Η παρουσία του Ζίκο στην ομάδα της Ουντινέζε στις αρχές της δεκαετίας του

’80 αποτελεί μέχρι σήμερα την καλύτερη διαφήμιση και το σήμα κατατεθέν του

συλλόγου της μικρής πόλης του Ούντινε για τους φιλάθλους πέρα από τα ιταλικά

σύνορα. Λίγοι ωστόσο γνωρίζουν πως η αντίπαλος του ΠΑΟΚ στον δεύτερο γύρο του

Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ είναι η πρώτη πρωταθλήτρια Ιταλίας, έστω και ανεπίσημα, ενώ

αγωνίστηκε στον τελικό και του πρώτου κυπέλλου της γείτονος, το 1922 (ηττήθηκε

από τη Βάντο Λιγκούρε)

Η παρουσία του Αρτούρ Αντούνιες Κοΐμπρα Ζίκο έκανε διάσημη την Ουντινέζε

Όταν η Ουντινέζε ιδρύθηκε το 1896, προτεραιότητά της ήταν οι αθλητές της

γυμναστικής και της ξιφασκίας. Οι ίδιοι αυτοί αθλητές για να ξεφεύγουν από τα

αθλήματά τους δημιούργησαν και τμήμα ποδοσφαίρου, το οποίο κατάφερε την ίδια

χρονιά να κατακτήσει τον τίτλο του πρωταθλητή νικώντας στον τελικό την

Τρεβίζο. Ένας τίτλος που δεν αναγνώρισε ποτέ η ιταλική ομοσπονδία, καθώς η

τελευταία ιδρύθηκε ύστερα από λίγους μήνες. Έτσι, τυπικά, πρώτη πρωταθλήτρια

Ιταλίας θεωρείται η Τζένοα (1898).

Το Ούντινε είναι μία πόλη 100.000 κατοίκων. Ωστόσο, το στάδιο Φρίουλι είναι

γεμάτο σε κάθε παιχνίδι των «Ζέβρων» όπως είναι το προσωνύμιο των παικτών της

Ουντινέζε.

Πρωτάθλημα δεν έχει κατακτήσει ποτέ, ενώ η καλύτερη θέση που έχει τερματίσει,

δεύτερη, την περίοδο 1954-55, πίσω από τη Μίλαν, ακυρώθηκε κι αυτή (!) γιατί η

ομάδα κρίθηκε ένοχη δωροδοκίας που είχε συμβεί δύο χρόνια πριν! Έτσι, από τη

δεύτερη θέση του Καμπιονάτο, η Ουντινέζε την επόμενη χρονιά βρέθηκε

«στιγματισμένη» να αγωνίζεται στη δεύτερη κατηγορία και με τους φιλάθλους της

να μιλούν για αδικία.

Μία αδικία που φαίνεται πως αποκαταστάθηκε την περίοδο 1979-80, όταν, παρά το

γεγονός ότι τερμάτισε στην προτελευταία θέση και έπρεπε να υποβιβαστεί,

εντούτοις παρέμεινε στη Serie Α, λόγω ενός άλλου σκανδάλου δωροδοκίας που είχε

ως αποτέλεσμα τον υποβιβασμό της Λάτσιο και της Μίλαν.

Η μεταμόρφωση

Από εκείνη την περίοδο η Ουντινέζε άλλαξε τακτική με την αγορά σπουδαίων

παικτών. Αποκορύφωμα ήταν η απόκτηση του σπουδαίου Βραζιλιάνου Ζίκο, το

καλοκαίρι του 1983, έναντι 1,5 δισ. δραχμών, ποσό που αποτελούσε τότε

παγκόσμιο ρεκόρ. Η αγωνιστική ανάταση ωστόσο δεν ήρθε ποτέ και τα χρέη άρχισαν

να συσσωρεύονται. Ο πρόεδρος Λαμπέρτο Μάτσα, φοβούμενος ότι θα καταλήξει στη

φυλακή, παραδίδει τα ηνία στον Πότσο.

Ο τελευταίος πρόσφατα έχρισε πρόεδρο του συλλόγου τον καθηγητή των Οικονομικών

στο Πανεπιστήμιο Κα Φοσκάρι, Τζανφράνκο Μοσέτο, ο οποίος έχει το

«παραγοντιλίκι» στο DNA του. Ο πατέρας του είναι ο Τζιόβαν Μπατίστα, πρόεδρος

της σπουδαίας ομάδας του Τορίνο της δεκαετίας του ’30.

Σύνθημα του νέου προέδρου είναι «αγοράζουμε φθηνά πουλάμε ακριβά». Δεν

πρόκειται για μετοχές αλλά για ποδοσφαιριστές και ο άνθρωπος που εφάρμοσε με

τον καλύτερο τρόπο αυτή την πολιτική είναι ο Αλμπέρτο Τζακερόνι.

Ο νυν κόουτς της Μίλαν κατάφερε με το μαγικό του ραβδί να μεταμορφώσει

παίκτες, που μέχρι χθες ήταν στα αζήτητα, σε αστέρες πρώτου μεγέθους.

Είναι αυτός που πήρε τον Μπίρχοφ και τον έκανε πρώτο σκόρερ του Καμπιονάτο,

τον Μάριο Αμορόζο που κινδύνευε να μην ξαναπερπατήσει ποτέ και τον μεταμόρφωσε

σε πρώτο βιολί της Ουντινέζε και τώρα της Πάρμα, και τον άγνωστο μέχρι τότε

Ιταλό Πάολο Πότζι. Η πολιτική αυτή αποδίδει αρκετά χρήματα στον σύλλογο (η

πώληση των Μπίρχοφ, Αμορόζο απέδωσε 19 δισ. δραχμές) και φυσικά συνεχίζεται

μέχρι σήμερα.

Στο ΟΥΕΦΑ μέσω… Ιντερτότο

Η Ουντινέζε έφτασε στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ μέσω της οδού την οποία σνομπάρει η

πλειονότητα των ελληνικών ομάδων: του Κυπέλλου Ιντερτότο, όπου απέκλεισε

αντιπάλους όπως την Άαλμποργκ, την Αούστρια Βιέννης και την Όλομουτς. Στον

πρώτο γύρο απέκλεισε την πολωνική Πολόνια Βαρσοβίας, η οποία προηγουμένως

αποκλείστηκε από τον Παναθηναϊκό στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ.

Από την Πολόνια, η Ουντινέζε έχει μία τραυματική εμπειρία, καθώς στο

αεροδρόμιο της πολωνικής πρωτεύουσας κατηγορήθηκε πως δύο από τους

Βραζιλιάνους παίκτες της (Σίλβα ντος Σάντος Βάρλεϊ και Αλμπέρτο) έφεραν πλαστά

πορτογαλικά διαβατήρια.

Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε πως πλαστά διαβατήρια είχαν ο Ουρουγουανός Αλεχάντρο

Ντα Σίλβα και ο Βραζιλιάνος Ζορζίνιο.

Προπονητής της Ουντινέζε είναι ο Λουίτζι Ντε Κάνιο. Θεωρείται από τα

ανερχόμενα ταλέντα των Ιταλών προπονητών. Δεν έχει εργαστεί στο παρελθόν στη

Serie Α, ωστόσο τα αποτελέσματά του στις μικρότερες κατηγορίες είναι

εντυπωσιακά.

Φημίζεται πως είναι πολύ σκληρός με τους παίκτες και εργασιομανής. Θεωρείται

μάστερ στην τακτική (έχει εκδώσει και βιβλίο) ενώ έχει και πανεπιστημιακό

δίπλωμα στη φυσική αγωγή.

Παρατάσσει την ομάδα με σύστημα 4-4-2 με δύο κεντρικούς αμυντικούς και δύο

ακραία μπακ-χαφ. Ενθαρρύνει δε τους παίκτες του να παίζουν «ρολόι». Στα

κρίσιμα παιχνίδια δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει και τρίτο κεντρικό αμυντικό.

Ένας ΠΑΟΚτζής υπερασπίζεται την εστία της

Ο Στέφανο Φιόρε και ο Ρομπέρτο Μούτζι είναι δύο από τα τελευταία μεγάλα

αστέρια που ανέδειξε η Ουντινέζε

Έχοντας σκάουτερς σε όλα τα γήπεδα του κόσμου και όπου φιλοξενούνται

διοργανώσεις που συμμετέχουν νεαροί ποδοσφαιριστές, η Ουντινέζε καταφέρνει να

αποκτά σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές ταλαντούχους παίκτες.

Σε μία από τις τελευταίες της «ψαριές» αλίευσε και έναν Έλληνα. Τον 17χρονο

Βαγγέλη Πίτκα, βασικό τερματοφύλακα της Εθνικής Παίδων και της ομάδας Μέγας

Αλέξανδρος Καρπερής (β’ ερασιτεχνική).

Τα λαγωνικά των Ιταλών τον εντόπισαν τον περασμένο Μάιο στο Ισραήλ, κατά τη

διάρκεια του πανευρωπαϊκού πρωταθλήματος. Τον Αύγουστο, στο Βαλκανικό

Πρωτάθλημα, στην Καστοριά έγιναν οι «αρραβώνες» για να ολοκληρωθεί η μεταγραφή

πριν από τρεις εβδομάδες.

Ο Βαγγέλης Πίτκας θεωρείται από τους Ιταλούς ως ένα από τα μεγαλύτερα

ταλέντα στη θέση του τερματοφύλακα και θεωρούν βέβαιο πως σύντομα όλη η Ευρώπη

θα μιλάει γι’ αυτόν.

Ο νεαρός τερματοφύλακας, που συμμετέχει στις προπονήσεις τόσο της πρώτης

ομάδας όσο και της δεύτερης, δηλώνει φανατικός οπαδός του ΠΑΟΚ.

«Στα ματς με την Ουντινέζε όμως θα είμαι στο πλευρό της νέας μου ομάδας»,

δηλώνει στη «SUPER ΟΜΑΔΑ».

Το μεγάλο του παράπονο: «Στην Ελλάδα δεν προσέχουν τα ταλέντα. Οι ομάδες

θέλουν έτοιμους παίκτες και δεν δίνουν ευκαιρίες σε μας τους μικρότερους.

Είναι αυτό που λέμε τόσα χρόνια: φτάνεις 25 ετών και θεωρείσαι ακόμη ταλέντο».

Όσον αφορά τη δυναμικότητα της Ουντινέζε, ο Βαγγέλης Πίτκας είναι

κατηγορηματικός:

«Είναι σπουδαία ομάδα και το μεγάλο της αστέρι, ο Φιόρε, μπορεί να κάνει τη

ζημιά σε οποιαδήποτε αντίπαλο. Ο ΠΑΟΚ πρέπει να προσπαθήσει πολύ για να μας αποκλείσει».