Τη δέυσμευση ότι δεν θα θιγούν με τις επικείμενες αλλαγές στο ασφαλιστικό

σύστημα όσοι ασφαλισμένοι βρίσκονται κοντά στο όριο συνταξιοδότησης

αναλαμβάνει ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κ. Τάσος Γιαννίτσης.

Ο υπουργός Εργασίας υπεραμυνόμενος των προτάσεών του για τις εργασιακές

σχέσεις και την καταπολέμηση της ανεργίας υποστηρίζει ότι «συνταγές επιτυχίας

με μηδενικό ρίσκο δεν διατίθενται και η ακινησία οδηγεί στην αποτυχία».

Στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του στα «ΝΕΑ», ο υπουργός Εργασίας, ο

οποίος ενοχλείται εξαιρετικά όταν τον εντάσουν σε ηγετικές ομάδες ­ «τα

παιχνίδια εξουσίας», λέει, «δεν είναι του γούστου μου, σε οποιοδήποτε γήπεδο

κι αν τα συναντήσω» ­ υπεραμύνεται της «πλατφόρμας» που έχει εισηγηθεί. Και…

ανεβάζει τον πήχυ, από τις 300.000 νέες θέσεις που έχει πει ο Πρωθυπουργός

προεκλογικά, στις 400.000, διότι «με 300.000 νέες θέσεις εργασίας η ανεργία

πιθανώς θα περιοριστεί οριακά. Η πρόκληση είναι να πετύχουμε τη δημιουργία

400.000 θέσεων, ώστε να δώσουμε θέσεις σε όσους αναζητούν εργασία για πρώτη

φορά, αλλά και να μειώσουμε την ανεργία».

Αναφερόμενος στις αντιδράσεις, τόσο της ΓΣΕΕ όσο και του ΣΕΒ, ο Τάσος

Γιαννίτσης δηλώνει πως δεν τις κατανοεί και ξεκαθαρίζει πως επιδίωξή του είναι

«να πειστούν οι κοινωνικοί εταίροι ότι σε κάποια θέματα πρέπει να κάνουν

αμοιβαίες παραχωρήσεις με αντισταθμίσματα». Υποστηρίζει επίσης πως «οι

αντιδράσεις αυτές δείχνουν ότι η κυβέρνηση δεν παίρνει μονόπλευρα μέτρα,

προσπαθεί να εξισορροπήσει τις επιπτώσεις», ενώ προειδοποιεί ότι «εμπόδια στην

ανάπτυξη, είναι και εμπόδια στην απασχόληση».

Για τον κ. Γιαννίτση «η εισαγωγή του 38ώρου, της ευέλικτης διαχείρισης του

χρόνου εργασίας σε ετήσια βάση σε συνδυασμό με τη σύμφωνη γνώμη των

εργαζομένων, ανοίγει μια νέα εποχή για την Ελλάδα».

Τάσος Γιαννίτσης: Η εισαγωγή του 38ώρου, της ευέλικτης διαχείρισης του χρόνου

εργασίας σε ετήσια βάση σε συνδυασμό με τη σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων,

ανοίγει μια νέα εποχή για την Ελλάδα»

Συναινετικός και ταυτοχρόνως αποφασισμένος εμφανίζεται ο Τάσος Γιαννίτσης στις

προτάσεις του για τις εργασιακές σχέσεις, δηλώνοντας ότι «η αρνητική στάση

απέναντι σε κάθε αλλαγή που δεν αποτελεί 100% παραχώρηση στις θέσεις κάθε

πλευράς είναι σίγουρο ότι θα αποτελεί φράγμα στην προσπάθεια δημιουργίας μιας

δυναμικής και ευέλικτης οικονομίας» και «εμπόδια στην ανάπτυξη είναι και

εμπόδια στην απασχόληση».

­ Την περασμένη Δευτέρα παρουσιάσατε τις προτάσεις σας για τις εργασιακές

σχέσεις. Από το σύνολο, όμως ­ ή σχεδόν το σύνολο ­ του Τύπου αυτές

χαρακτηρίστηκαν ως «κυβερνητική υπαναχώρηση», προκειμένου να μείνει η ΓΣΕΕ στο

τραπέζι του διαλόγου, ή ως «ισορροπία» μεταξύ ΣΕΒ και ΓΣΕΕ. Τελικά, μήπως

προχωράτε σε μια κλασική συνταγή ημίμετρων; Και, άρα, μήπως και η φιλοδοξία

σας για αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας δεν υλοποιηθεί εξαιτίας

της δικής σας ατολμίας;

­ Ατολμία σημαίνει απουσία ουσιαστικής παρέμβασης. Οι αντιδράσεις που

σημειώθηκαν, νομίζω ότι το μόνο που δεν αντανακλούν είναι ατολμία στην πρότασή

μας. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι ενοχλούνται ­ για διαφορετικούς λόγους ­ και

το δείχνουν. Τόσο η κατάργηση της υπερεργασίας όσο και το 38ωρο ή η ρύθμιση

για τις απολύσεις ήταν σαφές ότι θα δυσαρεστήσει όλες τις πλευρές. Όμως μία

ισορροπία ­ όπως μας ζητήθηκε ­ σημαίνει ακριβώς αυτό: Όλοι καλούνται να

συμβάλλουν, να κάνουν κάποια υποχώρηση, και ισόρροπα να αντλήσουν κάποιο

όφελος.

Το ιδιόμορφο στοιχείο εδώ είναι ότι πρέπει να δημιουργηθεί όφελος για μια

πλευρά που βρίσκεται κάπως έξω από τον διάλογο και αυτοί είναι οι άνεργοι.

Όσο για υποχώρηση από δικές μας προτάσεις, αυτή δεν βλέπω από πού προκύπτει.

Πρόβλημα δημιουργήθηκε για όλους όσους για εβδομάδες υποστήριζαν αυθαίρετα ότι

στις προτάσεις που θα καταθέταμε θα περιλαμβανόταν η κατεδάφιση των εργασιακών

δικαιωμάτων με μονομερή απόφαση των εργοδοτών για το ωράριο.

Νέα εποχή

Επί της ουσίας, τώρα, η εισαγωγή του 38ώρου, της ευέλικτης διαχείρισης του

χρόνου εργασίας σε ετήσια βάση, σε συνδυασμό με τη σύμφωνη γνώμη των

εργαζομένων, ανοίγει μια νέα εποχή για την Ελλάδα. Τη φέρνει πιο κοντά στο

σύγχρονο παραγωγικό και κοινωνικό πρότυπο της Ευρώπης.

Παλιό αίτημα της ΓΣΕΕ ήταν το 35ωρο. Προσφέρουμε τη δυνατότητα να πάμε άμεσα

στις 38 ώρες.

Η κατάργηση της υπερεργασίας ανήκει επίσης στα κεντρικά αιτήματα της ΓΣΕΕ και

αποτελεί κρίσιμο εργαλείο για δημιουργία απασχόλησης.

Η μείωση του έμμεσου κόστους εργασίας κάνει την εργασία λιγότερο ακριβή.

Αυξάνει τη ζήτησή της σε όλη την οικονομία και ενισχύει την ανταγωνιστικότητα.

100.000 νέες θέσεις

Τα μέτρα αυτά και μόνον μπορούν να δημιουργήσουν γύρω στις 100.000 νέες

θέσεις. Έτσι, 100.000 οικογένειες θα πάρουν μια ανάσα.

­ Όμως υπήρξαν αντιδράσεις ­ και από τη ΓΣΕΕ και από τον ΣΕΒ. Εσείς, πώς τις

ερμηνεύετε;

­ Κοιτάξτε, έχουν ένα κοινό σημείο. Υπάρχει μια άρνηση να δουν ότι η

καταπολέμηση της ανεργίας προϋποθέτει αλλαγές στο τι κάναμε μέχρι τώρα.

Αλλαγές που δεν μπορούν να αφήσουν απ’ έξω τον χώρο της παραγωγής και της

εργασίας και να σχετίζονται αποκλειστικά με τις κρατικές πολιτικές. Ο

επιχειρηματικός τομέας υποθέτω πως θεωρεί ότι η κατάργηση της υπερεργασίας και

η πίεση για νέες προσλήψεις αυξάνουν το κόστος παραγωγής και επιδεινώνουν την

ανταγωνιστικότητα. Η ΓΣΕΕ υποστηρίζει το ακριβώς αντίστροφο: ότι τα μέτρα

μειώνουν το κόστος και ευνοούν τα κέρδη. Ο επιχειρηματικός κόσμος ίσως δεν

επιθυμεί το 38ωρο, για τους ίδιους λόγους που δεν επιθυμεί το 35ωρο.

Οι αντιδράσεις αυτές δείχνουν ότι η κυβέρνηση δεν παίρνει μονόπλευρα μέτρα.

Προσπαθεί να εξισορροπήσει τις επιπτώσεις. Έτσι να θυμίσω ότι η μείωση της

φορολογίας κερδών από 40% σε 35% και της φορολογίας των μικρομεσαίων αποτελούν

μια ελάφρυνση.

Προσωπικά δεν κατανοώ γιατί δεν συζητάμε τη μείωση του χρόνου εργασίας από 40

σε 38 ώρες, χωρίς διευθυντικό δικαίωμα και με επιλογή των εργαζομένων. Γιατί

δεν συζητάμε την κατάργηση της υπερεργασίας. Ποιο είναι το πρόβλημα να

συζητήσουμε τη βελτίωση των αμοιβών των μερικώς απασχολουμένων, που πράγματι

έχουν χαμηλό εισόδημα.

Γιατί όταν όλη η Ευρώπη κινείται στο να βελτιώσει την ανεργία δημιουργώντας με

πολλούς τρόπους ευκαιρίες πλήρους ή μερικής απασχόλησης, εμείς πρέπει να

αρνούμαστε μία συζήτηση για τα θέματα και τις απαντήσεις που έχουν δοθεί με

επιτυχία σε άλλες χώρες. Η άρνηση μέχρι πρόσφατα είχε ως σημείο αναφοράς το

(ανύπαρκτο) διευθυντικό δικαίωμα. Τώρα μετατοπίστηκε στο θέμα των απολύσεων

και στο πόσο επιτρέπουμε σε μια επιχείρηση να προσαρμόζει τον αριθμό του

προσωπικού της ανάλογα με τις πιέσεις του ανταγωνισμού. Στο θέμα αυτό,

βεβαίως, κατανοώ την άρνηση της ΓΣΕΕ, ασχέτως αν διαφωνώ με τον τρόπο

θεώρησης.

­ Παρ’ όλα αυτά, να επιμείνω λίγο: τόσο η ΓΣΕΕ όσο και ο ΣΕΒ επέκριναν ­ από

διαφορετική σκοπιά, όπως είπατε ­ τις προτάσεις σας. Μήπως αυτό σημαίνει ότι

ενώ λέτε ότι θέλετε τον κοινωνικό διάλογο, προχωρήσατε σε μια «πλατφόρμα»

χωρίς να διαβουλευθείτε με κανέναν, χωρίς να έχετε καμιά συμμαχία; Και μήπως

μια τέτοια στάση υποκρύπτει έναν λανθάνοντα ή μη αυταρχισμό;

­ Επιδίωξή μας είναι να αποτελέσει ο κοινωνικός διάλογος βήμα κατάθεσης

προτάσεων και απόψεων για απαντήσεις και αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν.

Επιδίωξή μας επίσης είναι να πειστούν οι κοινωνικοί εταίροι ότι πρέπει σε

κάποια θέματα να κάνουν αμοιβαίες παραχωρήσεις με αντισταθμίσματα.

«Φράγμα»

Η αρνητική στάση απέναντι σε κάθε αλλαγή που δεν αποτελεί 100% παραχώρηση στις

θέσεις της κάθε πλευράς, είναι σίγουρο ότι θα αποτελεί φράγμα στην προσπάθεια

δημιουργίας μιας δυναμικής και ευέλικτης οικονομίας. Θα αποτελεί και φράγμα

στη δυνατότητα διεύρυνσης του κοινωνικού κράτους.

Συναντήσαμε καχυποψία και άρνηση. Ωστόσο, καταγράψαμε τις προτάσεις, τις

αντιρρήσεις, τις επιφυλάξεις και τις επιδιώξεις των εταίρων και προχωρήσαμε σε

μια σύνθεση. Στη σύνθεση αυτή λάβαμε υπόψη και την εμπειρία των άλλων χωρών.

Τις ανάγκες που έχουν εντοπιστεί, ώστε η ανάπτυξη της οικονομίας να μπορεί να

προχωρήσει όπως και σε άλλες χώρες. Εμπόδια στην ανάπτυξη είναι και εμπόδια

στην απασχόληση.

Νέο αναπτυξιακό μοντέλο, νέοι κανόνες ρύθμισης βασικών σχέσεων, νέο θεσμικό

πλαίσιο που να είναι σύμφωνο με τις νέες τεχνολογίες και το νέο ανταγωνιστικό

περιβάλλον είναι άρρηκτα δεμένα με την αύξηση της απασχόλησης.

Μια τέτοια «πλατφόρμα» αλλαγής είναι αναγκαία. Έχει, όμως, καθυστερήσει κι αν

θέλουμε να ονειρευόμαστε πραγματική σύγκλιση και κοινωνικό κράτος με γρήγορους

ρυθμούς, πρέπει να δημιουργήσουμε τους όρους επίτευξης αυτών των στόχων.

­ Τώρα, ωστόσο, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα επιχείρημα ­ της ΓΣΕΕ ­ που λέει

ότι τα εργασιακά δεν σχετίζονται με την απασχόληση. Και αρνείται να τα

συζητήσει. Τι θα κάνετε για αυτό;

­ Απορώ με τη θέση αυτή, όταν η ίδια η ΓΣΕΕ ζητεί να συζητηθεί το 35ωρο ως

εργαλείο καταπολέμησης της ανεργίας!

­ Πρόσφατα, την περασμένη Τετάρτη, η Κομισιόν έδωσε στη δημοσιότητα έκθεση και

συστάσεις για την καταπολέμηση της ανεργίας. Σε αυτήν, η Ελλάδα ξεχωρίζει ως

«μαύρο πρόβατο» ­ παρά την κοινοτική ορολογία, το μήνυμα είναι ότι «δεν έχετε

κάνει τίποτα για να μειώσετε την ανεργία». Επειδή η νυν κυβέρνηση αποτελεί

συνέχεια της προηγουμένης, ήθελα να σας ρωτήσω, πολύ απλά, γιατί δεν έγινε

τίποτα; Όλα αυτά τα χρήματα, κοινοτικά ως επί το πλείστον, πού πήγαν; Στη

θάλασσα;

Κινητοποίηση

­ Πολλά έγιναν, άλλα κινούνται και άλλα απαιτούν δραστική κινητοποίηση. Η

Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει πράγματι μερικά πολύ κρίσιμα προβλήματα. Αυτά

θέλουμε να τα ξεπεράσουμε. Είναι υπαρκτές αδυναμίες. Για αυτό και δίνουμε το

μήνυμα μιας γενικότερης κινητοποίησης. Η αντίληψη πως ό,τι και να κάνουμε δεν

θα αλλάξει πολλά πράγματα, είναι διαβρωτική. Δεν μπορούμε ως κυβέρνηση, αλλά,

κυρίως, ως κοινωνία να έχουμε στόχο τη δημιουργία 300.000 και πλέον θέσεων

απασχόλησης χωρίς πολιτικές που πράγματι θα αλλάζουν ριζικά κατεστημένες

προσεγγίσεις. Το ερώτημα είναι τι περιεχόμενο απαιτεί μια τέτοια αλλαγή. Η

κυβέρνηση θεωρεί ότι, κυρίως, απαιτείται ποιότητα στη σύλληψη και την

υλοποίηση πολιτικών, απαιτεί σύγχρονα εργαλεία και φορείς άσκησης πολιτικής.

Απαιτεί επίσης ευέλικτη και καινοτόμο σκέψη για το πώς προχωράμε. Συνταγές

επιτυχίας με μηδενικό ρίσκο δεν διατίθενται. Η ακινησία οδηγεί στην αποτυχία.

Η κίνηση πρέπει να είναι ουσιαστική, αλλά και καλά σταθμισμένη, ώστε να

ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος.

­ Σε όλη την Ευρώπη η τάση είναι να τίθενται συγκεκριμένοι στόχοι ­ του τύπου

σε δύο χρόνια μείωση της ανεργίας κατά 2%. Εσείς, ενώ μιλάτε για 300.000 νέες

θέσεις εργασίας μέχρι το 2004, δεν δεσμεύεστε πουθενά για μείωση της ανεργίας

έστω και κατά μισή μονάδα. Πώς θα πρέπει να το ερμηνεύσουμε αυτό;

­ Μετά τη Λισαβώνα, ο στόχος στην Ευρώπη μετατοπίστηκε στην αύξηση της

απασχόλησης στον ορίζοντα μέχρι το 2010. Μέσα από την αύξηση αυτή θα μειωθεί

και η ανεργία. Γιατί η ανεργία δεν είναι ένα σταθερό μέγεθος που αυξάνει ή

μειώνεται, ανάλογα με την απασχόληση. Επηρεάζεται και από δημογραφικές,

κοινωνικές και διαρθρωτικές εξελίξεις. Έχω τονίσει ότι με 300.000 νέες θέσεις

εργασίας η ανεργία πιθανώς θα περιοριστεί οριακά. Η πρόκληση είναι να

πετύχουμε τη δημιουργία 400.000 θέσεων, ώστε να δώσουμε θέσεις σε όσους

αναζητούν εργασία για πρώτη φορά, αλλά και να μειώσουμε την εργασία.

­ Περιγράψατε ένα νέο, «εκσυγχρονισμένο» πλαίσιο εργασιακών σχέσεων. Ωστόσο,

έχετε εμμέσως παραδεχθεί ότι και το υπάρχον καταστρατηγείται στην πράξη. Πώς

σκοπεύετε, λοιπόν, να το εφαρμόσετε ­ με τι μηχανισμούς, τι εργαλεία, τι

εγγυήσεις;

«Αυτορρύθμιση»

­ Μην επανεισάγουμε τη νοοτροπία του κρατικίστικου ελέγχου των πάντων. Η

πρότασή μας εμπεριέχει πολλά χαρακτηριστικά μιας «αυτορρύθμισης». Επιπλέον, το

Σώμα των Επιθεωρητών Εργασίας καλείται να έχει έναν ισχυρότερο ρόλο για την

εγγύηση του νέου συστήματος. Αν επιχειρήσεις και εργαζόμενοι επιλέξουν με

αργούς ρυθμούς το 38ωρο και τη νέα ρύθμιση, η εγγύηση της σωστής εφαρμογής της

είναι εύκολη. Αν προχωρήσουν γρήγορα στη νέα κατεύθυνση, αυτό θα σημαίνει μια

σημαντική επιτυχία, με άμεσο αντίκτυπο στη βελτίωση της θέσης χιλιάδων

εργαζομένων. Στην περίπτωση αυτή η επιτυχία η ίδια εγγυάται και τη σωστή

εφαρμογή του νέου συστήματος.

Δεν θα θιγούν όσοι ασφαλισμένοι βρίσκονται 5 χρόνια πριν από τη συνταξιοδότηση

«Δεν θα υπάρξουν αιφνιδιασμοί σε όσους ασφαλισμένους πρόκειται να

συνταξιοδοτηθούν σε κάποιο διάστημα». Τη δέσμευση αυτή αναλαμβάνει ο υπουργός

Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κ. Τάσος Γιαννίτσης με αφορμή την

επικείμενη έναρξη του διαλόγου για την αναμόρφωση του κοινωνικοασφαλιστικού

συστήματος. Ο διάλογος για το ασφαλιστικό αναμένεται να ξεκινήσει τον

Ιανουάριο του νέου έτους και αφού ολοκληρωθεί μέχρι το καλοκαίρι στη συνέχεια

η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση. Σύμφωνα με ασφαλείς

πληροφορίες ο προσανατολισμός της κυβέρνησης είναι οι νέες ρυθμίσεις να μη

θίξουν όσους ασφαλισμένους βρίσκονται 5 έτη πριν από τη θεμελίωση

συνταξιοδοτικού δικαιώματος ενώ θεωρείται σίγουρη η σταδιακή εφαρμογή των

μέτρων.

– Εντός ολίγου ανοίγετε ένα άλλο κεφάλαιο του υπουργείου σας – την αναμόρφωση

του ασφαλιστικού συστήματος. Με βάση την εμπειρία σας από τα εργασιακά, να

συμπεράνουμε ότι θα δούμε το ίδιο… έργο; Λίγο από συναίνεση και

μετριοπάθεια, λίγο από μεταρρυθμίσεις;

– Δεν διψάω για αίμα, συγκρούσεις και αδρεναλίνη. Στοχεύω στο να δώσω

ρεαλιστικές λύσεις και προοπτικές. Μια μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού πρέπει να

εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα σε βάθος χρόνου. Πρέπει να είναι πειστική και να

προκαλεί εμπιστοσύνη. Αυτό θα προσπαθήσω. Έχουμε ένα πολύ κρίσιμο τεχνικό

πρόβλημα που απαιτεί πολιτική λύση.

– Η προοπτική νομιμοποίησης των μεταναστών – κάπου 500.000 αν δεν κάνω λάθος –

ως «λύση» μεταξύ άλλων, για τα ασφαλιστικά ταμεία, πώς σας φαίνεται;

– Θεωρώ πολύ ρηχή την αντίληψη ότι θα πάρουμε αποφάσεις για τη μετανάστευση με

κριτήριο τις επιπτώσεις της στο ασφαλιστικό. Το θέμα έχει πολύ σημαντικότερες

πτυχές που θα καθορίσουν τις επιλογές. Για παράδειγμα, η πολύπλευρη σχέση

μεταναστών και ανεργίας. Να θυμίσω ακόμη ότι η παραοικονομία αφορά αρκετά πιο

πολλούς από 500.000 εργαζόμενους και η καταπολέμησή της θα μπορούσε να είναι

μια εξίσου καλή λύση για το ασφαλιστικό. Επιπλέον, θα οδηγούσε σε πολύ πιο

υγιείς οικονομικές σχέσεις και σε κοινωνικά πιο δίκαιες ισορροπίες.

– Τι εννοείτε όταν λέτε – εσείς και άλλοι – ότι δεν θα θιγούν «ώριμα

συνταξιοδοτικά δικαιώματα»; Πώς ορίζεται η… ωριμότητα;

Επιτέλους, ας αφήσουμε τα λογοπαίγνια και τον κλεφτοπόλεμο. Αιφνιδιασμοί δεν

θα υπάρξουν για ασφαλισμένους που σε κάποιο διάστημα θα συνταξιοδοτηθούν.

Πρέπει όμως πρώτα να έχουμε μια καθαρή εικόνα του προβλήματος και των χρονικών

διαστάσεών του για να γίνουν επιλογές. Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο. Πόσο

υπεύθυνο είναι να δώσουμε σήμερα απαντήσεις χωρίς να έχουμε μια σίγουρη βάση

για το πού είμαστε, τι προοπτικές έχουμε και πότε τις έχουμε.

– Δεν έχω την αίσθηση ότι απαντήσατε, αλλά εν πάση περιπτώσει… Κύριε

Γιαννίτση έχετε υπόψη σας πόσους μήνες αναμένει για να εισπράξει τελικά τη

σύνταξή του ο συνταξιούχος του ΙΚΑ, αλλά και άλλων ταμείων;

– Η πολύ μεγάλη πλειοψηφία χρειάζεται 3 με 5 μήνες. Σε ορισμένα ταμεία

λιγότερο, σε άλλα λίγο περισσότερο. Υπάρχουν σημαντικά κι εντοπισμένα

προβλήματα σε ελάχιστα ταμεία. Μόνο σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης και

ιδίως με αλλοδαπά ταμεία ή ιδιαίτερα πολύπλοκες μεμονωμένες περιπτώσεις

απαιτούν αρκετά μεγαλύτερο χρόνο. Ασκώ πίεση για επιτάχυνση των διαδικασιών,

γιατί πολλοί συνταξιούχοι έχουν βιοποριστικό πρόβλημα και ανάγκη άμεσης κάλυψης.

«Δεν είναι του γούστου μου τα παιχνίδια εξουσίας»

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Αθήνας και στενός συνεργάτης του Κώστα

Σημίτη δεν κρύβει τη δυσφορία του όταν ακούει τον όρο «ηγετική ομάδα», αλλά

δεν κρύβει και την άποψή του για τις διαδικασίες επανίδρυσης του ΠΑΣΟΚ.

«Αν ήθελα να εμπλακώ σε παιχνίδια εξουσίας στο ΠΑΣΟΚ θα μπορούσα να το είχα

κάνει και πιστεύω με αρκετή επιτυχία εδώ και 20 χρόνια. Δεν είναι όμως του

γούστου μου σε οποιοδήποτε γήπεδο κι αν τα συναντήσω. Έχω μία διαδρομή που το

αποδεικνύει αυτό.

Η επανίδρυση είναι μία διαδικασία που θα βγει μέσα από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, τις

προοδευτικές δυνάμεις που το στηρίζουν και την ευρύτερη κοινωνία. Η διαδρομή

αυτή θέλει ιδεολογική και επικοινωνιακή δουλειά. Τι μηνύματα, τι αξίες και με

ποιους δεσμούς, με ποιες κοινωνικές δυνάμεις θα εκπέμπονται; Το ΠΑΣΟΚ αν θέλει

να μείνει ως έχει, δηλαδή να διατηρήσει μια θέση υπεροχής στην κοινωνία,

πρέπει να αλλάξει πολλά. Η αλλαγή που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη στα πρώτα

βήματά του πρέπει, προσαρμοσμένη στα σημερινά δεδομένα, να καθοδηγήσει την

πορεία του στο νέο τοπίο».