Τζιοβάνι, Σόουζα και Νικολαΐδης θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για

Ολυμπιακό, ΠΑΟ και ΑΕΚ στο νέο πρωτάθλημα

Το πρωτάθλημα, που θα ανοίξει την αυλαία του το άλλο Σάββατο, έγινε πιο μικρό

με στόχο να γίνει πιο μεγάλο. Θα μπορούσε να είναι η φράση που αντιπροσωπεύει

τη φιλοσοφία της διοργανώτριας αρχής, η οποία φιλοδοξεί με αφετηρία την

περίοδο 2000-2001 να ξαναφέρει τους φιλάθλους στα γήπεδα. Διότι το ποδόσφαιρο

δεν μπορεί να ζήσει χωρίς κόσμο στις εξέδρες και οι επιχειρήσεις χωρίς

πολυάριθμη πελατεία.

Δεκαέξι ομάδες στη σέντρα του 22ου επαγγελματικού πρωταθλήματος, κατά τεκμήριο

οι πιο ισχυρές, αυτές που μπορούν να ξαναδώσουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο τη

χαμένη του αίγλη. Λιγότερες ομάδες σημαίνει μεγαλύτερος ανταγωνισμός,

υψηλότερη ποιότητα, λιγότερα γήπεδα με τα οποία μπορεί να ασχοληθεί κανείς για

να γίνουν αντάξια των προσδοκιών των φιλάθλων, αλλά και πιο ευέλικτες

διαδικασίες σε ό,τι έχει να κάνει με το τυπικό μέρος της Εθνικής Κατηγορίας,

όπως θα λέγεται πια η Α’ Εθνική.

Η αλλαγή αυτή, δηλαδή η μείωση των ομάδων της κορυφαίας κατηγορίας, ήταν κάτι

στο οποίο όλοι συμφώνησαν. Όπως συμφωνούν και στο επόμενο βήμα, δηλαδή το

λίφτινγκ των γηπέδων που θα φιλοξενήσουν εφέτος τις μάχες του πρωταθλήματος.

Παλαιότερη έρευνα που είχε γίνει για λογαριασμό της ΕΠΑΕ έδειχνε ότι η δεύτερη

κυριότερη αιτία που οι φίλαθλοι προτιμούν την τηλεόραση για να χορτάσουν

ποδόσφαιρο είναι ότι δεν βρίσκουν στα γήπεδα στοιχειώδεις ανέσεις και συνθήκες

ασφαλείας για τους ίδιους και την οικογένειά τους. Τα γήπεδα, τα περισσότερα

από αυτά, τηρούν πλέον τις προδιαγραφές. Έχουν αναπαυτικά καθίσματα και όχι

θέσεις από μπετόν, αγωνιστικούς χώρους καλής ποιότητας, επαρκή ηλεκτροφωτισμό,

τουαλέτες, αναψυκτήρια, πρόβλεψη για στάθμευση αυτοκινήτων. Ακόμη και ο

Παναθηναϊκός, που εγκαταλείπει το πολυτελές Ολυμπιακό Στάδιο για να γυρίσει

μερικές δεκαετίες πίσω στην ιστορία, έχει μετατρέψει το «κλουβί» της Λεωφόρου

σε όσο πιο άνετο μπορεί να γίνει ένα τόσο παλαιό γήπεδο. Και σε πολλές

περιπτώσεις η εφαρμογή των σχεδίων βρίσκεται ακόμη στην αρχή, καθώς η

ανακατασκευή των γηπέδων ή το χτίσιμο νέων θα χρειασθεί μερικά χρόνια ακόμη.

Είπαμε ότι οι ανέσεις των γηπέδων είναι το δεύτερο κριτήριο για να πάει ο

κόσμος στο γήπεδο. Δεν είναι, όμως, το πρώτο. Οι περισσότεροι φίλαθλοι

απαντούν ότι η αξιοπιστία του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα τούς απομακρύνει από τα

γήπεδα και τους κρατάει μπροστά στη τηλεόραση παρακολουθώντας αγώνες από την

Αγγλία, την Ισπανία, την Ιταλία και τη Γερμανία. Το φλέγον ερώτημα, λοιπόν,

είναι αν το νέο πρωτάθλημα μπορεί να πείσει τον κόσμο ότι δεν έχει απλώς

λιγότερες ομάδες και καλύτερα γήπεδα, αλλά και έχει απαλλαγεί από τις

ασθένειες του παρελθόντος.

Η αλήθεια είναι δυστυχώς ότι σε αυτό τον τομέα δεν έγιναν αλλαγές που να είναι

σήμερα ορατές. Ούτε σε θεσμούς ούτε σε κανονισμούς ούτε σε πρόσωπα. Η πέτρα

του σκανδάλου των τελευταίων πρωταθλημάτων, η διαιτησία, δεν μπήκε στο

χειρουργείο. Η αθλητική δικαιοσύνη δεν απαλλάχτηκε από τις αδυναμίες της. Σε

αυτό τον τομέα περισσεύουν τα ευχολόγια αλλά λείπουν οι τολμηρές αλλαγές.

Το ποδόσφαιρο είναι πάνω απ΄ όλα θέαμα και το θέαμα θέλει κυρίως σημαντικούς

πρωταγωνιστές.

Προς αυτή την κατεύθυνση οι ομάδες προσπάθησαν, στα μέτρα των δυνατοτήτων τους

η κάθε μία, να φέρουν παίκτες που θα υπηρετήσουν τις αγωνιστικές τους

φιλοδοξίες, αλλά και τις απαιτήσεις των φιλάθλων που μοιραία, εξαιτίας της

τηλεόρασης, κάνουν συγκρίσεις με το θέαμα που βλέπουν οι φίλαθλοι του

εξωτερικού. Ακόμη και μικρομεσαίες ΠΑΕ έκαναν επενδύσεις και τόλμησαν να

ρίξουν εκατοντάδες εκατομμύρια δραχμές σε αυτή την επιχείρηση θεάματος,

προσδοκώντας βέβαια τα χρήματα αυτά να επιστρέψουν στο ταμείο με το παραπάνω.

Όμως, αυτές οι ΠΑΕ που είχαν τη δυνατότητα να ξοδέψουν δεν ήταν πάνω από

πέντε-έξι. Οι τρεις μεγάλες του Κέντρου, ο Ηρακλής, ο Άρης και ο ΠΑΟΚ,

δαπάνησαν αρκετά χρήματα ώστε να μπορεί να προβλέψει κανείς ότι αυτές οι

ομάδες θα πρωταγωνιστήσουν και θα μονοπωλήσουν τη μάχη για έξοδο στην Ευρώπη.

Οι υπόλοιπες δέκα, με εξαίρεση τον ΟΦΗ, αναμένεται να κινηθούν πάλι μεταξύ

φθοράς και αφθαρσίας και θα θεωρήσουν τη χρονιά απόλυτα επιτυχημένη αν

καταφέρουν να εξασφαλίσουν την παραμονή τους στην Κατηγορία. Είναι πολύ

δύσκολο ο ανταγωνισμός και η ποιότητα να απλωθούν σε όλη την κλίμακα των

ομάδων της Εθνικής Κατηγορίας. Επομένως το ελληνικό πρωτάθλημα θα είναι και

πάλι δύο ταχυτήτων, μόνο που εφέτος υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι το γκρουπ των

ομάδων που έχουν υψηλές φιλοδοξίες θα είναι μεγαλύτερο.

Η σύγκλιση του ελληνικού πρωταθλήματος με τα κορυφαία ευρωπαϊκά δεν μπορεί να

γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη. Ίσως θα χρειασθεί να περιμένουμε πολλά

χρόνια ακόμη για να απολαύσουμε το ποδόσφαιρο όπως το απολαμβάνουν οι Άγγλοι,

οι Ιταλοί και οι Ισπανοί. Το ευχάριστο είναι ότι τα πρώτα βήματα έχουν γίνει.

Εφέτος θα μάθουμε αν έχει γίνει το δυσκολότερο και πιο κρίσιμο βήμα. Αν δηλαδή

όλοι (Πολιτεία, διοργανώτρια αρχή, ΠΑΕ, διαιτητές, φίλαθλοι) έχουν πραγματικά

αποφασίσει να αφήσουν τον μικροπαραγοντισμό και τα κοντόφθαλμα σωματειακά

συμφέροντα και να συμβάλουν σε ένα πρωτάθλημα όπου και ο πιο καχύποπτος θεατής

θα πειστεί «ότι κερδίζει ο καλύτερος».