Οι άνθρωποι που σημάδεψαν την κοινωνική και πνευματική ζωή του αιώνα που

φεύγει, όπως τους σκιαγραφούν ειδικοί συνεργάτες των «ΝΕΩΝ»

Ο Γεώργιος Θεοτόκης, τριτότοκος γιος του Νικολάου-Ανδρέα, γεννήθηκε στην

Κέρκυρα το 1844. Παρακολούθησε μαθήματα στο Ιόνιο Γυμνάσιο, από όπου

αποφοίτησε το 1857 και τον ίδιο χρόνο ενεγράφη στη Νομική Σχολή, στο Ιόνιο

Πανεπιστήμιο, όπου παρακολουθεί ταυτόχρονα και τις φιλοσοφικές παραδόσεις του

Βράιλα-Αρμένη. Μετά τη λήψη του πτυχίου από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το

κληροδότημα Μοτσενέγου τού χορήγησε υποτροφία για σπουδές στη Σορβόννη, στη

Νομική Σχολή της οποίας και ενεγράφη το φθινόπωρο του 1861. Καθώς γράφουν οι

συμφοιτητές του στον πατέρα του για να τον συγχαρούν, έδωσε με μεγάλη επιτυχία

εξετάσεις για το πτυχίο του και επιδόθηκε σε εντατική μελέτη για τη διατριβή

του «Περί εγγυήσεως, κατά το ρωμαϊκό και το γαλλικό δίκαιο». Ο Δημοσθένης

Βαλαωρίτης, που ήταν παρών στη δημόσια συνεδρίαση κατά την οποία ο Θεοτόκης

υποστήριξε τη διατριβή του, γράφει στον πατέρα Θεοτόκη ότι «οι πολυάριθμοι

Έλληνες φοιτητές και ιδιαίτερα οι Επτανήσιοι είμαστε όλοι υπερήφανοι για τη

μεγαλειώδη επιτυχία του υιού σας».

Μετά την επάνοδο στην Κέρκυρα, ο Θεοτόκης εργάζεται με επιτυχία ως δικηγόρος

και το 1879 λαμβάνει μέρος στις δημοτικές εκλογές. Χάρη στο πρόγραμμα που

παρουσιάζει για την αναζωογόνηση της πόλεως, καθώς και την επιλογή

επιτυχημένων Κερκυραίων, ως συνεργατών του υποψηφίων δημοτικών συμβούλων,

εκλέγεται θριαμβευτικά δήμαρχος Κερκυραίων με ποσοστό 65%. Με ακόμη μεγαλύτερη

πλειοψηφία επανεκλέγεται για δεύτερη φορά τον Οκτώβριο του 1883, αλλά

παραμένει δήμαρχος μόνον επί 18 μήνες, γιατί ύστερα από πρόταση του Χαρίλαου

Τρικούπη, συμμετέχει ως υποψήφιος του Τρικουπικού Κόμματος στις βουλευτικές

εκλογές του Απριλίου 1885, εκλέγεται πρώτος και σε ηλικία 41 ετών εισέρχεται

στη Βουλή για να αρχίσει τη λαμπρή σταδιοδρομία του. Επί δημαρχίας Γεωργίου

Θεοτόκη έγιναν πολλά έργα, όπως ο παραλιακός δρόμος του κόλπου της Γαρίτσας,

με το πλακόστρωτο πεζοδρόμιό του, η διάνοιξη των δρόμων προς το Κανόνι και του

περιφερειακού δρόμου από τα ανάκτορα έως το παλαιό λιμάνι, ο φωτισμός της

πόλεως με ωραίους φανοστάτες γκαζιού, η απελευθέρωση των πυκνοκατοικημένων

συνοικιών από τα τείχη και άρχισε η κατασκευή υπονόμων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον

δείχνει ο Θεοτόκης για την εκπαίδευση, την τέχνη και τους καλλιτέχνες, ενώ με

έξοδα του δήμου σπουδάζουν στην Αθήνα, τη Μασσαλία και την Ιταλία ζωγράφοι και

γλύπτες και επιχορηγούνται από τον δήμο οι σχολές ζωγραφικής του Γυαλλινά και

του Παχύ.

Στη Βουλή, ως βουλευτής της αντιπολιτεύσεως, διακρίθηκε ο Θεοτόκης με την

αγόρευσή του για τον προϋπολογισμό της κυβερνήσεως Δηλιγιάννη. Ασχολήθηκε,

επίσης, με τη μελέτη της συστηματικής οργανώσεως των πολεμικών δυνάμεων του

έθνους και υπέβαλε στον Τρικούπη προτάσεις για την οργάνωση του Ναυτικού, ώστε

να αποκτήσει την ικανότητα να πλήξει τον τουρκικό στόλο στο Αιγαίο. Αυτές οι

προτάσεις του φαίνεται ότι έκαμαν τον Τρικούπη να του αναθέσει το υπουργείο

Ναυτικών στην εξαμελή κυβέρνηση που σχημάτισε τον Μάιο 1886. Επί υπουργίας

Θεοτόκη παραγγέλθηκαν τα θωρηκτά «Σπέτσαι», «Ύδρα» και «Ψαρά» και βελτιώθηκε

σημαντικά η κατάσταση στο Ναυτικό με την καλύτερη εκπαίδευση των πληρωμάτων με

τη δημιουργία πολλών Ναυτικών Σχολών, από τις οποίες, μέσα σε 18 μήνες, είχαν

αποφοιτήσει 169 υπαξιωματικοί και 337 ναύτες διαφόρων ειδικοτήτων. Καθώς ο

Τρικούπης αφ’ ενός μεν είχε διαπιστώσει ότι στο υπουργείο Ναυτικών είχαν πλέον

ρυθμιστεί τα μεγάλα και λεπτά θέματα, αφ’ ετέρου δε γνώριζε την ενημέρωση και

το ενδιαφέρον του Θεοτόκη για την παιδεία, του ανέθεσε και το υπουργείο

Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως. Ο Θεοτόκης δέχθηκε με χαρά την

πρωθυπουργική πρόταση και με τη βοήθεια του εκπαιδευτικού – καθηγητή

Παπαμάρκου καταρτίσθηκαν σύντομα και κατατέθηκαν στη Βουλή άρτια και

ολοκληρωμένα νομοσχέδια για την αναβάθμιση της Παιδείας, τα οποία όμως,

δυστυχώς, εμπόδισε να ψηφισθούν η αντιπολίτευση Δηλιγιάννη. Μία από τις

σπουδαίες αλλαγές που προέβλεπε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση Θεοτόκη, ήταν και

η κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από τις δύο πρώτες τάξεις

του ελληνικού σχολείου και η προσθήκη μιας τάξεως στο Γυμνάσιο. Οι

ρηξικέλευθες αυτές προτάσεις του Θεοτόκη υλοποιήθηκαν 40 χρόνια αργότερα από

τον Γεώργιο Παπανδρέου ως υπουργό Παιδείας της κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου.

Ο Γεώργιος Θεοτόκης σε σκίτσο της εποχής του

Ο Θεοτόκης, ως υπουργός του Τρικούπη και αργότερα ως πρωθυπουργός, προχώρησε

σε πολλές ενέργειες που φανερώνουν την προοδευτική νοοτροπία του. Τέτοιες

πρωτοβουλίες αποτελούν η προσπάθεια να κρατηθεί το Ναυτικό και ο Στρατός

μακριά από την πολιτική, η κατάθεση των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων στη Βουλή

(που προανέφερα), η επιμονή του να ψηφιστεί, το 1894, ο νόμος για τα τιμάρια,

που βελτίωσε σημαντικά τη θέση των Κερκυραίων αγροτών, η ίδρυση της σταφιδικής

τράπεζας, που ανακούφισε τους σταφιδοπαραγωγούς και η κατάργηση της προσωπικής

κρατήσεως για χρέη, η οποία απήλλαξε τον κοσμάκη από τους τοκογλύφους.

Από τον Ιούνιο του 1903 έως τον Ιούνιο του 1908 διετέλεσε τρεις φορές

πρωθυπουργός με μακροβιότερη την τρίτη θητεία του (8 Δεκ. 1905 – 21 Ιουνίου 1908).

Θα πρέπει να εξαρθούν, ως ιδιαίτερα σημαντικά επιτεύγματα του Θεοτόκη, η

οργάνωση και ο εξοπλισμός του Στρατού και του Ναυτικού. Η πολιτική τού Θεοτόκη

στον στρατιωτικό τομέα, που συμπληρώθηκε με τα μέτρα του Ελευθερίου Βενιζέλου,

στη διετία 1910-1912, επέτρεψε στις ένοπλες ελληνικές δυνάμεις να φέρουν με

επιτυχία εις πέρας τις επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων και κατόπιν των

Βουλγάρων στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους. Εξίσου μεγάλο επίτευγμα του Θεοτόκη

ήταν η ενίσχυση του Μακεδονικού Αγώνα κατά την τρίτη και τέταρτη πρωθυπουργία

του. Τέλος, επίτευγμά του, που όχι μόνον αγνοήθηκε αλλά και λοιδορήθηκε και

κατακρίθηκε, είναι οι επιτυχείς χειρισμοί του κατά τη διετία 1907-1908.

Διατήρησε τότε ο Θεοτόκης την ψυχραιμία του, δεν ενέδωσε στις πιέσεις των

πολιτικών, του Τύπου και της κοινής γνώμης, που ζητούσαν να ακολουθήσει

αγέρωχη πολιτική έναντι της Τουρκίας. Με την «άψογον πολιτικήν» του, που οι

αντίπαλοί του προσπάθησαν να τη γελοιοποιήσουν, αποφύγαμε τον πόλεμο και μια

νέα εθνική συμφορά, ανάλογη ή και χειρότερη από εκείνη του 1897.

Δύο είναι τα σφάλματα που μπορούμε να καταλογίσουμε στον Θεοτόκη: το πρώτο

αναφέρεται στις παραμονές του πολέμου του 1897, όταν παρασύρθηκε και αυτός από

το φιλοπόλεμο ρεύμα, που επικρατούσε, και δεν εναντιώθηκε στην αποστολή

ελληνικού στρατού στην Κρήτη, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στον πόλεμο και την

ήττα. Το δεύτερο, ανάγεται στη διαφωνία πρίγκιπα Γεωργίου – Βενιζέλου, στην

οποία δεν σκέφθηκε να παρέμβει. Αν δεν ηρκείτο στη μοιραία εξέλιξη των

γεγονότων και έπαιρνε έγκαιρα θέση, θα αποφεύγαμε ίσως τις μεταγενέστερες

ολέθριες συνέπειες.

Απέτυχε ακόμη ο Θεοτόκης στην προσπάθειά του να προσεταιριστεί συμμάχους, ώστε

να μην είμαστε μόνοι απέναντι στην τουρκική απειλή και στον κίνδυνο

αφελληνισμού της Μακεδονίας. Αυτή όμως η αποτυχία δεν οφείλεται σε δικό του

σφάλμα, αλλά στην αδυναμία των Δυτικοευρωπαίων να αντιληφθούν ότι ήταν

ανέφικτη η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Τουρκίας, ενώ η ενίσχυση

της Ελλάδος απέβαινε ιδιαίτερα επωφελής για τα συμφέροντά τους στην Ανατολική

Μεσόγειο και τη Βαλκανική Χερσόνησο.

Ο Γεώργιος Θεοτόκης σε σκίτσο της εποχής του

Οι σύγχρονοί του, αλλά και όσοι αργότερα ασχολήθηκαν μαζί του, χαρακτήρισαν

πολλές φορές τον Θεοτόκη ερασιτέχνη πολιτικό. Ο χαρακτηρισμός τού ερασιτέχνη

και όχι επαγγελματία πολιτικού τού δόθηκε γιατί ποτέ δεν προσπάθησε να

παρατείνει με κάθε τρόπο την παραμονή του στην εξουσία. Όμως, το να μην είναι

ο πολιτικός προσκολλημένος στην εξουσία, αλλά, αντίθετα, να την εγκαταλείπει

πρόθυμα, αν απ’ αυτό εξαρτάται η ηρεμία και η γαλήνη του τόπου, αυτό, βέβαια,

δεν μπορεί να θεωρηθεί ερασιτεχνισμός και πάντως δεν είναι ελάττωμα. Όταν μετά

τα «Ευαγγελιακά», η Βουλή ανανέωσε την εμπιστοσύνη της στην κυβέρνησή του,

υπέβαλε παραίτηση γιατί είχε βάσιμες πληροφορίες πως η παραμονή του στην

πρωθυπουργία θα προκαλούσε επανάληψη των επεισοδίων. Την ίδια τακτική

ακολούθησε και όταν, κατά τη δεύτερη πρωθυπουργία του, ξέσπασαν οι ταραχές

στις σταφιδοπαραγωγούς περιφέρειες της Νοτιοδυτικής Πελοποννήσου. Και στις δύο

περιπτώσεις, αρνήθηκε να αντιμετωπίσει με τη βία τους φοιτητές ή τους αγρότες,

τους οποίους είχαν παρασύρει σε επικίνδυνη εξέγερση αδίστακτοι δημοκόποι. «Η

αιματοχυσία είναι πολύ βαρύ τίμημα, ώστε να τη διακινδυνεύσω για να παραμείνω

στην εξουσία», είχε πει τότε και στους συνεργάτες του, που τον προέτρεπαν να

δώσει εντολές στην Αστυνομία και στον Στρατό να χτυπήσει τους ταραξίες,

απάντησε: «Προτιμώ χίλιες φορές να πάω σπίτι μου».

Αλλά όσο η εμμονή του σ’ αυτή την υψηλή αντίληψη της αποστολής τού πολιτικού

δεν αποτελεί ερασιτεχνισμό, άλλο τόσο θα ήταν δύσκολο να χαρακτηριστεί

ερασιτέχνης ο πολιτικός που αναδείχθηκε αρχηγός του Τρικουπικού Κόμματος μετά

την πανωλεθρία των εκλογών του 1895, και κατόρθωσε, στις αμέσως επόμενες

εκλογές, να αποσπάσει την απόλυτη πλειοψηφία και να σχηματίσει κυβέρνηση.

Δεν ήταν, λοιπόν, ερασιτέχνης πολιτικός ο Θεοτόκης· ούτε όμως και

επαγγελματίας της πολιτικής. Δεν κατεχόταν από το πάθος της εξουσίας. Ο

λόγιος, δημοσιογράφος και πολιτικός της εποχής του, Θεόδωρος Βελλιανίτης, αφού

αναφέρει ότι ο Θεοτόκης δύο φορές αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την εξουσία,

εξαιτίας ταραχών που είχε οργανώσει η αντιπολίτευση (τη μία με τα

«Ευαγγελιακά» και την άλλη με το σταφιδικό), με πολύ εύστοχη επιγραμματικότητα

σημειώνει: «Ποτέ δεν αντήλλαξε τον τίτλον της εξουσίας με τον ερυθρόν σκούφον

της επαναστάσεως».

Πίστευε ο Θεοτόκης πως η πολιτική είναι λειτούργημα και ως τέτοιο οφείλει να

την αντιλαμβάνεται και να την ασκεί ο πολιτικός, είτε από τη θέση της

κυβερνητικής εξουσίας είτε από τη σκοπιά της αντιπολιτεύσεως. Ο πολιτικός έχει

χρέος να σέβεται τη θέληση και την απόφαση του λαού και να τον υπηρετεί από

εκεί που τον έταξε, ασκώντας υπεύθυνα το υψηλό λειτούργημα που του ανέθεσε.

Αυτές οι πεποιθήσεις του, που έβρισκαν την πρακτική τους έκφραση σε όλες τις

προσπάθειές του, κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, ήταν

ακριβώς εκείνο που τον διαφοροποιούσε βασικά από τους περισσότερους επικριτές

του.

Και αποτελούν ασφαλώς σπουδαία συμβολή στην εξύψωση του έργου και της

αποστολής του πολιτικού: την αναβάθμιση της πολιτικής ζωής και την άψογη

λειτουργία της δημοκρατίας.

Η μεγαλύτερη όμως προσφορά του Θεοτόκη στον δημόσιο βίο της χώρας και στον

τόπο, γενικότερα, ήταν η ηπιότητα, η ευπρέπεια και το υψηλό ήθος που διέκρινε

πάντοτε τους πολιτικούς του αγώνες.

Τις αρετές του αυτές πολλές φορές τις εγκωμίασαν οι εφημερίδες της εποχής του,

όχι όμως ­ δυστυχώς ­ πολλοί πολιτικοί.

Στα 90 περίπου χρόνια, που πέρασαν από τότε που ο Θεοτόκης σταμάτησε να παίζει

πρωταγωνιστικό πολιτικό ρόλο, η ηπιότητα και το μέτρο, που εκείνος δίδαξε με

το παράδειγμά του, ελάχιστους μιμητές βρήκαν.

Δυστυχώς, οι Έλληνες πολιτικοί του εικοστού αιώνα, με ευάριθμες εξαιρέσεις,

προτίμησαν την οξύτητα και την υποδαύλιση των πολιτικών παθών.

Οι δύο πιο μακρόβιες κυβερνήσεις του Γ. Θεοτόκη, στα 1899-1901 και στα

1906-1909, έχουν να επιδείξουν στο ενεργητικό τους σειρά μέτρων που απέβλεπαν

στην ενίσχυση και αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας και τον

εξοπλισμό τους με σύγχρονο οπλισμό. Η πολιτική αυτή που συμπληρώθηκε με τα

μέτρα του Ελευθερίου Βενιζέλου, στη διετία 1910-1912, επέτρεψε στις ένοπλες

ελληνικές δυνάμεις να φέρουν με επιτυχία εις πέρας τις επιχειρήσεις εναντίον

των Τούρκων και κατόπιν των Βουλγάρων στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους.

Επιπροσθέτως, ένα από τα μέτρα του Θεοτόκη υπήρξε ο εκσυγχρονισμός και η

προσαρμογή της εξωτερικής εμφανίσεως του στρατού στις νέες συνθήκες πολέμου.

Επάνω: Αξιωματικοί και οπλίτες του πυροβολικού με τις νέες, χρώματος χακί,

στολές εκστρατείας, που καθιερώθηκαν το 1908. Ο πίνακας βρίσκεται στο Εθνικό

Ιστορικό Μουσείο και αναδημοσιεύεται από την «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους»

της Εκδοτικής Αθηνών.