να ορισθεί αρμόδιος φορέας, που να αναλάβει την ευθύνη

των σχετικών ρυθμίσεων.

Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, λέει, πρέπει να πάψει πλέον να ασχολείται με

το θέμα παρεμβαίνοντας πυροσβεστικά κάθε φορά που ανακύπτει πρόβλημα.

Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας φέρεται να προκρίνει, μάλιστα, συγκεκριμένο

μοντέλο για τον υπό σύσταση φορέα, σύμφωνα με τα ισχύοντα στη Βρετανία.

Εκεί, τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες υπάγονται σε ενιαίο φορέα με ευρείες

αρμοδιότητες.

Διευκρινίζει, εξάλλου, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ότι η Επιτροπή

Ανταγωνισμού, η οποία υπάγεται στο υπουργείο Ανάπτυξης, δεν ασχολείται με τον

χώρο των τραπεζών.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να το κάνει στο μέλλον, αν της ανατεθεί η

σχετική αρμοδιότητα.

Το πρότυπο των μεγάλων

Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Λουκάς Παπαδήμος είχε υποστηρίξει προ

ημερών ότι το μέγεθος της ψαλίδας, σύμφωνα με τα στοιχεία του φθινοπώρου του

2000, ήταν 6 μονάδες και ότι έπρεπε να μειωθεί κατά δύο ακόμη μονάδες για να

φθάσει στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα.

«Οι εξελίξεις των δύο τελευταίων μηνών του 2000», προσθέτει απαντώντας σε

σχετική ερώτησή μας, «δεν άλλαξαν την εικόνα. Ωστόσο, τελευταίες ημέρες

ξεκίνησαν οι μικρές τράπεζες να μειώνουν τα επιτόκια χορηγήσεων, χωρίς να

προσαρμόσουν αντίστοιχα και τα επιτόκια καταθέσεων. Επομένως, υπάρχει κάποια

πρόοδος. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι τι κάνουν οι μεγάλες τράπεζες. Το

ερώτημα είναι αν και αυτές θα ακολουθήσουν».

Ο κ. Παπαδήμος συζήτησε με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας κ. Γ. Παπαντωνίου το

θέμα του ανταγωνισμού στον τραπεζικό χώρο, το οποίο αναγνωρίζει ότι τίθεται εκ

των πραγμάτων, «εν όψει της συγκέντρωσης στον τραπεζικό χώρο».

Προσθέτει, μάλιστα, ότι παρά την κατάργηση των συνόρων για την κίνηση

κεφαλαίων στην Ευρώπη «βραχυπρόθεσμα ίσως διατηρηθούν κάποια εμπόδια στην

ενιαία αγορά». Έτσι, οι συνθήκες ανταγωνισμού θα είναι ίσως ατελείς.

Σε ό,τι αφορά την εξεταζόμενη πρωτοβουλία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας

για τη δημιουργία φορέα ανταγωνισμού, ο κ. Παπαδήμος λέει ότι είναι αντίθετος

με τη σύστασή του, εάν πρόκειται να αναλάβει και εποπτικές αρμοδιότητες για

τις τράπεζες, όπως, για παράδειγμα, η εξέταση της κεφαλαιακής τους επάρκειας.

Αυτές τις αρμοδιότητες πρέπει να τις έχει η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με

την άποψη του διοικητού της.

Η Τράπεζα θέλει, μάλιστα, να ενισχύσει τις σχετικές αρμοδιότητές της,

αποκτώντας και τη δυνατότητα ελέγχου της ακριβούς οικονομικής λειτουργίας των

τραπεζών. Κάτι που δεν είναι εφικτό αυτή τη στιγμή λόγω του ισχύοντος

καθεστώτος καταγραφής των ληξιπρόθεσμων δανείων (καταγράφονται τόκοι που δεν

εισπράττονται, αν είναι ληξιπρόθεσμα τα δάνεια για λιγότερο από 12 μήνες).

Σε ό,τι αφορά, πάντως, τον ανταγωνισμό αυτόν καθ’ εαυτόν, ο κ. Παπαδήμος λέει

ότι η Τράπεζα δεν θέτει θέμα, αν και θα ήθελε να αναλάβει και αυτό τον ρόλο.

Καμία πρόθεση δεν έχει, εξάλλου, η κεντρική τράπεζα να αναλάβει την

αρμοδιότητα για τα πανωτόκια, διευκρινίζεται από τον επικεφαλής της.

Τραπεζικές ενστάσεις

Βεβαίως, οι τράπεζες βλέπουν το θέμα τελείως διαφορετικά. Για την ακρίβεια

αρνούνται ότι υπάρχει οποιοδήποτε θέμα μη τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού

και αντίθετα θεωρούν ότι ο «πόλεμος» μεταξύ των τραπεζών βρίσκεται σε πλήρη

εξέλιξη.

Ανταγωνισμός υπάρχει, αλλά πάσχουμε στην ποιότητα, λέει ο κ. Γιάννης Στουρνάρας

«Βάσει των τελευταίων στοιχείων», παρατηρεί ο πρόεδρος της Εμπορικής Τράπεζας

κ. Γιάννης Στουρνάρας, «η διαφορά μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων

έχει ήδη περιορισθεί σε 4 μονάδες.

Όσο, δηλαδή, είναι και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόνη εξαίρεση είναι τα προσωπικά

δάνεια, τα επιτόκια των οποίων εξακολουθούν να είναι υψηλά λόγω των μεγάλων

επισφαλειών των τραπεζών».

Κατά την άποψη του κ. Στουρνάρα, το μεγάλο θέμα και η μεγάλη πρόκληση τώρα για

τις τράπεζες είναι όχι το ύψος των επιτοκίων, αλλά η βελτίωση της ποιότητας

των υπηρεσιών τους.

Σ’ αυτήν την κατεύθυνση είναι που πρέπει να ασκήσει πίεση ο ανταγωνισμός

μεταξύ τους και όχι στη μείωση των επιτοκίων. «Στα επιτόκια βρισκόμαστε σε

μέσα επίπεδα, σε σχέση με την Ευρώπη και σε ορισμένα ίσως και καλύτερα»,

παρατηρεί.

Σε ό,τι αφορά την ποιότητα, πιστεύει ότι η βελτίωσή της δεν θα έρθει με νέες

συγχωνεύσεις, αλλά με εξωστρέφεια των τραπεζών και μεταφορά τεχνογνωσίας.