Στις Ηνωμένες Πολιτείες κυκλοφόρησε πρόσφατα το βιβλίο με τίτλο «Maestro:

Greenspan’s FED and the American Boom» (Ο μαέστρος: Η FED του Γκρίνσπαν και η

αμερικανική οικονομική έκρηξη), του Μπομπ Γούντγουορντ. Ένα μέρος του

περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των

Ηνωμένων Πολιτειών αντιμετώπισε το κραχ του Οκτωβρίου του ’87 στη Γουώλ Στρητ

περνώντας με επιτυχία τις πρώτες εξετάσεις του ως θεματοφύλακας της

αμερικανικής οικονομίας.

«Άλαν είναι πάνω σου», είπε ο Τζέραλντ Κόριγκαν, διοικητής της κεντρικής

τράπεζας της Νέας Υόρκης σε τηλεφώνημα που έκανε στον Άλαν Γκρίνσπαν. «Όλη η

κατάσταση είναι στους ώμους σου». Ήταν απόγευμα της 19ης Οκτωβρίου 1987 και το

χρηματιστήριο είχε καταρρεύσει. Ο δείκτης Ντάου Τζόουνς είχε χάσει 508 μονάδες

(-22,6%). Την Μαύρη Τρίτη της 29ης Οκτωβρίου 1929 είχε χάσει μόλις 11,7%.

Ο Κόριγκαν, ένας έμπιστος του Γκρίνσπαν, πίστευε ότι δεν υπήρχε χρόνος για

χάσιμο και ακόμη περισσότερο για ανάλυση της κατάστασης. Με τον ένα ή τον άλλο

τρόπο οι χρηματιστηριακές εταιρείες της Γουώλ Στρητ θα χρειάζονταν επειγόντως

πίστωση για να καλύψουν τις μεγάλες ζημίες τους και να διατηρήσουν σε

λειτουργία το σύστημα.

«Ευχαριστώ κ. Κόριγκαν», απάντησε ο Γκρίνσπαν. Ο διοικητής της FED βρισκόταν

στο Ντάλας όπου επρόκειτο το επόμενο πρωί να μιλήσει σε ένα συνέδριο της

Ένωσης Αμερικανών Τραπεζιτών. Ο Γκρίνσπαν γνώριζε πως λειτουργούσε το

«υδραυλικό» σύστημα των αγορών – ένα δίκτυο που συνένωνε τις μεγαλύτερες

επενδυτικές τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως τη Γκόλντμαν Σαξ, τη

Σίτιμπανκ και χρηματιστηριακές εταιρείες όπως τη Μέριλ Λιντς. Χρεώσεις και

πιστώσεις πραγματοποιούνταν καθημερινά μεταξύ τους. Μόνο η κεντρική τράπεζα

της Νέας Υόρκης πραγματοποιούσε συναλλαγές ύψους ενός τρισεκατομμυρίου

δολαρίων την ημέρα. Αν μία ή πολλές από αυτές τις τράπεζες αδυνατούσαν – ή

καθυστερούσαν – να πληρώσουν ή να δανειστούν στο μέσον μιας χρηματιστηριακής

κρίσης θα μπορούσαν να προκαλέσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις και το όλο σύστημα

θα πάγωνε ή ακόμη και θα κατέρρεε.

Πριν ολοκληρώσει την τηλεφωνική συνομιλία με τον Κόριγκαν ο Γκρίνσπαν

σκέφθηκε: «Θα διαπιστώσω τι αξίζω». Ήταν 61 ετών και βρισκόταν στη θέση του

διοικητή της FED μόλις για δυο μήνες. Η πρώτη πρόκληση: Θα μπορούσε να

κοιμηθεί; Κοιμήθηκε, το πολύ για πέντε ώρες.

Έκκληση για βοήθεια

Ο διοικητής της FED κ. Άλαν Γκρίνσπαν μπήκε από την αρχή της θητείας του σε

βαθιά και άγνωστα νερά. Αντιμετώπισε το κραχ του ’87 στη Γουώλ Στρητ

«Βοήθεια», είπε μια νέα φωνή από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής το

επόμενο πρωί, την Τρίτη 20 Οκτωβρίου. Ήταν ο Χάουαρντ Μπέικερ, πρώην

γερουσιαστής του Τενεσί, επικεφαλής του γραφείου προσωπικού του Λευκού Οίκου

και στενός συνεργάτης του προέδρου Ρόναλντ Ρήγκαν. «Σε προβληματίζει κάτι

Χάουαρντ;», τον ρώτησε ο Γκρίνσπαν. Ο Μπέικερ ένιωθε τρομακτικά μόνος. «Πρέπει

να γυρίσεις αμέσως πίσω», του απάντησε ο Μπέικερ. Ο υπουργός Οικονομικών

Τζέιμς Μπέικερ ήταν στη Σουηδία σε εθιμοτυπική επίσκεψη. «Κανείς δεν υπάρχει

εδώ εκτός από εμένα και δεν ξέρω τι να κάνω. Άλαν θα στείλω ένα αεροπλάνο για

να σε φέρει πίσω». Ο Γκρίνσπαν ακύρωσε την ομιλία του στο Ντάλας και πέταξε

για την Ουάσινγκτον. Στην πρώτη τηλεφωνική σύσκεψη που πραγματοποίησε με τους

συνεργάτες του συζήτησαν ποια ανακοίνωση θα έπρεπε να κάνει δημόσια η FED. Οι

νομικοί σύμβουλοι της κεντρικής τράπεζας εμφανίστηκαν με μια μακροσκελή

ανακοίνωση. Για όνομα του Θεού, είπε ο Κόριγκαν, δεν χρειαζόμαστε μια μεγάλη

νομικίστικη ανακοίνωση. Πρέπει με δυο γραμμές να πούμε ότι θα ρίξουμε πολύ

χρήμα στην αγορά. Όλοι ήθελαν να πάρουν διαβεβαιώσεις ότι θα πάρουν χρήμα, με

άλλα λόγια ρευστότητα ή πίστωση.

Το βασικό ερώτημα ήταν εάν υπήρχε κάποια μεγάλη τρύπα στο σύστημα. Υπήρχε

κάποια εταιρεία που αντιμετώπιζε πρόβλημα; Τελικά συμφώνησαν στην έκδοση μιας

πολύ σύντομης ανακοίνωσης. Αυτό ήθελε και ο Γκρίνσπαν. «Η κεντρική τράπεζα,

συνεπής με τις ευθύνες της ως κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα του έθνους,

επιβεβαιώνει σήμερα ότι θα λειτουργήσει ως πηγή ρευστότητας για τη στήριξη του

οικονομικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος». Και αυτό ακριβώς έγινε.

Ο Γκρίνσπαν έφτασε στην Ουάσινγκτον λίγο μετά το μεσημέρι και ενώ οι τιμές των

μετοχών στο χρηματιστήριο σημείωναν νέες μεγάλες απώλειες. Στη Νέα Υόρκη

άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες για διακοπή της συνεδρίασης, ενώ και σε

τηλεοπτική συνέντευξή του ο Ντέιβιντ Ρούντερ, πρόεδρος της Επιτροπής

Κεφαλαιαγοράς υποστήριξε εμμέσως πλην σαφώς μια πολύ προσωρινή διακοπή των

συναλλαγών στο χρηματιστήριο. Η διακοπή της συνεδρίασης όμως δεν εξεταζόταν

ούτε καν σαν ενδεχόμενο από τον Άλαν Γκρίνσπαν. Αν έκλεινε το χρηματιστήριο

πότε θα άνοιγε ξανά; Και σε ποιες τιμές θα διαπραγματεύονταν οι μετοχές; Και

τι θα γινόταν με την αγορά παραγώγων; Αν έκλεινε το χρηματιστήριο τα παράγωγα

θα κατέρρεαν προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερο πανικό.

Ψύχραιμος

Όταν έφτασε στο γραφείο του άρχισε να κάνει τηλεφωνήματα. Το πρώτο ήταν σε ένα

κορυφαίο στέλεχος του χρηματιστηρίου δικαιωμάτων μετοχών του Σικάγου ο οποίος

του είπε ότι η αγορά ήταν έτοιμη να καταρρεύσει. «Ηρέμησε», του είπε ο

Γκρίνσπαν. «Μπορεί να αντιμετωπισθεί. Μην ανησυχείς, μην πανικοβάλλεσαι».

Εντυπωσιάσθηκε από τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν οι άνθρωποι όταν

βρίσκονταν υπό πίεση. Μήπως το μυαλό τους παγώνει, αναρωτήθηκε. Θα προσπαθούσε

να βρει την απάντηση. Μίλησε επίσης απευθείας με πολλούς μεγάλους παίκτες των

μεγαλύτερων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οι φωνές τους έτρεμαν. Ο Γκρίνσπαν

ήξερε ότι η κρίση των φοβισμένων ανθρώπων δεν λειτουργεί σωστά. Δεν

παρακάλεσε, δεν έκλαψε. Αν και παραδέχθηκε αργότερα ότι θα έκλαιγε αν αυτό

σταματούσε την κατρακύλα των αγορών. Αν δεν παρενέβαινε, η κατάρρευση του

χρηματιστηρίου μπορούσε να εκτροχιάσει την αμερικανική οικονομία. Μετά τις

12.30 εμφανίσθηκε ένα θετικό σημάδι στον ορίζοντα. Ένας αριθμός μεγάλων

εισηγμένων επιχειρήσεων ανακοίνωσαν ότι έμπαιναν στην αγορά για να αγοράσουν

τις δικές τους μετοχές στις χαμηλές τιμές που είχαν διαμορφωθεί, εννοώντας

εμμέσως ότι ήταν επενδυτικές ευκαιρίες και ήταν πρόθυμες να διαθέσουν το δικό

τους ρευστό για να αγοράσουν τις μετοχές. Ήταν ένα μήνυμα αυτοπεποίθησης. Γύρω

στη μία το μεσημέρι άρχισε η μεγαλύτερη ανοδική κούρσα στην ιστορία του

χρηματιστηρίου. Τις αγορές των εταιρειών ακολούθησε ένα κύμα εντολών αγοράς

από μεγάλους επενδυτικούς οίκους και μεγαλοεπενδυτές που προφανώς αποφάσισαν

να σταθεροποιήσουν ή ακόμη και να σώσουν την αγορά. Στη συνέχεια άρχισε και η

ανοδική κούρσα του Ντάου Τζόουνς ο οποίος έκλεισε την ημέρα με κέρδη 102

μονάδων.

Η μεγαλύτερη επιτυχία ήταν, σύμφωνα με τους περισσότερους, η απόφαση του

Γκρίνσπαν να εκδώσει μια ανακοίνωση δύο σειρών.