Τον κυρ Χρήστο ­ χρόνια στο Πέραμα οξυγονοκολλητή ­ όταν τον πρωτογνώρισα,

είπα μέσα μου: Μας κοροϊδεύει όλους.

Ούτε λίγο ούτε πολύ προσπαθούσε να με πείσει ότι επιβιώνει με 180.000 δρχ. το

μήνα, χωρίς να έχει κανένα άλλο εισόδημα. Έκανα μια γκριμάτσα για να του δείξω

πως δεν τον πιστεύω. Το κατάλαβε. Σήκωσε το κρασοπότηρο και ήπιε. Μονορούφι.

Από αμηχανία έξυσε το κεφάλι του. Τα μάτια του ήταν πελαγωμένα.

Λίγα χρόνια μετά κατάλαβα πόσο δίκιο είχε. Οι 7 στους 10 συνταξιούχους σήμερα

ζουν στη χώρα μας με ψίχουλα. Με συντάξεις κάτω των 140.000 δρχ. Είναι ήρωες

σε μια εποχή νεοπλουτισμού και κοινωνικής αναλγησίας. Σε μια κοινωνία που

ζούμε μόνο για τον εαυτό μας, μέσα στην υπερβολή. Αγοράζουμε με δανεικά

καινούργιο αυτοκίνητο, τζογάρουμε, τρέχουμε να πάρουμε πρώτοι το νέο μοντέλο

κινητού για να ζηλέψουν οι γύρω μας. Κι ας μην έχουμε λεφτά. Ζούμε με το

δήθεν. Με δανεικά συναισθήματα.

Τον κυρ Χρήστο τον θυμήθηκα τώρα που πλησιάζουν οι γιορτές. Όπως τέτοιες

ημέρες έρχονται στο μυαλό μου όλοι οι απόμαχοι της δουλειάς που με «χίλια

ζόρια» προσπαθούν να επιβιώσουν. Πληγωμένοι από τον εμπαιγμό των πολιτικών. Τα

θυμωμένα γηρατειά από την κοινωνική ανισότητα. Οι συνταξιούχοι, της

αντίστασης, της περηφάνιας, της υπομονής. Οι χιλιάδες συνταξιούχοι που σε λίγο

θα βλέπουν τη φτώχεια τους και σε ευρώ. Και θα γελάνε με την κατάντια μας. Και δικαιολογημένα…