Για όσους απορούν σχετικά με το πού κατευθύνεται ένα μεγάλο μέρος των

διαθέσιμων κεφαλαίων, τόσο των εγχώριων όσο κι αυτών που έρχονται

αποδεδειγμένα από το εξωτερικό, αρκεί μία απλή ματιά στον τζίρο που

πραγματοποιήθηκε τον τελευταίο μήνα στην Ηλεκτρονική Διεύθυνση Αγοραπωλησίας

Τίτλων (ΗΔΑΤ) για να βγάλει τα συμπεράσματά του.

Υπολογίζεται ότι από τις 22 Νοεμβρίου έως και χθες, το συνολικό ποσό το οποίο

επενδύθηκε στη συγκεκριμένη αγορά έφτασε στα 3,5 τρισεκατομμύρια δραχμές. Μόνο

το τελευταίο δεκαήμερο, ο τζίρος ξεπέρασε τα 1,6 τρισεκατομμύρια δραχμές,

γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι όσο πλησιάζει ο χρόνος της επίσημης ένταξης

της χώρας στη ζώνη του ευρώ τόσο αυξάνει το ενδιαφέρον για την απόκτηση θέσεων

στη συγκεκριμένη αγορά. Χθες, ο τζίρος της συγκεκριμένης αγοράς έφτασε στα 412

δισ. δραχμές.

Σύμφωνα με παράγοντες του χώρου, η εξέλιξη αυτή έχει δύο βασικές εξηγήσεις. Η

πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα τα ελληνικά επιτόκια

παραμένουν υψηλότερα σε σχέση με αυτά της ΟΝΕ. Κατά συνέπεια, οι αποδόσεις που

εξασφαλίζουν στους επενδυτές τους οι ελληνικοί τίτλοι εξακολουθούν να είναι

ελκυστικοί, έστω και σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Για

τα συντηρητικά χαρτοφυλάκια, τα οποία αρέσκονται σε καθαρά κέρδη ακόμη και της

τάξεως του 2%, σε μακροπρόθεσμη βάση, η επιλογή των ομολόγων παραμένει

ενδιαφέρουσα, ακόμη και τώρα, που υπολείπεται μόλις ένα βήμα από την

επιτοκιακή σύγκλιση.

Η δεύτερη εξήγηση του ενδιαφέροντος που επιδεικνύεται έχει να κάνει και με τη

δυνατότητα που παρέχει στις τράπεζες ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο ομολόγων να

δραστηριοποιούνται σε μεγαλύτερο εύρος στην αγορά των ρέπος. Ως γνωστόν, οι

τίτλοι αυτοί αποτελούν την πρώτη ύλη για τη δραστηριοποίηση στο συγκεκριμένο

προϊόν και κατά συνέπεια το ενδιαφέρον που επιδεικνύεται είναι εύλογο.

Το ίδιο ισχύει και με την πρωτογενή αγορά ομολόγων. Ακόμη και στην τελευταία

δημοπρασία, που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη, η υπερκάλυψη που

σημειώθηκε ήταν κάτι παραπάνω από σημαντική, μολονότι τα επιτόκια σημείωσαν

μείωση ίση με 0,70 μονάδες. Το ενδιαφέρον στοιχείο της υπόθεσης είναι ο

διαγκωνισμός που παρατηρείται μεταξύ ελληνικών και ξένων τραπεζών για τη

δημιουργία όσο το δυνατόν μεγαλύτερων θέσεων.

Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι ορισμένα από τα μεγαλύτερα ξένα

χαρτοφυλάκια (π.χ. Deutsche Bank, J.Ρ. Morgan, Citibank κ.λπ.) σε καθημερινή

σχεδόν βάση κάνουν έντονη την παρουσία τους στην εν λόγω αγορά.