Την «τήβεννο» και το «ξίφος» επιχειρεί να συνδυάσει στο επίπεδο της γνώσης των

υποψήφιων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων το υπό ίδρυση Πανεπιστήμιο Εθνικής

Άμυνας.

Το σχετικό σχέδιο νόμου, με το οποίο η κυβέρνηση φιλοδοξεί να αναβαθμίσει

ουσιαστικά τη στρατιωτική εκπαίδευση και να φέρει τον άνεμο της ακαδημαϊκής

ελευθερίας και έρευνας στις Στρατιωτικές Σχολές έχει ολοκληρωθεί ­ οι τριβές

και το πηγαινέλα των εισηγήσεων και των αντιπροτάσεων ανήκουν πλέον στο

παρελθόν.

Μάλιστα, όπως διαβεβαιώνει ο υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Άκης Τσοχατζόπουλος,

«θα κατατεθεί περίπου σ’ έναν μήνα στη Βουλή νομοσχέδιο με τίτλο «Στρατιωτικό

Πανεπιστήμιο, Στρατιωτική Επιστήμη και Τέχνη»». Οι «πύλες» του δε, αν το

νομοσχέδιο ψηφιστεί εγκαίρως, ίσως να ανοίξουν απ’ την επόμενη ακαδημαϊκή

χρονιά.

Το «κλειδί» της νέας μορφής εκπαίδευσης των νέων Ευελπίδων, Ικάρων και

Δοκίμων, είναι η θέσπιση ­ παράλληλα με τη στρατιωτική ­ ξεχωριστής

ακαδημαϊκής παιδείας με όλα τα «θετικά» των άλλων Πανεπιστημίων: απ’ το

«άσυλο» και ό,τι αυτό συνεπάγεται μέχρι την εκλογή πρυτάνεως, τη «συμμετοχή»

των σπουδαστών στη λειτουργία και ­ το κυριότερο ­ την πλήρη διοικητική και

οικονομική αυτοτέλεια του ιδρύματος, καθώς και την ανεξαρτησία του διδακτικού

προσωπικού τους.

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, το Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας (ΠΕΑ) παρέχει μόνο

το ακαδημαϊκό μέρος της εκπαίδευσης των φοιτητών των υπαρχόντων Στρατιωτικών

Σχολών Ευελπίδων, Ναυτικών Δοκίμων και Ικάρων ­ η αμιγώς στρατιωτική

εκπαίδευση ασκείται αποκλειστικά από τις Σχολές αυτές. Το ΠΕΑ είναι Νομικό

Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, η εποπτεία του ασκείται απ’ τον υπουργό Άμυνας και ­

αυτό έχει σημασία ­ «απολαμβάνει πλήρους διοικητής και οικονομικής

αυτοτέλειας». Θα έχει τρεις Σχολές (Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορικών

Επιστημών) με έδρες αντίστοιχα τη Βάρη, τον Πειραιά και το Τατόι.

Το σημείο τριβής που υπήρξε για μήνες μεταξύ των Γενικών Επιτελείων και

εκφάνσεων της πολιτικής ηγεσίας ήταν τι μορφή θα πάρει η «λειτουργική σχέση»

του ΠΕΑ με τις υφιστάμενες Παραγωγικές Σχολές. Έπειτα από πολλές κόντρες

βρέθηκε σημείο ισορροπίας αφού αξιοποιήθηκε και η διεθνής εμπειρία.

Ο «ιμάντας» που θα συνδέει τους δύο άξονες της παρεχόμενης εκπαίδευσης είναι

το Συμβούλιο Ανώτατης Στρατιωτικής Παιδείας που θα καθορίζει και τη γενική

κατεύθυνση του Πανεπιστημίου. Εκεί συνυπάρχουν η πολιτική και στρατιωτική

ηγεσία αφενός και οι πρυτανικές και στρατιωτικές αρχές των Σχολών, ώστε να

υπάρχει η αναγκαία «συναίνεση».

Η εξίσου αναγκαία «ακαδημαϊκή εγκυρότητα» επιδιώκεται να εξασφαλισθεί, κυρίως,

μέσω του Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού (ΔΕΠ), για το οποίο προβλέπεται

ό,τι και στα άλλα Πανεπιστήμια. «Σήμερα, υποστηρίζουν κύκλοι, του Επιτελείου

του Υπουργού Εθνικής Άμυνας (ΕΠΥΕΘΑ) δεν νοείται η εκπλήρωση του στόχου της

ακαδημαϊκής εγκυρότητας, αν τα μέλη του ΔΕΠ δεν απολαμβάνουν προσωπική και

λειτουργική ανεξαρτησία στην άσκηση του λειτουργήματός τους».

Όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας, το ΠΕΑ θα καθορίσει Εσωτερικό Κανονισμό που

θα κινείται στην λογική των αντίστοιχων Πανεπιστημίων Άμυνας του εξωτερικού

και προβλέπουν «στρατιωτική πειθαρχία» όσον αφορά στην αντίστοιχη εκπαίδευση

και τη διαβίωση στη Σχολή (στρατωνισμός).